• Κοινωνία

    Ποτέ ξανά: Η μεγαλύτερη τραγωδία στην ιστορία της ανθρωπότητας ξαναζωντανεύει

    Άουσβιτς


    «Κάθε άνθρωπος που αγαπά την ελευθερία, χρωστάει στον Κόκκινο Στρατό περισσότερα από ό,τι μπορεί ποτέ να πληρώσει» – Έρνεστ Χέμινγουεϊ

    Το 1940, ο ανώτατος αρχηγός των Ες Ες, του στρατού της εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας, Χάινριχ Χίμλερ, δίνει διαταγή να κατασκευαστεί στο Άουσβτις το μεγαλύτερο συγκρότημα στρατοπέδων.

    Και τότε, η πιο μαύρη σελίδα στην ιστορία της ανθρωπότητας ξεκινά να γράφεται…

    Στις 27 Ιανουαρίου του 1945, το 322ο τάγμα πεζικού του Κόκκινου Στρατού μπαίνει στο στρατόπεδο του Άουσβιτς, προελαύνοντας από τα ανατολικά. Η ναζιστική διοίκηση είχε προσπαθήσει να «εκκενώσει» το κολαστήριο τις προηγούμενες 10 ημέρες, είτε εκτελώντας τους κρατουμένους, είτε βγάζοντάς τους σε πορείες που τους οδήγησαν στον θάνατο. Η κατάσταση όσων είχαν μείνει πίσω ήταν τέτοια, που περίπου οι μισοί από αυτούς πέθαναν, παρά την ιατρική φροντίδα που τους παρασχέθηκε μετά την απελευθέρωσή τους.

    Το 1979, το Άουσβιτς συμπεριλαμβάνεται στα Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.

    Στις 2 Νοεμβρίου του 2005, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ αποφασίζει να ανακηρύξει την 27η Ιανουαρίου Διεθνή Ημέρα μνήμης για τα θύματα του Ολοκαυτώματος από το ναζιστικό καθεστώς κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Είχε προηγηθεί, ένα χρόνο πριν, το 2004, η απόφαση της Βουλής των Ελλήνων να καθιερώσει την 27η Ιανουαρίου ως ημέρα μνήμης και τιμής για τους Έλληνες Εβραίους που έχασαν τη ζωή τους στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, αλλά και για όσους με θάρρος και αυταπάρνηση έσωσαν συμπολίτες τους από βέβαιο θάνατο.

    Το σχέδιο της απόφασης αυτής, που υποβλήθηκε από το Ισραήλ και υποστηρίχθηκε από 89 χώρες, «καλεί τα κράτη – μέλη να επεξεργαστούν προγράμματα εκπαίδευσης που θα μεταδώσουν στις μελλοντικές γενεές τα διδάγματα του Ολοκαυτώματος και να βοηθήσουν να προλαμβάνονται πράξεις γενοκτονίας».

    Οι συγκλονιστικότερες ιστορίες της παγκόσμιας ιστορίας γράφτηκαν κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και την κυριαρχία της εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας, υπό την ηγεσία του Αδόλφου Χίτλερ. Μερικές από αυτές κρύβονται πίσω από τις σιδερένιες πόρτες του χώρου, που αποτελεί σήμερα το χαρακτηριστικότερο σύμβολο της ανθρώπινης αγριότητας και που υποδέχεται κάθε χρόνο χιλιάδες επισκέπτες, που θέλουν να δουν από κοντά τον χώρο όπου βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν άγρια τουλάχιστον 1,1 εκατ. άνθρωποι.

    Ένας περίπατος στον χώρο που αποτέλεσε σημείο βασανιστηρίων, αλλά και τάφο για τόσες ανθρώπινες ζωές προκαλεί δέος και συγκίνηση, αλλά και την ισχυρή επιθυμία να κάνει, καθένας από τη θέση του, ό,τι περνάει από το χέρι του για να μην επαναληφθεί ποτέ μια τέτοια ιστορία, ποτισμένη με τόσο μίσος, αλλά και τόσο αίμα.

