ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
«Αν οι δημόσιοι υπάλληλοι ξαναπάρουν δώρα Πάσχα, Χριστουγέννων και επίδομα αδείας και τους επιστραφούν αναδρομικά τα “κομμένα”, τότε, για να βρεθούν οι πόροι, θα πρέπει είτε να υπάρξει ισόποση αύξηση στη φορολογία, είτε να περικοπούν κονδύλια από τις ευπαθείς ομάδες, όπως είναι οι άποροι και οι άστεγοι». Αυτός είναι ο βασικός ισχυρισμός που προέβαλαν σήμερα οι δικηγόροι του Ελληνικού Δημοσίου ενώπιον των δικαστών της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, για να ανατρέψουν την απόφαση του ΣΤ’ Τμήματος του ίδιου δικαστηρίου, βάσει της οποίας είναι αντισυνταγματική η πλήρης κατάργηση (το 2012) των ήδη “κουτσουρεμένων” δώρων (από το 2010) των δημοσίων υπαλλήλων και των υπαλλήλων του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Λόγω μείζονος σημασίας και της κατά πλειοψηφίας απόφασης (μειοψήφισε ένας δικαστής) του ΣΤ’ Τμήματος, η υπόθεση παραπέμφθηκε για οριστική κρίση στη μείζονα Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου.
«Έχασαν ένα μισθό, κέρδισαν 12»
Ο μισθός των δημοσίων υπαλλήλων παρέμεινε αλώβητος και δεν υπήρξαν συνέπειες στο βιοτικό τους επίπεδο, υποστήριξαν οι συνήγοροι του Δημοσίου, στη σημερινή συζήτηση ενώπιον της Ολομέλειας του ΣτΕ.
Με επιχείρημα ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι «έχασαν τον 13ο μισθό για να διασφαλίσουν τους υπόλοιπους 12», οι δικηγόροι του Δημοσίου προχώρησαν σε συγκρίσεις με τους ιδιωτικούς υπαλλήλους (που συνεχίζουν να λαμβάνουν δώρα και επιδόματα).
«Οι δημόσιοι υπάλληλοι -είπαν- βρίσκονται σε καλύτερη θέση. Έχουν σταθερή εργασία, ένα μόνιμο μισθό που παρέμεινε αλώβητος καθώς έχασαν μόνο ένα μικρό μέρος του και δεν έχουν ανεργία στον κλάδο τους για αυτό και δεν αλλάζουν χώρα για να βρουν δουλειά. Αντίθετα, οι ιδιωτικοί υπάλληλοι αντιμετωπίζουν πρόβλημα μεγάλης ανεργίας, δεν πληρώνονται από τους εργοδότες τους και ο μισθός τους είναι 580 ευρώ, δηλαδή κατά 1/3 χαμηλότερος από αυτό των δημοσίων υπαλλήλων και ξενιτεύονται στο εξωτερικό για να βρουν μια δουλειά».
Κατά τους συνηγόρους, σε περίπτωση θετικής για τους δημοσίους υπαλλήλους απόφασης του ΣτΕ, το Δημόσιο θα πρέπει να καταβάλει 4 δις ευρώ για τις αναδρομικές επιστροφές και ετησίως να επιβαρύνεται με επιπλέον 700 εκατομμύρια ευρώ, κάτι που θα έχει ως κίνδυνο να διαταραχθεί η δημοσιονομική ισορροπία.
«Σαν “μπαμπούλα” επικαλούνται ψευδώς επιστροφές δισεκατομμυρίων»
Σε υψηλούς τόνους αντέτειναν οι δικηγόροι των διαδίκων -σε αυτή τη δίκη – δημοσίων υπαλλήλων (στην πλειονότητα τους δικαστικοί υπάλληλοι).
«Είναι ένα απαράδεκτο γαϊτανάκι να προβάλλεται η οικονομική καταστροφή της χώρας σε περίπτωση επιστροφής των κομμένων δώρων. Δεν υπάρχουν ποσά δισεκατομμυρίων. Αυτός ο “μπαμπούλας” είναι απαράδεκτος», τόνισε συνήγορος δημοσίων υπαλλήλων, υποστηρίζοντας ότι «σε καμία περίπτωση οι επιστροφές σε όσους έχουν προσφύγει δεν θα ξεπεράσουν τα 25 με 30 εκατομμύρια ευρώ. Κι αυτά τα χρήματα, εάν πληρωθούν από το κράτος, θα είναι σε βάθος 10ετίας. Συνεπώς καμία επίπτωση δεν θα υπάρξει στα δημοσιονομικά της χώρας.»
Κατά άλλους δικηγόρους δημοσίων υπαλλήλων, οι επιστροφές αναδρομικών μπορεί να «αγγίξουν» το 1 δισ. ευρώ.
«Η κατάργηση των δώρων έγινε επειδή το ήθελε η Μέρκελ», ανέφερε άλλος συνήγορος. «Τα δώρα δεν είχαν κοπεί ούτε στη γερμανική κατοχή, ούτε την περίοδο της Χούντας. Για την κάλυψη των δημοσιονομικών ελλειμμάτων είναι εύκολη η λύση των περικοπών των δώρων, σε συγκεκριμένες κατηγορίες πολιτών οι οποίες συνεχώς πλήττονται και μαστίζονται από την κρίση, όμως με την τακτική αυτή παραβιάζονται βασικές συνταγματικές αρχές, όπως της ισότητας και της αναλογικότητας, κάτι εξάλλου που έχει αναφερθεί στις αποφάσεις του ΣΤ΄ Τμήματος», προσέθεσαν οι δικηγόροι των δημοσίων υπαλλήλων.
Σύμφωνα με την απόφαση του ΣΤ’ Τμήματος του ΣτΕ είναι αντισυνταγματική η κατάργηση των τριών δώρων των εν ενεργεία δημοσίων υπαλλήλων, των υπαλλήλων ΟΤΑ, ΝΠΔΔ και ΜΠΙΔ.
Σύμφωνα με το σκεπτικό, οι επίμαχες περικοπές που έγιναν με το νόμο 4093/2012 από 1.1.2013, αντίκεινται στα άρθρα 25 και 4 του Συντάγματος και τις απορρέουσες από αυτά αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας.
Στη σημερινή συνεδρίαση της Ολομέλειας, η εισηγήτρια ανέγνωσε την απόφαση του ΣΤ’ Τμήματος, χωρίς ωστόσο η ίδια να προτείνει υπέρ της συνταγματικότητας ή της αντισυνταγματικότητας καθώς, εδώ και χρόνια, αυτές οι εισηγήσεις επί της ουσίας της κρινόμενης υπόθεσης έχουν καταργηθεί.
Το δικαστήριο δεν αναμένεται να εκδώσει απόφαση νωρίτερα από τους επόμενους 4 με 5 μήνες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Τι κρίνεται σήμερα στο ΣτΕ για τα αναδρομικά των δημοσίων υπαλλήλων