ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Ακριβότερο αναμένεται να είναι το φετινό χριστουγεννιάτικο τραπέζι, όπως δήλωσε ο γενικός γραμματέας Εμπορίας και Προστασίας Καταναλωτών, Σωτήρης Αναγνωστόπουλος. Συγκεκριμένα, εκτίμησε ότι η συνολική επιβάρυνση θα κινηθεί μεταξύ 4% και 7%, διευκρινίζοντας πως η αύξηση αυτή οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στις ανατιμήσεις των κρεάτων.
Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, στο ΕΡΤnews Radio, «αν επιχειρήσουμε έναν μέσο υπολογισμό, η επιβάρυνση στο οικογενειακό τραπέζι προκύπτει καθαρά και μόνο από την άνοδο των τιμών στο κρέας», επισημαίνοντας ότι πρόκειται για το βασικότερο στοιχείο κόστους των ημερών.
Μεσοσταθμική αύξηση 2,5% στα τρόφιμα
Ο κ. Αναγνωστόπουλος σημείωσε ότι, συνολικά, οι τιμές στα τρόφιμα αυξάνονται μεσοσταθμικά κατά περίπου 2,5%, ωστόσο η εικόνα διαφοροποιείται έντονα στην κατηγορία των κρεάτων, όπου οι ανατιμήσεις είναι αισθητά υψηλότερες.
Αναφερόμενος σε εκτιμήσεις περί αυξήσεων της τάξης του 30% ή 40% που επαναλαμβάνονται κάθε χρόνο, τόνισε ότι δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Όπως εξήγησε, αν ίσχυαν τέτοια ποσοστά επί σειρά ετών, οι τιμές θα είχαν πολλαπλασιαστεί, κάτι που δεν έχει συμβεί.
Παράλληλα, υπογράμμισε ότι το τελικό κόστος εξαρτάται από τις επιλογές κάθε νοικοκυριού, ωστόσο σχεδόν όλοι οι καταναλωτές θα περιλαμβάνουν κρέας στο εορταστικό τραπέζι, γεγονός που καθιστά αναπόφευκτη την επιβάρυνση.
«Το μοσχάρι είναι ο βασικός παράγοντας αύξησης»
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στο μοσχάρι, το οποίο –όπως είπε– αποτελεί τον κύριο λόγο της φετινής ανόδου. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, η τιμή του εμφανίζει αύξηση που ξεπερνά το 25% σε σχέση με πέρυσι, μια εξέλιξη σχεδόν πρωτοφανή.
Η αιτία, όπως εξήγησε, εντοπίζεται σε παγκόσμια προβλήματα προσφοράς βοοειδών, τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παρά την άνοδο των τιμών, η ζήτηση για μοσχάρι παραμένει υψηλή διεθνώς, δημιουργώντας έναν συνδυασμό που πιέζει περαιτέρω τις τιμές.
Χοιρινό και πουλερικά οι πιο συνηθισμένες επιλογές
Για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, οι περισσότεροι καταναλωτές στρέφονται στο χοιρινό και στα πουλερικά –κυρίως γαλοπούλα– ενώ σε μικρότερο βαθμό επιλέγεται το αρνί. Στο χοιρινό οι αυξήσεις κυμαίνονται περίπου στο 4,5%–5%, ενώ αντίστοιχη είναι η εικόνα και στα πουλερικά.
Παρότι τα ποσοστά αυτά υπερβαίνουν τον μέσο πληθωρισμό, παραμένουν σαφώς χαμηλότερα σε σύγκριση με το μοσχάρι. Όπως σημείωσε ο κ. Αναγνωστόπουλος, αρκετοί καταναλωτές περιορίζουν ή εγκαταλείπουν το μοσχάρι, επιλέγοντας άλλες μορφές κόκκινου ή λευκού κρέατος, αν και η αύξηση στο μοσχάρι επηρεάζει συνολικά την αγορά κρέατος.
Τι συμβαίνει με γλυκά, φρούτα και λαχανικά
Στα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα γλυκά, όπως μελομακάρονα και κουραμπιέδες, οι τιμές παραμένουν σταθερές ή και ελαφρώς χαμηλότερες, εφόσον δεν περιέχουν σοκολάτα. Αντίθετα, όπου χρησιμοποιείται σοκολάτα, παρατηρούνται αυξήσεις, καθώς η διεθνής τιμή του κακάο έχει ανέβει περίπου 20% σε ετήσια βάση.
Ωστόσο, όπως ανέφερε, υπάρχουν ενδείξεις αποκλιμάκωσης τους επόμενους μήνες, καθώς οι διεθνείς τιμές του κακάο έχουν αρχίσει να υποχωρούν, κάτι που αναμένεται σταδιακά να περάσει και στα τελικά προϊόντα.
Στα φρούτα, οι τιμές είναι υψηλότερες σε σχέση με πέρυσι, κυρίως λόγω εποχικών παραγόντων, ενώ στα λαχανικά καταγράφονται σημαντικές μειώσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι πατάτες, όπου η τιμή είναι μειωμένη κατά περίπου 10% σε ετήσια βάση.
Αγροτικές κινητοποιήσεις
Αναφερόμενος στις αγροτικές κινητοποιήσεις, ο κ. Αναγνωστόπουλος τόνισε ότι προς το παρόν δεν παρατηρούνται ελλείψεις στην αγορά. Ωστόσο, προειδοποίησε πως αν η κατάσταση παραταθεί, το αυξημένο κόστος ενδέχεται να μετακυλιστεί στους καταναλωτές.
Κλείνοντας, επεσήμανε ότι δεν υπάρχει ένα ενιαίο «χριστουγεννιάτικο καλάθι», καθώς τα τραπέζια διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους. Οι δύο βασικοί παράγοντες που καθορίζουν το τελικό κόστος είναι οι προσωπικές επιλογές και –κυρίως– η έρευνα αγοράς, η οποία μπορεί να κάνει αισθητή διαφορά στο τελικό ποσό που θα πληρώσει κάθε νοικοκυριό.