    Ένα κομμάτι της ιστορίας γνωστό σε όλους, που δεν περνά αδιάφορο από κανέναν έως και σήμερα. Μία ιστορία, άλλωστε, που δεν μπορεί ποτέ να ξεχαστεί και που, ακόμη και σήμερα, πονά, καθώς οι επιζήσαντες της φρίκης είναι εδώ να μας θυμίζουν, με τις συγκλονιστικές μαρτυρίες τους, το μέγεθος που μπορεί να πάρει η ανθρώπινη αγριότητα, αν της επιτρέψουμε να κυριαρχήσει στις ανθρώπινες ψυχές.

    Το Άουσβιτς αποτελεί ίσως το κυριότερο σύμβολο αυτής της τραγικής και ντροπιαστικής για την ανθρωπότητα περιόδου.

    Αποτέλεσε το μεγαλύτερο και το κυριότερο στρατόπεδο συγκέντρωσης για τους συλληφθέντες της Ναζιστικής Γερμανίας, το μεγαλύτερο ποσοστό των οποίων αποτελούνταν από Εβραίους.

    Αιχμάλωτοι στο Άυσβιτς

     

    Λίγα λόγια για το κολαστήριο της ντροπής

    Η συνολική έκταση του Άουσβιτς – Μπιρκενάου ανερχόταν στα 40 km². Το μεγάλο στρατόπεδο συγκέντρωσης αποτελούνταν από τρία κύρια και 39 δευτερεύοντα στρατόπεδα.

    Τα τρία κύρια στρατόπεδα ήταν:

    Άουσβιτς Ι: Πρόκειται για το αρχικό στρατόπεδο συγκέντρωσης και το διοικητικό κέντρο ολόκληρου του συγκροτήματος. Εδώ δολοφονήθηκαν περίπου 70 χιλ. άνθρωποι, κυρίως Πολωνοί διανοούμενοι και σοβιετικοί αιχμάλωτοι. Στην πύλη του στρατοπέδου Ι παραμένει αναρτημένη η επιγραφή «ARBEIT MACHT FREI», δηλαδή «Η εργασία απελευθερώνει», μία από τις χαρακτηριστικότερες εικόνες του χώρου.

    Άουσβιτς ΙΙ Μπίρκεναου: Πρόκειται για έναν συμπληρωματικό χώρο και ένα δεύτερο στρατόπεδο εξόντωσης, όπου δολοφονήθηκαν περισσότεροι από 1,1 έως 1,5 εκατ. περίπου άνθρωποι, κυρίως Εβραίοι, Σίντι και Ρομά. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι κρατήθηκαν φυλακισμένοι εδώ, υπό άθλιες συνθήκες.

    Στις 26 Σεπτεμβρίου 1941, ο διοικητής του Άουσβιτς Ι, Ρούντολφ Ες, ο οποίος συχνά ταυτίζεται λανθασμένα με τον πολιτικό Ρούντολφ Ες, δέχτηκε τη διαταγή να χτίσει στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας για 100 χιλ. σοβιετικούς αιχμάλωτους στην περιοχή του Άουσβιτς. Το κατοπινό στρατόπεδο εξόντωσης Άουσβιτς ΙΙ Μπίρκεναου, δημιουργήθηκε κοντά στο πολωνικό χωριό Μπρζεζίνκα (ή αλλιώς Μπιρκενάου), σε απόσταση 1.200 μέτρων από το στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς Ι. Κατά την οικοδόμηση του Άουσβιτς ΙΙ, οι ναζιστές ανάγκασαν τους κατοίκους της Μπρζεζίνκα να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, ενώ οι αιχμάλωτοι του Άουσβιτς Ι τα γκρέμισαν, για να χρησιμοποιήσουν τα οικοδομικά υλικά στο νέο στρατόπεδο.

    Το Άουσβιτς ΙΙ είχε διαστάσεις 2 επί 2,5 χμ και ήταν διαιρεμένο σε διάφορα τμήματα, τα οποία επίσης χωρίζονταν σε τομείς. Οι τομείς αυτοί, όπως και ολόκληρο το στρατόπεδο, περιφράχτηκαν με ηλεκτροφόρο συρματόπλεγμα.

