Έγινε διεθνώς γνωστή χορεύοντας ξυπόλητη μάμπο στην ταινία «Και ο Θεός Έπλασε τη Γυναίκα», με τα ανακατεμένα μαλλιά της και την έντονη ενέργειά της να ακτινοβολούν μια σεξουαλικότητα που μαγνητίζει και που σπάνια είχε δει κάποιος ως τότε στον mainstream κινηματογράφο.

Ένα παγκόσμιο ίνδαλμα γεννήθηκε: η Μπριζίτ Μπαρντό.

1

Σε ηλικία μόλις 21 ετών, σκανδάλισε τους λογοκριτές και γοήτευσε το κοινό. Η απελευθερωμένη ερμηνεία της στην ταινία του 1956, που γυρίστηκε από τον σύζυγό της Ροζέ Βαντίμ, σηματοδότησε μια αποφασιστική ρήξη με τις σεμνές ηρωίδες της προηγούμενης εποχής.

Η Μπριζίτ Μπαρντό, η οποία συχνά αναφέρεται στη Γαλλία απλώς ως «B.B.» και της οποίας τα τελευταία χρόνια της ζωής της χαρακτηρίστηκαν από εκστρατείες για τα δικαιώματα των ζώων και από ακροδεξιές πολιτικές συμπάθειες, πέθανε σε ηλικία 91 ετών, ανακοίνωσε σήμερα το ίδρυμά της. Η αιτία δεν έγινε άμεσα γνωστή.

Ακολουθεί τις κλίσεις της

Γεννημένη στο Παρίσι στις 28 Σεπτεμβρίου 1934, η Μπαρντό μεγάλωσε σε ένα μια οικογένεια της ανώτερης μεσαίας τάξης. Περιέγραφε τον εαυτό της ως ένα ντροπαλό, αμήχανο παιδί που «φορούσε γυαλιά και είχε μακριά ίσια μαλλιά».

Στα 15 της χρόνια, ωστόσο, κοσμούσε το εξώφυλλο του περιοδικού Elle, ξεκινώντας μια καριέρα ως μοντέλο που σύντομα οδήγησε στον κινηματογράφο.

Ο χαρακτήρας της Μπαρντό στην ταινία «Και ο Θεός Έπλασε τη Γυναίκα» ήταν η ενσάρκωση της απελευθερωμένης θηλυκότητας. Η αμφισβήτηση ωστόσο τροφοδότησε την απήχησή της. Η Μπαρντό έγινε σύμβολο της Γαλλίας των δεκαετιών του 1950 και του 1960.

Η γοητεία της επεκτάθηκε πολύ πέρα από τον γαλλικό κινηματογράφο. Στα 15 του, ο Μπομπ Ντίλαν λέγεται ότι έγραψε το πρώτο του τραγούδι γι’ αυτήν, το «Song for Brigitte» που δεν κυκλοφόρησε ποτέ, ενώ ο Άντι Γουόρχολ ζωγράφισε το πορτρέτο της.

Η ικανότητα της Μπαρντό να ανατρέπει τους παραδοσιακούς ρόλους των φύλων την έκανε όχι μόνο σύμβολο του σεξ, αλλά και ίνδαλμα της ποπ κουλτούρας και σημείο αναφοράς για την αλλαγή των κοινωνικών απόψεων.

Το 1959, η Σιμόν ντε Μποβουάρ έγραψε ένα άρθρο για το περιοδικό Esquire, στο οποίο εξήρε την έντονη αίσθηση ελευθερίας της Μπαρντό. «Η Μπε.Μπε δεν προσπαθεί να σκανδαλίσει», έγραψε η φεμινίστρια φιλόσοφος. «Ακολουθεί τις κλίσεις της. Τρώει όταν πεινάει και κάνει έρωτα με την ίδια απροσχημάτιστη απλότητα.

«Τα ηθικά κενά μπορούν να διορθωθούν, αλλά πώς θα μπορούσε η Μπε.Μπε να θεραπευτεί από αυτή την εκθαμβωτική αρετή – την αυθεντικότητα; Είναι η ίδια της η ουσία». Η Ντε Μποβουάρ κατέληξε: «Ελπίζω να ωριμάσει, αλλά όχι να αλλάξει».

