• Business

    Α.Ανδρεάδης: Πως θα συνεχίσουν οι τουριστικές επιχειρήσεις να παράγουν ΑΕΠ;


    Δύσκολες στιγμές διανύουν οι τουριστικές επιχειρήσεις καθώς το 40% αντιμετωπίζουν σοβαρά ζητήματα βιωσιμότητας. Η υπερφορολόγηση αποτελεί ίσως το σημαντικότερο εμπόδιο για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας ενώ το πλέον ανησυχητικό θέμα με την υπερφορολόγηση, είναι ότι δεν υπάρχει ένα τέλος σε αυτήν την πρακτική.

    “Εκεί που πιστεύουμε ότι ολοκληρώθηκε ο κύκλος των νέων φόρων και των πρόσθετων επιβαρύνσεων, διαρκώς ακούμε για νέα μέτρα. Σε αυτό το πλαίσιο, ο ελληνικός τουρισμός δεν θα είναι ανταγωνιστικός και το κράτος θα εξακολουθεί να χάνει έσοδα και στόχους” επεσήμανε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων κ.Ανδρέας Ανδρεάδης, κατά τη διάρκεια της γενικής συνέλευσης του Συνδέσμου στην Κύπρο. 

    Η υπερφορολόγηση όμως δυσχεραίνει τις συνθήκες λειτουργίας και καθιστά απαγορευτικές τις επενδύσεις τόσο από τους ίδιους τους επιχειρηματίες όσο και από κάθε ενδιαφερόμενο. Πως θα συνεχίσουν οι τουριστικές επιχειρήσεις να παράγουν ΑΕΠ; Πως θα συνεχίσουν να απασχολούν εργαζομένους; Πως θα ενισχύσουν τις τοπικές κοινωνίες και την τοπική παραγωγικότητα; 

    Σταύρος Ανδρεάδης . Επικεφαλής SANI

    Τα ερωτήματα αυτά απασχολούν τον πρόεδρο του ΣΕΤΕ υποστηρίζοντας ότι “την ίδια στιγμή δε που το Κράτος υπερφορολογεί σε σημείο ασφυξίας τη ρυθμισμένη αγορά προσφοράς τουριστικών καταλυμάτων, χάνει τουλάχιστον 250 εκατ. ευρώ από φορολογικά έσοδα από τις ανεξέλεγκτες μισθώσεις ιδιωτικών χώρων σε επισκέπτες, στο πλαίσιο της αποκαλούμενης “οικονομίας διαμοιρασμού”. Και αυτό διότι ακόμα δεν έχει διασφαλίσει ένα πλαίσιο ισονομίας και φορολογικής συμμετρίας σε σχέση με τα υπόλοιπα τουριστικά καταλύματα.

    Είναι γνωστό” υποστηρίζει ο κ.Ανδρεάδης, “ότι η Ελλάδα απέχει από το ζητούμενο ελαστικό και θελκτικό φορολογικό πλαίσιο της πλειονότητας των ανταγωνιστριών χωρών. Ενδεικτικά αναφέρω τον υψηλό βασικό φορολογικό συντελεστή επί των κερδών, την μεγάλη γραφειοκρατική επιβάρυνση των ελληνικών επιχειρήσεων, την κατάργηση των απαλλαγών ΦΠΑ στα νησιά και φυσικά τις οκτώ αλλαγές ΦΠΑ διαμονής και εστίασης από το 2008 έως και σήμερα. Ειδικά η τελευταία αλλαγή επηρεάζει καταλυτικά τις τουριστικές επιχειρήσεις αφού ουσιαστικά διπλασιάσαμε το ΦΠΑ του μοναδικού τομέα που κατά γενική ομολογία πιστεύουμε ότι μας υποστηρίζει έμπρακτα στην προσπάθεια μας να βγούμε από την κρίση. Και έχουμε δει όλοι τα αποτελέσματα: οι εισπράξεις ΦΠΑ το 2015 αυξήθηκαν κατά 12 εκατ. ευρώ, δηλαδή ούτε καν ένα τοις χιλίοις! 

    Η ελληνική κυβέρνηση” υποστηρίζει ο κ.Ανδρεάδης, “οφείλει να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου το 2017 να επανέλθουν οι συντελεστές ΦΠΑ σε ανταγωνιστικά επίπεδα, διαφορετικά, η πραγματικότητα θα είναι πολύ δύσκολη για τους νόμιμους επιχειρηματίες που αγωνίζονται σε πολύ δύσκολες συνθήκες”. 

    andreadis

    Αναφερόμενος ο κ.Ανδρεάδης στην προσέλκυση νέων επενδύσεων στον τουρισμό επεσήμανε ότι “βρισκόμαστε στον έβδομο χρόνο συνεχούς ύφεσης της οικονομίας, με εξαίρεση μια πολύ βραχύβια ανάκαμψη το 2014, γεγονός χωρίς προηγούμενο στον ανεπτυγμένο κόσμο. Παρόλα αυτά, στη δημόσια συζήτηση, οι αναφορές στην ανάπτυξη, παραμένουν γενικόλογες και σε επίπεδο ευχολογίου, επομένως ανώφελες. Εφόσον όλοι συμφωνούμε” τονίζει ο κ.Ανδρεάδης, “πως ο μόνος τρόπος να αναστραφούν οι υφεσιακές τάσεις που προκαλούνται από την εφαρμογή της δανειακής συμφωνίας, είναι η εισροή νέων κεφαλαίων, η ανάταση της επιχειρηματικότητας μέσω αναπτυξιακών εργαλείων και η προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων, τότε θα έπρεπε, ήδη, να μιλάμε πάνω σε αυτές τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Σε αυτές τις ανάγκες της πραγματικής οικονομίας. Μέρος του προβλήματος αλλά και της λύσης είναι και η διαχείριση των κόκκινων δανείων στον τομέα του τουρισμού. Σε αυτό το θέμα είμαστε ξεκάθαροι. Θα πρέπει να επιτραπεί στις τράπεζες να αναδιαρθρώσουν με πολύ υψηλότερα ποσοστά τα δάνεια των καθ’ όλα βιώσιμων επιχειρήσεων, με πιθανή είσοδο νέων κεφαλαίων ή στρατηγικών επενδυτών, ώστε αυτές να εξυγιανθούν και να συνεχίσουν τη λειτουργία τους. Είναι τουλάχιστον παράδοξο” καταλήγει ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, “μια χώρα που έχει ως βασικό της στόχο την αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους της -και πολύ ορθά- να αρνείται την ίδια δυνατότητα στις επιχειρήσεις που αποτελούν και τον βασικό κορμό της οικονομίας της, με όρους απολύτως συμβατούς με τα διεθνή χρηματοοικονομικά πρότυπα”.

     

     



    ΣΧΟΛΙΑ