    Ενώ αρχικά προοριζόταν να γίνει στρατόπεδο εργασίας για αιχμαλώτους πολέμου και φυλακισμένους των SS, το Άουσβιτς ΙΙ άλλαξε λειτουργία μετά από λίγους μόνο μήνες. Την άνοιξη του 1942 δολοφονήθηκαν σοβιετικοί πολιτικοί κομισάριοι (στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος αποσπασμένα στον Κόκκινο Στρατό), όπως και ανίκανοι για εργασία φυλακισμένοι με το αέριο Κυκλώνας Β. Οι μητέρες και τα παιδιά τους, που κατά την κρίση των γιατρών του στρατοπέδου δεν μπορούσαν να εργαστούν, δολοφονούνταν επίσης με αέριο. αμέσως μετά την άφιξή τους στο στρατόπεδο.

    Από τον Απρίλιο ή τον Ιούλιο του 1942 και μετά (ο ακριβής χρόνος δεν έχει εξακριβωθεί), η πλειονότητα των Εβραίων που έφταναν στο στρατόπεδο θανατώνονταν αμέσως. Η ικανότητά τους για εργασία δεν είχε πλέον ιδιαίτερη σημασία, αφού το Άουσβιτς ΙΙ Μπίρκεναου είχε μετατραπεί από στρατόπεδο εργασίας σε στρατόπεδο εξόντωσης.

    Στο Άουσβιτς ΙΙ Μπίρκεναου υπήρχαν, σε 6 κτίρια, θάλαμοι αερίων, οι οποίοι δεν λειτουργούσαν, ωστόσο, όλοι συγχρόνως. Μέχρι το καλοκαίρι του 1943, χτίστηκαν και ενεργοποιήθηκαν τέσσερα κρεματόρια, τα οποία διέθεταν θαλάμους αερίων, έκτασης 100 τ.μ. και άνω. Τέσσερις εταιρίες είχαν αναλάβει την οικοδόμηση των κρεματορίων. Οι αποτεφρωτήρες σχεδιάστηκαν και κατασκευάστηκαν από την εταιρία J. A. Topf und Söhne, η οποία φρόντιζε και την συντήρησή τους.

    Άουσβιτς ΙΙΙ (Μόνοβιτς), στρατόπεδο εργασίας.

    Αιχμάλωτοι στο Άουσβιτς

    Τα περισσότερα θύματα έφθαναν με τρένο, συχνά μετά από πολυήμερα ταξίδια σε βαγόνια μεταφοράς ζώων. Το μεγαλύτερο σε διάρκεια καταγεγραμμένο ταξίδι αφορούσε στη μεταφορά αιχμαλώτων από τη Ρόδο και είχε συνολική διάρκεια 17 ημερών. Αφού έφταναν στον σταθμό της πόλης Άουσβιτς, στρατιώτες των SS τους οδηγούσαν στο στρατόπεδο. Το 1944, τοποθετήθηκαν ράγες που οδηγούσαν κατευθείαν στο εσωτερικό του στρατοπέδου.

    Συχνά, οι εκτοπισμένοι μεταφέρονταν κατευθείαν στους θαλάμους αερίων, ενώ άλλες φορές γινόταν προηγουμένως διαλογή από τους γιατρούς του στρατοπέδου, βάσει της οποίας χωρίζονταν οι αδύναμοι, γέροι και ασθενείς από τους ικανούς για εργασία. Συνήθως, ο περιβόητος Δρ. Γιόζεφ Μένγκελε ήταν ο υπεύθυνος στις διαλογές αυτές.

    Συνολικά, υπολογίζεται ότι εκτοπίστηκαν στο Άουσβιτς περισσότεροι από 1,3 εκατομμύρια άνθρωποι, από τους οποίους τουλάχιστον 1,1 εκατομμύρια εξοντώθηκαν.

    Περίπου 900.000 πέθαναν μετά την επιλογή που έγινε άμεσα, κατά την άφιξή τους. Άλλοι 200.000 άνθρωποι πέθαναν από ασθένειες, υποσιτισμό, βαρύτατη κακοποίηση, συνέπειες ιατρικών πειραμάτων ή δολοφονήθηκαν.

