• bloomberg
    Sponsored by

    Bloomberg

    Γιατί η κρίση στην Danske Bank αποτελεί μάθημα για τις ευρωπαϊκές τράπεζες


    Η Danske Bank έχει αντιμετωπίσει τα αρνητικά επιτόκια περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη μεγάλη τράπεζα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η πρόσφατη κρίση, η οποία στοίχισε σε ένα ανώτερο στέλεχος τη δουλειά του, αποτελεί μια σημαντική προειδοποίηση για τις άλλες τράπεζες στην Ευρώπη.

    Η μεγαλύτερη τράπεζα της Δανίας είναι περισσότερο γνωστή για το ρόλο της στο επίκεντρο ενός μεγάλου σκανδάλου νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Αλλά τον περασμένο μήνα ενεπλάκη σε μια ακόμα ντροπιαστική υπόθεση, καθως υπερχρέωνε πελάτες λιανικής για επενδυτικά προϊόντα και τους προκαλούσε απώλεια χρημάτων. Η τράπεζα όφειλε να τηρήσει τους κανόνες που προβλέπουν ότι οι επενδυτικές συμβουλές πρέπει πάντα να καθοδηγούν τους πελάτες προς το καλύτερο προϊόν, ακόμη και αν αυτό αντίκειται στα συμφέροντα της τράπεζας. Σε αυτή την περίπτωση, για τους πελάτες θα ήταν πιο συμφέρουσες οι κανονικές τραπεζικές καταθέσεις, όπου οι αποδόσεις είναι γύρω στο μηδέν.

    Το πρόβλημα για τη Danske και άλλες τράπεζες που λειτουργούν σε περιβάλλοντα αρνητικών επιτοκίων είναι ότι όσο περισσότερα χρήματα κατέχουν σε καταθέσεις τόσο μεγαλύτερο είναι το κόστος για την τράπεζα. Ο κλάδος έχει αποφύγει να μεταβιβάσει το κόστος των αρνητικών επιτοκίων στους αποταμιευτές λιανικής, υπό τον φόβο ότι θα τους χάσουν από πελάτες τους. Αντ’ αυτού, οι τράπεζες έχουν αναζητήσει άλλους τρόπους για να μετριάσουν τον πόνο των αρνητικών επιτοκίων, όπως η εστίαση σε υπηρεσίες που απαιτούν αμοιβές.

    Ο Jesper Berg, γενικός διευθυντής της Αρχής Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας στην Κοπεγχάγη, αναφέρει ότι η υπόθεση Danske «δείχνει τώρα ότι το κανάλι των αμοιβών απειλείται επίσης» για τις τράπεζες που είναι αντιμέτωπες με αρνητικά επιτόκια.

    Το τελευταίο φωτεινό σημείο

    Τα έσοδα από αμοιβές ήταν ένα από τα τελευταία φωτεινά σημεία για μια βιομηχανία που έχει δει τα αρνητικά επιτόκια να διαβρώνουν πολλά από τα άλλα βασικά επιχειρηματικά της πεδία.

    Στο παρελθόν, οι τράπεζες θα «έβγαζαν λεφτά από τη φθηνότερη χρηματοδότηση [καταθέσεων] σε σχέση με τη χρηματοδότηση της αγοράς: Αυτός ο δίαυλος σε όλη την Ευρώπη είναι νεκρός», ανέφερε ο Berg. Θα έβγαζαν επίσης χρήματα αναλαμβάνοντας βραχυπρόθεσμους κινδύνους, «αλλά η καμπύλη αποδόσεων είναι επίπεδη αυτή τη στιγμή, ή σε αυτή τη γειτονιά, οπότε δεν καταφέρνουν να φτάσουν το 1% ή το 2% που έπαιρναν ιστορικά για τέτοιου είδους δραστηριότητες». Και τώρα, τα αρνητικά ποσοστά ροκανίζουν τα εισοδήματα από αμοιβές, είπε.

    Αν επιστρέψουμε λίγα χρόνια πίσω, το αφήγημα ήταν ότι η Danske είχε προσαρμόσει με επιτυχία το επιχειρηματικό μοντέλο της για να αντιμετωπίσει τα αρνητικά επιτόκια. Παρουσίασε κέρδη-ρεκόρ το 2017, όταν η Δανία είχε ήδη επιτόκια κάτω από το μηδέν για περίπου μισή δεκαετία. Αυτή ήταν επίσης η χρονιά που η Danske αύξησε τις χρεώσεις για τους πελάτες που έβαλαν χρήματα σε μια επενδυτική πλατφόρμα που ονομάζεται Flexinvest Fri.

    Αλλά οι αποδόσεις σε ορισμένα από αυτά τα προϊόντα ήταν χαμηλές. Συμπεριλαμβανομένων των υψηλότερων χρεώσεων, οι πελάτες έχαναν χρήματα. Ωστόσο, η τράπεζα συνέστησε το προϊόν και απέσπασε τις χρεώσεις. Δεν θα έπρεπε να το έχει κάνει, βάσει των κανονισμών που απαιτούν από τις τράπεζες να ενεργούν πάντοτε σύμφωνα με τα συμφέροντα των πελατών τους.

    Το είδος των χρεώσεων που η Danske επέβαλλε αποτελούσε «σημαντικό μέρος των εισπράξεων από αμοιβές σε πολλές τράπεζες σε όλη την Ευρώπη», δήλωσε ο Berg. «Εάν αυτό απειληθεί, υπάρχει ένα ευρύτερο ζήτημα σε ολόκληρη την Ευρώπη».

    Καθώς η προοπτική της επιστροφής στα θετικά επιτόκια στην Ευρώπη φαίνεται πιο μακρινή, ο αντίκτυπος της πολιτικής στις τράπεζες της περιοχής χρήζει ιδιαίτερης προσοχής. Στη Δανία, τα κέρδη της χρηματοπιστωτικής βιομηχανίας μειώθηκαν κατά 25% το 2018, σύμφωνα με στοιχεία της FSA. Ο Berg λέει ότι η υπηρεσία του αρχίζει τώρα να ανησυχεί για την κερδοφορία των τραπεζών.

    «Τυπικά το θέμα ήταν, εμείς να γέρνουμε ενάντια στον άνεμο εξαιτίας των φουσκών», είπε. «Αλλά τώρα είναι θέμα της εισπρακτικής δύναμης των τραπεζών».



    ΣΧΟΛΙΑ