• Think Tanks

    H προφορά σας μπορεί να ρίχνει το μισθό σας κατά 20%

    στρες


    Ο Stephen Colbert μεγάλωσε στη Νότια Καρολίνα, αλλά δεν έχει νότια προφορά. Αυτό συμβαίνει επειδή, ακόμη και ως παιδί, ο κωμικός και τηλεπαρουσιαστής γνώριζε ότι οι άλλοι άνθρωποι θα μπορούσαν να έχουν μια διαφορετική στάση απέναντί του.

    «Σε πολύ μικρή ηλικία, αποφάσισα ότι δεν θα είχα νότια προφορά» δήλωσε ο Colbert σε συνέντευξή του το 2006 στην εκπομπή 60 Minutes. «Όταν ήμουν παιδί και έβλεπα τηλεόραση, αν ήθελε κανείς να δείξει ότι κάποιος είναι ηλίθιος, έδινε στον χαρακτήρα μία νότια προφορά. Και αυτό δεν είναι αλήθεια. Οι άνθρωποι στον νότο δεν είναι ηλίθιοι. Αλλά δεν ήθελα να φαίνομαι ηλίθιος. Ήθελα να φαίνομαι έξυπνος».

    Είναι εντελώς άδικο το ότι ο Colbert αισθάνθηκε πιεσμένος να αλλάξει τον τρόπο που μιλούσε για να αποφύγει τα αρνητικά στερεότυπα. Ωστόσο, οι προκαταλήψεις κατά ορισμένων περιφερειακών προφορών είναι διαδεδομένες σε όλο τον κόσμο. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η προφορά του εργατικού Μπέρμιγχαμ (ή «Brummie») είναι γνωστό ότι χλευάζεται. Στην Ιαπωνία, η περιφερειακή προφορά του Tōhoku συνδέεται στερεοτυπικά με την τεμπελιά και τον επαρχιωτισμό. Στη Βραζιλία, οι νοτιοανατολικές προφορές θεωρούνται κοινωνικά κατώτερες.

    Μία νέα μελέτη αποσκοπεί στο να προσδιορίσει το κόστος μιας τέτοιας προκατάληψης στο χώρο εργασίας. Τα άτομα με ισχυρές περιφερειακές προφορές αντιμετωπίζουν μισθολογική ποινή 20% σε σύγκριση με όσους μιλούν με τη συνήθη προφορά, σύμφωνα με ένα νέο έγγραφο εργασίας ερευνητών του Πανεπιστημίου του Σικάγο και του Πανεπιστημίου του Μονάχου. Αυτή είναι μια ποινή ισοδύναμη με το χάσμα μισθών μεταξύ των φύλων.

    Η μελέτη, η οποία δεν έχει ακόμη εξεταστεί από άλλους ερευνητές, δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του Εθνικού Γραφείου Οικονομικών Ερευνών. Βασίστηκε σε ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα 950 ατόμων στη Γερμανία.

    Οι συγγραφείς της μελέτης λένε ότι η Γερμανία ήταν το ιδανικό μέρος για την έρευνά τους, διότι διαφορετικές περιοχές της χώρας συνδέονται με διαφορετικές προφορές. Με άλλα λόγια, «δεν είναι σαν ένα μέρος της χώρας να μιλάει γερμανικά, ενώ ένα άλλο μέρος να μιλά με μια περιφερειακή διάλεκτο». Το γεγονός ότι οι περιφερειακές προφορές συνδέονται τόσο με περιοχές υψηλού εισοδήματος όσο και με χαμηλού εισοδήματος της Γερμανίας, περιόριζαν τον κίνδυνο να αποδοθεί η συσχέτιση ανάμεσα στα μισθολογικά πρότυπα και τις προφορές στην κοινωνικοοικονομική κατάσταση μιας δεδομένης περιοχής.

    Γιατί λοιπόν υπάρχει μία σύνδεση μεταξύ έντονων περιφερειακών προφορών και χαμηλότερων μισθών; Η απάντηση έχει να κάνει περισσότερο με τον στιγματισμό παρά με τις ίδιες τις προφορές. «Ο εργοδότης πρέπει να χρεώσει στους καταναλωτές χαμηλότερη τιμή ή να πληρώνει στους συναδέλφους τους υψηλότερους μισθούς για να τους αναγκάσει να αλληλεπιδράσουν με έναν υπάλληλο εναντίον του οποίου έχουν προκαταλήψεις», γράφουν οι συντάκτες. «Το αποτέλεσμα είναι χαμηλότερος μισθός για εργαζόμενους με ένα στιγματισμένο χαρακτηριστικό, όπως περιφερειακή προφορά». Μια άλλη παραλλαγή αυτής της εξήγησης θα μπορούσε να είναι ότι επειδή οι εργαζόμενοι με έντονες προφορές αντιμετωπίζουν μεγαλύτερη προκατάληψη από τους συναδέλφους και τους πελάτες τους, είναι πιο δύσκολο για αυτούς να κάνουν την εργασία τους αποτελεσματικά.

