Η ιστορία του Cavo Paradiso δεν είναι απλώς μια business επιτυχία. Είναι ένα case study για το πώς ένα κομμάτι βράχου, «δοσμένο» με την πατρική ευχή, γίνεται brand που αναγνωρίζεται διεθνώς. Ο Νίκος Δακτυλίδης, βέρος Μυκονιάτης, ξεκίνησε στις αρχές των ’90s με την απλή ιδέα ενός all day bar πάνω από το Paradise.

Χωρίς θόρυβο, με δουλειά, με ρίσκο (και με εκείνο το σοβαρό ατύχημα που τον έκανε να επιστρέψει δυνατότερος), έστησε έναν χώρο που φιλοξένησε από Digweed μέχρι Peggy Gou, έγινε «προσκύνημα» για τους κορυφαίους DJs και τους λάτρεις της ηλεκτρονικής μουσικής, κι έγραψε ιστορίες όπως εκείνο το αδιανόητο 11ωρο σετ που έκανε τη νύχτα… μεσημέρι.

1

Δεν επένδυσε μόνο σε μεγάλα ονόματα. Επένδυσε σε συνέπεια, φιλοξενία, αξιοπρέπεια. Χωρίς κραυγές και selfies, είναι η πρώτη ύλη που αργότερα μετέφερε —μαζί με τους συνεργάτες του— στον αθλητισμό.

Ο άνθρωπος που βάζει καύσιμα και… ψυχή

Στον αντίποδα της νύχτας, ο ήρεμος, εργατικός κόσμος της ημέρας: ο Αλέκος Αγγελετάκης. Από το 1986, με το πρατήριο καυσίμων στη Γλάστρο, φρόντισε να κινείται το νησί — αυτοκίνητα, μηχανές, σκάφη, θέρμανση, service ελαστικών. Όμως το πραγματικό fuel που έβαλε ήταν στο τοπικό αθλητικό οικοσύστημα: χορηγίες, πράξεις αθόρυβες, στήριξη σε ακαδημίες και σωματεία, πάντα «μακριά από τα φώτα».

Από συνέντευξη του Αγγελετάκη στο “Φως των Σπορ”

Οι ανακοινώσεις ευχαριστιών από την ΑΕ Μυκόνου δεν είναι τυπικές: είναι αναγνώριση ενός ανθρώπου που βάζει πλάτη εκεί που άλλοι απλώς φωτογραφίζονται.

Κι όταν ήρθε η ώρα να γίνει το μεγάλο βήμα, ο Αγγελετάκης δεν στάθηκε μόνο στο ταμείο. Στάθηκε μπροστά: έδωσε «λευκή επιταγή» στον προπονητή, μίλησε για μοντέλο διοίκησης όπου αποφασίζει το «εμείς», έβαλε στόχους για γήπεδο, κερκίδες, αποδυτήρια, αίθουσα Τύπου — όλα όσα απαιτεί ο ΕΣΑΚΕ για να σταθεί επαγγελματικά μια ομάδα.

Προϊόν, εμπειρία, αναμνήσεις

Η άνοδος της Μυκόνου στην Greek Basketball League δεν είναι ήταν τυχαία. Είναι αποτέλεσμα ωρίμανσης ενός project που συνδύασε τρεις κρίσιμους άξονες.

-Σπάνιο για ελληνικά δεδομένα, το διοικητικό μοντέλο του ΑΟ Μυκόνου δούλεψε με πλειοψηφίες, με ρόλους, με ορίζοντα. Ο σχεδιασμός έγινε διετίας, όχι… της τελευταίας αγωνιστικής.

-Η δουλειά στο κλειστό, οι μελέτες για διώροφη κερκίδα, οι επαφές με ΕΣΑΚΕ και η δρομολόγηση όλων των απαραίτητων παρεμβάσεων — από θύρες και πάγκους μέχρι αίθουσα Τύπου — σηματοδοτούν σοβαρή είσοδο στο επαγγελματικό περιβάλλον.

-Η συμφωνία ονοματοδοσίας (Μύκονος Betsson BC) σηματοδοτεί το «πέρασμα» σε νέα εποχή.

Παράλληλα, η δημιουργία της Boutique A.O.M Ε.Ε. στο αεροδρόμιο, από Δακτυλίδη και Αγγελετάκη, με retail αθλητικού εξοπλισμού και εμπορία διαφημιστικών ειδών (μπλουζάκια, μπρελόκ, αναπτήρες), είναι textbook ενσωμάτωση της ομάδας στο brand-economy του νησιού.

Δεν είναι απλώς merchandising — είναι statement: η Μύκονος παράγει προϊόν, εμπειρία, αναμνήσεις. Παράλληλα, η εταιρεία θα παρέχει και άλλες δραστηριότητες, όπως υπηρεσίες κρατήσεων για εισιτήρια εκδηλώσεων και ψυχαγωγίας

Από το Cavo στο παρκέ

Οι εικόνες του πάρτι ανόδου στο Cavo Paradiso δεν ήταν μια «φιγούρα». Ήταν το φυσικό DNA ενός οργανισμού που στήθηκε πάνω σε δύο κουλτούρες που φαίνονται αντίθετες, αλλά τελικά συμπληρώνονται: η αυστηρή επαγγελματικότητα της φιλοξενίας υψηλών απαιτήσεων και η ομαδικότητα του αθλητισμού. Ο πρόεδρος υποσχέθηκε γλέντι, ο αντιπρόεδρος έδωσε τον τόπο, οι παίκτες και ο κόσμος έφεραν το πάθος.