Με έχουν απογοητεύσει πολλές φορές

Παρά την επιρροή της, η Μπαρντό θεωρούσε ότι η ζωή μιας διασημότητας την απομονώνει. Συχνά μιλούσε για το ότι ήταν αιχμάλωτη της ίδιας της της φήμης, ανίκανη να απολαύσει τις απλές χαρές της ζωής.

«Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί πόσο φρικτό ήταν, μια τέτοια δοκιμασία», αναλογίστηκε δεκαετίες αργότερα. «Δεν μπορούσα να συνεχίσω να ζω έτσι».

Η προσωπική της ζωή σημαδεύτηκε από τέσσερις γάμους, από σχέσεις που πήραν μεγάλη δημοσιότητα και από τεκμηριωμένες μάχες με την κατάθλιψη.

Στα 26α γενέθλιά της βρέθηκε αναίσθητη σε ένα σπίτι στη Γαλλική Ριβιέρα έπειτα από απόπειρα αυτοκτονίας. Φήμες για μια ακόμη απόπειρα αυτοκτονίας κυκλοφόρησαν χρόνια αργότερα, όταν ακύρωσε μυστηριωδώς ένα πάρτι για τα 49α γενέθλιά της και στη συνέχεια εμφανίστηκε στο νοσοκομείο.

Παράλληλα με την υποκριτική, η Μπαρντό είχε μια επιτυχημένη μουσική καριέρα. Οι συνεργασίες της με τον τραγουδοποιό Σερζ Γκενσμπούρ, συμπεριλαμβανομένου του «Je t’aime … moi non plus», οδήγησαν στην αναγνώριση αλλά προκάλεσαν και αντιπαραθέσεις. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, έκανε το μοντέλο για μια προτομή της Μαριάν, της αλληγορικής, γυναικείας μορφής που προσωποποιεί τη Γαλλική Δημοκρατία και τις αξίες της.

Αλλά η Μπαρντό δεν έβρισκε ιδιαίτερη ικανοποίηση στους επαίνους που συγκέντρωνε. «Ήμουν πολύ χαρούμενη, πολύ πλούσια, πολύ όμορφη, πολύ κολακευμένη, πολύ διάσημη και πολύ δυστυχισμένη», δήλωσε στο περιοδικό Paris Match περίπου την εποχή των 50ών γενεθλίων της. «Έχω απογοητευτεί πολλές φορές. Είχα πραγματικά τρομερές απογοητεύσεις στη ζωή μου. Γι’ αυτό επέλεξα να αποσυρθώ, να ζήσω μόνη μου».

Αυτός είναι ο αγώνας που θέλνω να δώσω

Η Μπαρντό γύρισε την τελευταία από τις 42 ταινίες της το 1973. Απογοητευμένη από τη βιομηχανία, δήλωσε ότι ο κόσμος του κινηματογράφου είναι «σάπιος» και εγκατέλειψε τη δημόσια ζωή.

«Θα έχω αφιερώσει 20 χρόνια από τη ζωή μου στον κινηματογράφο, αρκούν», είπε σε μια τηλεοπτική συνέντευξη εκείνη την εποχή.

Εγκαταστάθηκε στο γαλλικό θέρετρο του Σεν Τροπέ, όπου βρήκε παρηγοριά ανάμεσα στα ζώα και το μεσογειακό τοπίο.

Εκεί, ξεκίνησε μια παθιασμένη υπεράσπιση της ευημερίας των ζώων. «Αυτός είναι ο μόνος αγώνας που θέλω να δώσω, η μόνη κατεύθυνση που θέλω να δώσω στη ζωή μου», είπε η Μπαρντό το 2013.

Η αφοσίωσή της στα ζώα έγινε θρυλική. Το 1986, ίδρυσε το Ίδρυμα Μπριζίτ Μπαρντό για την Ευημερία και την Προστασία των Ζώων, δημοπρατώντας προσωπικά της ενθύμια την επόμενη χρονιά για να συγκεντρώσει χρήματα για τον σκοπό της.

Η Μπαρντό υποστήριξε προβεβλημένους ακτιβιστές, όπως τον ακτιβιστή κατά της φαλαινοθηρίας Πολ Γουότσον, και αγωνίστηκε σθεναρά κατά της κακοποίησης των ζώων, απειλώντας κατά καιρούς να εγκαταλείψει τη Γαλλία λόγω αντιπαραθέσεων για την ευημερία των ζώων.

