ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Η διαχείριση των απορριμμάτων και το φλέγον ζήτημα της καύσης επανέρχεται στο προσκήνιο, καθώς η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ), που έθεσε σε δημόσια διαβούλευση το Υπουργείο Περιβάλλοντος για τη δημιουργία δικτύου έξι μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης απορριμμάτων σε όλη την χώρα, έχει μετατραπεί σε πεδίο αντιδράσεων, με τις βολές να έρχονται κυρίως από την τοπική αυτοδιοίκηση.
Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, το οποίο το επόμενο διάστημα θα πρέπει να απαντήσει συγκροτημένα με τα «υπέρ» στα «κατά» των «δημοτικών αρχών έχει θέσει σε δημόσια διαβούλευση από τις αρχές Αυγούστου τη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) για τη δημιουργία του πρώτου ολοκληρωμένου δικτύου έξι μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης (δηλαδή καύσης) απορριμμάτων (ΑΕΠΥ) στην Ελλάδα. Πρόκειται για ένα πλάνο, με προγραμματισμένο ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2030, το οποίο εντάσσεται στον εθνικό σχεδιασμό για την κυκλική οικονομία και τη βελτιστοποίηση της διαχείρισης των αστικών στερεών αποβλήτων (ΑΣΑ). Το έργο είχε ανακοινωθεί αρχικά το 2019 από την κυβέρνηση, χωρίς μέχρι σήμερα να έχει προχωρήσει η υλοποίησή του.
Τι προβλέπει η ΣΜΠΕ
Η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) θεωρεί αναγκαία τη δημιουργία μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης απορριμμάτων για την επίτευξη του στόχου του Εθνικού Σχεδίου Διαχείρισης Αποβλήτων (ΕΣΔΑ), που προβλέπει μείωση της ταφής στο 10% έως το 2030.
Βασικό επιχείρημα του σχεδίου είναι το γεγονός πως όσο και να δίνεται βάρος στην ανακύκλωση και προδιαλογή, χωρίς θερμικές μονάδες καύσης τα υπολείμματα που δεν ανακυκλώνονται ή δεν κομποστοποιούνται, όπως RDF και SRF, θα φτάσουν τους 1,45 εκατομμύρια τόνους και θα καταλήξουν σε ΧΥΤΑ, υπονομεύοντας την κυκλική οικονομία.
Για αυτό η ΣΜΠΕ προτείνει δίκτυο έξι μονάδων κατανεμημένων σε τέσσερις περιοχές, ώστε να καλύπτονται οι κύριες ζώνες παραγωγής απορριμμάτων και να μειώνονται οι μεταφορές. Στη Βόρεια Ελλάδα σχεδιάζονται δύο μονάδες (Ροδόπη/Ξάνθη 62.000 τόνους και Κοζάνη 288.000), στη Δυτική Ελλάδα και Πελοπόννησο μία μονάδα 154.000 τόνων, στην Αττική και Στερεά Ελλάδα δύο μονάδες (Βοιωτία 141.000–221.000 τόνους, Αττική 321.000–401.000) και στην Κρήτη μία στο Ηράκλειο 140.000 τόνων. Συνολικά οι μονάδες θα επεξεργάζονται περίπου 1,18 εκατομμύρια τόνους, καλύπτοντας σχεδόν όλες τις ποσότητες αποβλήτων που παραμένουν μετά την ανακύκλωση.
Η στάση των Δήμων απέναντι στην καύση
Μπορεί για το Υπουργείο Περιβάλλοντος να θεωρείται μονόδρομος, ωστόσο έντονες αντιδράσεις καταγράφονται σε επίπεδο Τοπικής Αυτοδιοίκησης απέναντι στη ΣΜΠΕ για το δίκτυο μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης απορριμμάτων. Λαμβάνοντας υπόψη πως η ΣΜΠΕ προτείνει 4 σημεία για την μελλοντική εγκατάσταση των μονάδων, οι δήμοι αιφνιδιασμένοι αντιδρούν προστατεύοντας τα όρια τους από μελλοντικές εκπλήξεις.