Ο Νίκος ∆ακτυλίδης (δεξιά στη φωτ. με τον DJ Ντέιβιντ Γκουέτα) δηµιούργησε στη Μύκονο ένα από τα πιο φηµισµένα κλαµπ στον πλανήτη

Από κει και πέρα, τα… νούμερα της πραγματικότητας: σε ένα νησί όπου το housing και το κόστος ζωής διπλασιάζουν κάθε μπάτζετ, η διοίκηση μίλησε νωρίς και καθαρά — «αν στην Αθήνα χρειάζεσαι 400 χιλιάδες, εδώ θέλεις 800». Αυτό δεν είναι γκρίνια· είναι διαφάνεια προς χορηγούς και κοινό, άρα αξιοπιστία.

Οι άνθρωποι πρώτα

Όσοι συνεργάστηκαν με Δακτυλίδη και Αγγελετάκη, μιλούν για χαμηλούς τόνους, συνέπεια, αποστροφή στην προσωπική προβολή. Όταν οι «χωροχρόνοι» της διασκέδασης και του αθλητισμού σε σπρώχνουν σε προβολή, το να μένεις πίσω από τα φώτα είναι επιλογή χαρακτήρα και στρατηγικής. Στις δηλώσεις μετά την άνοδο, πρώτη αναφορά ήταν στους φιλάθλους, στον Δήμο, στην Περιφέρεια, στους εθελοντές, στους συνεργάτες. Αυτή η κουλτούρα explain-first, brag-never είναι που εμπνέει παίκτες, προπονητές, μικρά παιδιά στις ακαδημίες να βλέπουν την ομάδα ως οικογένεια.

Κάθε κοπή πίτας, κάθε βράβευση, κάθε δώρο σε παιδί της ακαδημίας, κάθε ευχαριστήρια ανακοίνωση προς τοπικές επιχειρήσεις είναι ένα «ναι» σε μια ιδέα: το μπάσκετ της Μυκόνου δεν είναι «event», είναι κοινότητα.

Ρόστερ επιπέδου, στόχος ρεαλιστικός

Η φετινή Μύκονος χτίστηκε με μίξη εμπειρίας και ποιότητας (Έβανς, Ρέι, Κάναντι, Χέσον, Γκρέι, Μουρ, Κάββαδας, Γερομιχαλός, Μπιλλής), με Έλληνες που ξέρουν την κατηγορία και με την τεχνική ηγεσία του Βαγγέλη Ζιάγκου δεσμευμένη μέχρι το 2027. Ο στόχος; Ξεκάθαρος: παραμονή και ταυτότητα. Όχι πυροτέχνημα· όχι «όνομα χωρίς γήπεδο».

Η ταχύτητα στα παρκέ θα ακολουθήσει τον ρυθμό που έδειξαν ήδη στα επιχειρηματικά: σταθερά, με πρόγραμμα, με υποδομή.

Σε μια χώρα που συχνά ταυτίζει τη Μύκονο με το πρόσκαιρο και το lifestyle, δυο επιχειρηματίες έδειξαν ότι σοβαρότητα και όνειρο συνυπάρχουν. Ο Δακτυλίδης, με το Cavo Paradiso, απέδειξε πως ένα ελληνικό brand μπορεί να σταθεί πλάι στα κορυφαία του κόσμου χωρίς να αλλοιώσει την ψυχή του.

Ο Αγγελετάκης, με μια οικογενειακή επιχείρηση καυσίμων που έγινε σημείο αναφοράς, απέδειξε πως το «τοπικό» μπορεί να είναι πρότυπο επαγγελματισμού. Μαζί, με την ομάδα τους, έστησαν μια Μύκονο που γιορτάζει όταν πρέπει και δουλεύει όταν πρέπει.

Και τώρα, με ονοματοδοσία, retail παρουσία, ακαδημίες, υποδομές και μια αγορά που αγαπά το δυνατό αφήγημα, το project έχει όλα τα συστατικά για να αφήσει σημάδι στη μεγάλη κατηγορία. Όχι μόνο με τρίποντα, αλλά με μια ολιστική προσέγγιση που φτιάχνει αξία για το νησί: οικονομική, κοινωνική, πολιτισμική.

«Όλοι Μύκονο», αλλά με κανόνες

Η Μύκονος μπήκε στην GBL με την τόλμη της νύχτας και την πειθαρχία της ημέρας. Με ανθρώπους που δεν έβαλαν τον εαυτό τους μπροστά, αλλά την ιδέα. Με μπλουζάκια και merch που δεν είναι «φανέλα» μόνο — είναι ταυτότητα. Με υπουργικά γραφεία που άκουσαν ανάγκες και με διοικήσεις που έφεραν λύσεις.

Αν το ελληνικό μπάσκετ αναζητά νέα παραδείγματα βιωσιμότητας, ας κοιτάξει προς τον βράχο του Cavo και προς τη Γλάστρο. Εκεί όπου δυο υπέροχοι άνθρωποι —όπως τους περιγράφει η ίδια η κοινότητα του νησιού— συνεχίζουν να διαπρέπουν: να δημιουργούν, να στηρίζουν, να ονειρεύονται. Και να αποδεικνύουν πως, όταν το «εμείς» προηγείται του «εγώ», ο δρόμος από την αμμουδιά ως τα σαλόνια του μπάσκετ είναι… μονόδρομος.