Το 2026 αναδεικνύεται σε χρονιά ορόσημο για την ελληνική κεφαλαιαγορά. Όχι μόνο λόγω των μακροοικονομικών επιδόσεων, αλλά κυρίως επειδή μια σειρά θεσμικών εξελίξεων επανατοποθετούν την Ελλάδα στον χάρτη των αναπτυγμένων αγορών, πλέον. Οι αναλύσεις των μεγάλων διεθνών οίκων συγκλίνουν σε ένα βασικό συμπέρασμα, σύμφωνα με το οποίο το ελληνικό αφήγημα έχει αλλάξει ποιοτικά και πλέον απαιτεί ενεργή αξιολόγηση από τους επενδυτές αναπτυγμένων αγορών. Η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζεται πλέον ως ειδική περίπτωση ή ως ευκαιριακή ιστορία περιφέρειας. Με σταθερή ανάπτυξη, δημοσιονομική πειθαρχία, βελτιωμένο τραπεζικό σύστημα και ορατούς θεσμικούς καταλύτες, εισέρχεται στο 2026 ως αγορά που διεκδικεί θέση στα βασικά χαρτοφυλάκια αναπτυγμένων αγορών. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια, το ερώτημα δεν είναι αν η Ελλάδα αξίζει την προσοχή των διεθνών επενδυτών, αλλά πόσο γρήγορα θα ενσωματωθεί σε αυτήν.
Η Morgan Stanley είναι σαφής. Στο πλαίσιο του Big Debates 2026, επισημαίνει ότι η αναβάθμιση της Ελλάδας από τον FTSE σε καθεστώς αναπτυγμένης αγοράς, με εφαρμογή τον Σεπτέμβριο του 2026, αποτελεί τον πρώτο, απτό καταλύτη. Παράλληλα, ο STOXX διατηρεί τη χώρα στη λίστα παρακολούθησης, με κρίσιμη επανεξέταση τον Απρίλιο, ενώ δεν αποκλείεται και η έναρξη επίσημης διαβούλευσης από τον MSCI για μελλοντική αναβάθμιση.
Παρά αυτή τη θεσμική δυναμική, η Morgan Stanley τονίζει ότι οι περισσότεροι επενδυτές αναπτυγμένων αγορών παραμένουν ακόμη υπο-επενδεδυμένοι στην Ελλάδα. Το παράδοξο είναι εμφανές: τα θεμελιώδη βελτιώνονται, αλλά η χώρα δεν έχει ακόμη ενσωματωθεί πλήρως στις στρατηγικές των DM χαρτοφυλακίων.
Η εικόνα αυτή στηρίζεται σε καθαρά μακροοικονομικά δεδομένα. Η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται με ρυθμούς περίπου διπλάσιους της Ευρωζώνης, με το πραγματικό ΑΕΠ να εκτιμάται γύρω στο 2% για την περίοδο 2026-2027. Ιδιωτική κατανάλωση και επενδύσεις αποτελούν τους βασικούς πυλώνες, με το Ταμείο Ανάκαμψης να λειτουργεί ως μηχανισμός μακράς πνοής, λόγω της χρονικής υστέρησης μεταξύ εκταμίευσης και πραγματικής απορρόφησης.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η Bank of America. Ο αμερικανικός οίκος βλέπει ανάπτυξη 1,8% το 2026, σχεδόν διπλάσια από την Ευρωζώνη, και πληθωρισμό κοντά στο 1,9%. Οι αναλυτές της μιλούν για ένα ισορροπημένο μείγμα επενδύσεων, κατανάλωσης και τουρισμού, σε συνδυασμό με ένα δημοσιονομικό προφίλ που χαρακτηρίζεται χωρίς περιστροφές «εξαιρετικό».
Φθηνές μετοχές στο ΧΑ με ώριμες προοπτικές
Σε αντίθεση με τα ελληνικά κρατικά ομόλογα, που έχουν πλέον συγκλίνει με την ευρωπαϊκή περιφέρεια, οι ελληνικές μετοχές παραμένουν ελκυστικά αποτιμημένες. Το κόστος ιδίων κεφαλαίων έχει μειωθεί, αλλά δεν έχει ακόμη εξαντλήσει το περιθώριο σύγκλισης, κυρίως λόγω της υψηλής στάθμισης των τραπεζών στους βασικούς δείκτες.
Δεν είναι τυχαίο ότι τόσο η Morgan Stanley όσο και η Bank of America δίνουν σαφή έμφαση στον τραπεζικό κλάδο. Οι ισολογισμοί έχουν εξυγιανθεί, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια κινούνται σε χαμηλά μονοψήφια επίπεδα, η διανομή μερισμάτων έχει επανεκκινήσει και οι προοπτικές οργανικής πιστωτικής επέκτασης ενισχύονται από τη ζήτηση εταιρικών δανείων και τη διεύρυνση σε δραστηριότητες διαχείρισης κεφαλαίων και ασφαλιστικών εργασιών.
Η Goldman Sachs πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα, μιλώντας ανοιχτά για δομική αλλαγή υποδείγματος. Κατά τον οίκο, η Ελλάδα αναπτύσσεται επειδή δημιουργεί νέο παραγωγικό δυναμικό και όχι επειδή ανακτά απώλειες του παρελθόντος. Οι επενδύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, η ενίσχυση της απασχόλησης, η αύξηση της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό και η σταδιακή άνοδος της παραγωγικότητας συνθέτουν μια οικονομία με βάθος και αντοχή.
Ακόμη και οι προκλήσεις του 2025, ήτοι, η δημοσιονομική εξομάλυνση, η κλιματική πίεση και ο πιο “ώριμος” τουρισμός, δεν θεωρούνται ανασταλτικοί παράγοντες. Αντιθέτως, λειτουργούν ως τεστ ανθεκτικότητας που η ελληνική οικονομία φαίνεται πλέον ικανή να περάσει.
Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η J.P. Morgan, η οποία εντάσσει την Ελλάδα στη στρατηγική overweight για το 2026. Η τράπεζα θεωρεί ότι η χώρα θα παραμείνει η ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία της Ευρωζώνης, με φθηνές αποτιμήσεις και ισχυρή σχέση κινδύνου-απόδοσης. Ενδεικτικό είναι ότι το βασικό της σενάριο δίνει περιθώριο ανόδου 18% για τον MSCI Greece έως το τέλος του 2026. Στο επίκεντρο αυτής της στρατηγικής τοποθετείται η Τράπεζα Πειραιώς, η οποία συγκαταλέγεται στις κορυφαίες επιλογές της J.P. Morgan για ολόκληρη την περιοχή CEEMEA. Η μετοχή παραμένει φθηνή με βάση τα θεμελιώδη, διαπραγματεύεται κοντά στις 8 φορές τα κέρδη του 2026 και προσφέρει, κατά τον οίκο, ισχυρά περιθώρια επαναξιολόγησης καθώς διευρύνεται η επενδυτική βάση.
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Σουηδία: Η αστυνομία ερευνά «σοβαρό περιστατικό» στην πόλη Μπόντεν
- Ισραηλινός στρατός: Σκοτώσαμε μαχητή της ιρανικής Δύναμης Κουντς με πλήγμα στον Λίβανο
- Στα μπλόκα και τα Χριστούγεννα οι αγρότες – Σύσκεψη την Κυριακή για τα επόμενα βήματα
- Σαρωτικοί έλεγχοι της τροχαίας για αλκοτέστ – Σε 7.000 ελέγχους εντοπίστηκαν 87 παραβάτες