Το Δημοτικό Συμβούλιο Κερατσινίου – Δραπετσώνας, η Τρίπολη και η Εορδαία έχουν ήδη εκφράσει την πλήρη αντίθεσή τους, ζητώντας από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας να μην προχωρήσει καμία απόφαση. Στην Κρήτη, μετά την Περιφέρεια που κατήγγειλε την έλλειψη συνεννόησης με τους τοπικούς φορείς, ο Δήμος Ηρακλείου δήλωσε επίσης αντίθετος, με τον δήμαρχο Αλέξη Καλοκαιρινό να κάνει λόγο για σοβαρές επιπτώσεις στους πολίτες. Οι ανησυχίες εδράζονται στον τρόπο που σχεδιάζονται οι νέες μονάδες, τη δίκαιη κατανομή των οικονομικών πόρων και την προστασία των διαδικασιών ανακύκλωσης και ανάκτησης, ώστε να μην επηρεαστούν αρνητικά από τυχόν επιλογές καύσης.
Για παράδειγμα, ο Δήμος Κερατσινίου– Δραπετσώνας χαρακτηρίζει τη ΣΜΠΕ «προσχηματική», καταγγέλλοντας ότι η διαβούλευση έγινε εν μέσω καλοκαιριού και πως η μελέτη υποβαθμίζει τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, αποκρύπτει κρίσιμα στοιχεία όπως η χωροθέτηση, το κόστος και τους φορείς υλοποίησης, ενώ επισημαίνει ότι η καύση δεν έχει θετικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Σύμφωνα με το Δημοτικό Συμβούλιο, η καύση παράγει τοξική ρύπανση, υπονομεύει την ανακύκλωση και την επαναχρησιμοποίηση, δεσμεύει δημόσιους πόρους σε ΣΔΙΤ και ενισχύει τις κοινωνικές ανισότητες, επιβαρύνοντας ιδιαίτερα ήδη δοκιμασμένες περιοχές, όπως το Σχιστό.
Οι Δήμοι αντιπροτείνουν ένα διαφορετικό μοντέλο διαχείρισης απορριμμάτων, αποκεντρωμένο, δημόσιο και βιώσιμο, που θα δίνει έμφαση στην πρόληψη, την επαναχρησιμοποίηση και την ανάκτηση υλικών. Όπως τονίζουν, η καύση δεν μπορεί να αποτελεί κεντρική επιλογή του εθνικού σχεδιασμού, καθώς αγνοεί εναλλακτικές μεθόδους πιο φιλικές προς το περιβάλλον και τις τοπικές κοινωνίες.
Στο επίκεντρο του Υπουργείου οι στόχοι, το κόστος και οι περιβαλλοντικές ισορροπίες
Η πλευρά του υπουργείου φαίνεται προετοιμασμένη απέναντι στα αντιπαραθετικά επιχειρήματα τοπικής αυτοδιοίκησης και των πολιτών. Κύκλοι του Υπουργείου εξηγούν πως η ενεργειακή αξιοποίηση των απορριμμάτων αποτελεί βασικό εργαλείο για την επίτευξη των εθνικών και ευρωπαϊκών στόχων διαχείρισης αποβλήτων και την προσαρμογή της χώρας στις κοινοτικές οδηγίες.
Σύμφωνα με την Οδηγία 850/2018 της Ε.Ε., τα κράτη-μέλη οφείλουν να μειώσουν την ταφή αστικών στερεών αποβλήτων στο 10% έως το 2035, ενώ η Ελλάδα αποφάσισε να επιταχύνει το χρονοδιάγραμμα, θέτοντας τον στόχο πέντε χρόνια νωρίτερα, δηλαδή έως το 2030.