Όταν ο ηθοποιός Ζεράρ Ντεπαρντιέ αποδέχτηκε τη ρωσική υπηκοότητα έπειτα από δημόσια διαμάχη με τις γαλλικές αρχές, το 2013, η Μπαρντό απείλησε να ακολουθήσει το παράδειγμά του αν η Γαλλία θανάτωνε δύο άρρωστους ελέφαντες τσίρκου.

Για μεγάλο μέρος των τελευταίων χρόνων της ζωής της, η Μπαρντό ζούσε μόνη στο Σεν Τροπέ, με τη συντροφιά πολυάριθμων γάτων, σκύλων και αλόγων.

Αυτό το πάθος, όπως συχνά υπαινισσόταν, ήταν το αντίδοτο για τις απογοητευτικές της σχέσεις. «Έδωσα την ομορφιά μου και τα νιάτα μου στους άντρες», είπε κάποτε. «Θα δώσω τη σοφία και την εμπειρία μου στα ζώα».

Ο φεμινισμός δεν είναι το φόρτε μου

Καθώς γιγαντωνόταν ο ακτιβισμός της, αυξάνονταν και οι αντιδράσεις στις πολιτικές της δηλώσεις.

Τα δημόσια σχόλια της Μπαρντό για τη μετανάστευση, το ισλάμ και την ομοφυλοφιλία οδήγησαν σε μια σειρά από καταδίκες για υποκίνηση φυλετικού μίσους.

Μεταξύ 1997 και 2008, της επιβλήθηκε πρόστιμο έξι φορές από τα γαλλικά δικαστήρια για τα σχόλιά της, ιδίως εκείνα που στόχευαν τη μουσουλμανική κοινότητα της Γαλλίας.

Σε μια περίπτωση, δικαστήριο του Παρισιού της επέβαλε πρόστιμο 15.000 ευρώ επειδή περιέγραψε τους μουσουλμάνους ως «αυτόν τον πληθυσμό που μας καταστρέφει, καταστρέφει τη χώρα μας επιβάλλοντας τις πράξεις του».

Το 1992, παντρεύτηκε τον Μπερνάρ ντ’Ορμάλ, πρώην σύμβουλο του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου, και αργότερα υποστήριξε δημόσια τους διαδοχικούς ηγέτες του κόμματος, τον Ζαν-Μαρί Λεπέν και την κόρη του, Μαρίν Λεπέν. Η Μπαρντό χαρακτήρισε την Λεπέν «Ιωάννα της Λωραίνης του 21ου αιώνα».

Ωστόσο, παρά τις πολωτικές απόψεις της, η επιρροή της Μπαρντό άντεξε, είτε στη μόδα – με τα μέσα ενημέρωσης να αναφέρονται σε τακτικές επιστροφές του χαρακτηριστικού χτενίσματός της – είτε μέσω συχνών ντοκιμαντέρ και βιβλίων που εξυμνούσαν τη σπάνια επίδρασή της στον γαλλικό κινηματογράφο.

Ερωτηθείσα από το γαλλικό κανάλι BFM TV τον Μάιο του 2025 αν θεωρούσε τον εαυτό της σύμβολο της σεξουαλικής επανάστασης, είπε: «Όχι, γιατί πριν από εμένα, είχαν ήδη συμβεί πολλές αγριότητες – δεν με περίμεναν. Ο φεμινισμός δεν είναι το φόρτε μου. Μου αρέσουν οι άντρες».

Στην ίδια συνέντευξη, ρωτήθηκε πόσο συχνά αναλογιζόταν την κινηματογραφική της καριέρα. «Δεν το σκέφτομαι», απάντησε, «αλλά δεν το απορρίπτω, γιατί χάρη σε αυτό είμαι γνωστή παντού στον κόσμο ως κάποια που υπερασπίζεται τα ζώα».

 

Διαβάστε επίσης 

Στα δικαστήρια ο τράπερ Ivan Greko μετά την σύλληψή του – Δεν ισχύει ότι παραβίασε τα περιοριστικά μέτρα, λέει ο δικηγόρος του

Άννα Βίσση: Ο εγγονός της Νέστορας τραγουδάει το «Σε περίπτωση που» και εκείνη λιώνει (βίντεο)

Χώρισαν Φίλιππος Τσαγκρίδης και Κάθριν Εμπειρίκου – Τι έβαλε τέλος στην σχέση τους