    Και στα δύο σενάρια, οι εργαζόμενοι με εντονότερες προφορές αναζητούν θέσεις εργασίας που συνεπάγονται λιγότερη διαπροσωπική αλληλεπίδραση, οι οποίες συχνά πληρώνουν λιγότερα χρήματα. Πράγματι, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι Γερμανοί με εντονότερες προφορές φαίνονται να εργάζονται σε λιγότερο κοινωνικά επαγγέλματα.

    Η μελέτη είναι σύμφωνη με άλλες έρευνες για το πώς οι προφορές επηρεάζουν τα μέσα διαβίωσης των ανθρώπων. Ένας από τους συγγραφείς της, ο οικονομολόγος του Πανεπιστημίου του Σικάγο Jeffrey Grogger, δημοσίευσε ένα άρθρο στο περιοδικό Journal of Human Resources το 2018, το οποίο επικεντρώθηκε στα πρότυπα ομιλίας των ΗΠΑ. Διαπίστωσε ότι οι μαύροι Αμερικανοί που μιλούσαν με μια «mainstream» διάλεκτο τείνουν να αποκομίζουν περισσότερα χρήματα από εκείνους που μιλούσαν τη διάλεκτο African-American Vernacular English (AAVE). Και πάλι, αυτό είναι αποτέλεσμα της προκατάληψης. Οι ομιλητές της AAVE ενδέχεται να αποκλειστούν από θέσεις εργασίας που συνεπάγονται υψηλότερα επίπεδα αλληλεπίδρασης με συναδέλφους και πελάτες, οι οποίες συχνά πληρώνουν περισσότερα χρήματα (όπως συμβαίνει με τις διευθυντικές θέσεις, για παράδειγμα).

    Οι έρευνες δείχνουν επίσης ότι άτομα με συγκεκριμένες ξένες προφορές διατρέχουν επίσης μεγαλύτερο κίνδυνο διακρίσεων στην απασχόληση. Σε ένα υψηλού προφίλ παράδειγμα τέτοιου είδους μεροληψίας, ο επενδυτής Paul Graham, συνιδρυτής του επιταχυντή start-up εταιρειών Y Combinator, προκάλεσε αντιδράσεις το 2013, όταν είπε στο περιοδικό Inc. ότι ήταν επιφυλακτικός απέναντι σε επιχειρηματίες με έντονες ξένες προφορές. «Ακόμα και ένας βλάκας θα συνειδητοποιούσε ότι θα είσαι πιο επιτυχημένος αν μιλάς καλά αγγλικά, οπότε πρέπει να είναι απλώς άσχετοι εάν δεν έχουν ξεφορτωθεί την έντονη προφορά τους», είχε δηλώσει.

    Η καταπολέμηση των αρνητικών στερεοτύπων σχετικά με τα άτομα με περιφερειακές, φυλετικές και ξένες προφορές είναι απαραίτητη για να τεθούν οι εργαζόμενοι σε ένα πιο ισότιμο πεδίο. Αλλά όσο παραμένει η προκατάληψη, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι άνθρωποι όπως ο Colbert μπορούν να συμπεράνουν ότι πρέπει να αλλάξουν τον τρόπο που μιλάνε για να πετύχουν – ή αλλιώς να μετακινηθούν σε ένα μέρος όπου μια δεδομένη προφορά δεν έχει το ίδιο στίγμα.

    Η τελευταία επιλογή ήταν αυτή που επεδίωξε η Fiona Hill, η γεννημένη στο Ηνωμένο Βασίλειο εμπειρογνώμων σε θέματα Ρωσίας, πρώην υπάλληλος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας, η οποία κατέθεσε στη δίκη του Ντόναλντ Τραμπ. Η Hill σημείωσε στην εναρκτήρια δήλωσή της ότι είχε μετακομίσει στις ΗΠΑ για να αποφύγει τις ταξικές αντιδράσεις για την ομιλία της. «Μεγάλωσα στη φτώχεια με μια πολύ χαρακτηριστική προφορά της εργατικής τάξης», είπε. «Στην Αγγλία τη δεκαετία του 1980 και του 1990, αυτό θα εμπόδιζε την επαγγελματική εξέλιξή μου. Αυτό το υπόβαθρο δεν μου προκάλεσε ποτέ πρόβλημα στην Αμερική». Οι ΗΠΑ, βέβαια, κάθε άλλο παρά απαλλαγμένες είναι από προκαταλήψεις – αλλά δεν έχουν αυτήν τη συγκεκριμένη προκατάληψη.

    Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο world economic forum.org, σε συνεργασία με το Quartz και συγγραφέας είναι η Sarah Todd



    ΣΧΟΛΙΑ