Όπως εξηγούν στο mononews άνθρωποι που παρακολουθούν από πολύ κοντά το ζήτημα, η ενεργειακή αξιοποίηση, που είχε ενταχθεί στον εθνικό σχεδιασμό ήδη από το 2020, προβλέπεται ως συμπληρωματική λύση στην ανακύκλωση και την προδιαλογή των υλικών, ώστε να διασφαλιστεί η περιβαλλοντικά ορθή διαχείριση των αποβλήτων. Το σχέδιο προβλέπει τη δημιουργία έξι μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης, κατανεμημένων σε τέσσερις διαχειριστικές ενότητες, με στόχο την κάλυψη των κύριων περιοχών παραγωγής απορριμμάτων και τη μείωση των μεταφορών σε μεγάλες αποστάσεις, ενώ οι μονάδες αυτές θα επεξεργάζονται περίπου 1,2 εκατομμύρια τόνους αποβλήτων ετησίως.
Η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ), που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση για 65 ημέρες και είναι η τέταρτη κατά σειρά, εξετάζει διεξοδικά το περιβαλλοντικό αποτύπωμα και την οικονομική βιωσιμότητα του σχεδίου, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η πρόταση είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των εγχώριων αρχών.
Στη ΣΜΠΕ επισημαίνεται ότι η ταφή των απορριμμάτων αποτελεί τη λιγότερο βιώσιμη λύση, καθώς εκλύει 28 φορές περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα σε σύγκριση με τις μονάδες ενεργειακής αξιοποίησης. Η μελέτη εξετάζει επίσης το οικονομικό κόστος της διαχείρισης απορριμμάτων μέσω ΧΥΤΑ, περιλαμβάνοντας κόστος μεταφοράς, τέλος ταφής και μεταφροντίδα, ενώ τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η μεταφορά SRF στις μονάδες καύσης είναι ελαφρώς πιο συμφέρουσα για τους δήμους.
Όσον αφορά τα υπολείμματα της καύσης, περίπου το 22% μετατρέπεται σε αδρανή τέφρα εδάφους, που θεωρείται ακίνδυνη, ενώ ένα μικρό ποσοστό 1-1,5% αφορά ιπτάμενη τέφρα με τοξικές ουσίες, η διαχείριση της οποίας θα πραγματοποιείται είτε μέσω εξαγωγής είτε σε ειδικά αδειοδοτημένους χώρους.
Αντίστοιχα, τονίζεται πως η ΣΜΠΕ δεν ανταγωνίζεται την ανακύκλωση, αλλά την υποστηρίζει, θέτοντας στόχο αύξησης της ανακύκλωσης στην πηγή στο 60-65%, ενώ το υπόλοιπο των αποβλήτων θα αξιοποιείται ενεργειακά. Παράλληλα, προβλέπονται διαγωνιστικές διαδικασίες και εκπόνηση επιμέρους ΜΠΕ για κάθε εγκατάσταση, ώστε η χωροθέτηση – η οποία θα έρθει σε δεύτερο χρόνο – να είναι πλήρως τεκμηριωμένη.
Τέλος, σημειώνεται ότι 22 από τις 27 χώρες της Ε.Ε. εφαρμόζουν ήδη ενεργειακή αξιοποίηση, ενώ 14 εξ αυτών έχουν καταφέρει να μειώσουν την ταφή κάτω του 10%.
Διαβάστε επίσης:
ΤΕΚΑΛ: Ποια έργα θα ενισχύσουν τον τζίρο κατά 40% φέτος
ΕΛΕΜΚΑ: Η θυγατρική της ΜΕΤΚΑ στο τιμόνι της αναβάθμισης της Β’ Ακτής Βούλας
Βασιλίσσης Όλγας: Ο πόλεμος Μπακογιάννη – Δούκα για τη λεωφόρο που δίχασε την Αθήνα
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Έρευνα Plum: Πάνω από το 50% των Ελλήνων ξεμένει από χρήματα πριν τελειώσει ο μήνας – 1 στους 5 δανείζεται
- Mercedes-Benz: Επιστρέφει κατόπιν ισχυρής ζήτησης το SUV G-Class κάμπριο
- Πέθανε ο Τζιόρτζιο Αρμάνι
- Ουκρανία: Ρωσικός πύραυλος έπληξε αποστολή αποναρκοθέτησης κοντά στην ουκρανική πόλη Τσερνίχιφ