    Οι συνηθέστεροι τρόποι εκτέλεσης ήταν: Δηλητηρίαση με το αέριο Κυκλώνας Β σε ειδικούς θαλάμους (θάλαμοι αερίων), πυρά πυροβόλου όπλου, θανατηφόρα ένεση, απαγχονισμός, θάνατος από ασιτία.

    Οι κρατούμενοι που επιβίωναν της διαλογής εργάζονταν έπειτα στις βιομηχανικές εγκαταστάσεις που συνόρευαν με το στρατόπεδο ή σε παραρτήματα του Στρατοπέδου. Χρησιμοποιούνταν κυρίως για την παραγωγή συνθετικής βενζίνης ή συνθετικού ελαστικού (αποκαλούμενου Buna) για την εταιρεία IG Farben. Άλλες γερμανικές εταιρίες, όπως η Krupp, διατηρούσαν επίσης βιομηχανικές εγκαταστάσεις κοντά στο στρατόπεδο.

    Ο τρόπος αυτός της καταναγκαστικής εργασίας αποτελούσε για τα SS μια καλή ευκαιρία να αποκομίσει κέρδη σε βάρος των φυλακισμένων. Παράλληλα, στρατιώτες της SS, αλλά και υπάλληλοι των γερμανικών επιχειρήσεων, κακομεταχειρίζονταν αυθαίρετα τους εργαζόμενους, πολλοί από τους οποίους τελικά πέθαιναν εξαντλημένοι από την εργασία.

    Ένα μέρος του στρατοπέδου ήταν ξεχωριστό στρατόπεδο γυναικών. Σε άλλο μέρος, με την ονομασία «Kanada», γινόταν η ταξινόμηση και συλλογή της περιουσίας των δολοφονημένων φυλακισμένων, για να παραδοθεί κατόπιν στην γερμανική κυβέρνηση. Πολλοί Γερμανοί αξιωματικοί και στρατιώτες της SS, ωστόσο, έκλεβαν και κατακρατούσαν αντικείμενα από την αποθήκη.

    Παρόλο που τα κρεματόρια δούλευαν αδιάκοπα, ήταν αδύνατο να αποτεφρωθούν τόσα πτώματα σε σύντομο χρόνο. Για τον λόγο αυτό, τα πτώματα των θυμάτων καίγονταν και σε ανοιχτό χώρο.

    Στις 7 Οκτωβρίου 1944, οι κρατούμενοι του Ειδικού Αποσπάσματος (Sonderkommando, Εβραίοι κρατούμενοι που δούλευαν τα κρεματόρια και κρατούνταν χωρισμένοι από τους υπόλοιπους) επαναστάτησαν. Γυναίκες κρατούμενες κατάφεραν να μεταφέρουν κρυφά εκρηκτική ύλη από τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις στο στρατόπεδο, με την οποία ανατίναξαν ένα μέρος του Κρεματορίου 4. Στη συνέχεια, οι φυλακισμένοι επιχείρησαν μαζική διαφυγή, αλλά οι 250 δραπέτες τελικά συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν.

    Συνολικά, περίπου 700 φυλακισμένοι προσπάθησαν να δραπετεύσουν από το Άουσβιτς και περίπου 300 τα κατάφεραν. Όσοι δραπέτες συλλαμβάνονταν από την SS αφήνονταν, συνήθως, να πεθάνουν από την πείνα. Άλλες φορές, τιμωρούνταν συγγενείς ή και άλλοι, επιλεγμένοι στην τύχη, κρατούμενοι στη θέση τους.

    Μερικά από τα χιλιάδες θύματα του Ολοκαυτώματος

     

    Ο γιατρός – εφιάλτης

    Ο Δρ Γιόζεφ Μένγκελε ήταν ο επικεφαλής γιατρός του στρατοπέδου συγκέντρωσης και ο υπεύθυνος της διαλογής των υγιών και ικανών, εξ αυτών που κατέφθαναν στο Άουσβιτς. Αρκούσε η επιλογή του Μένγκελε, για να καθοριστεί αν το μέλλον κάποιου προμήνυε άμεσο θάνατο ή μία ζωή γεμάτη κακουχίες και βασανιστήρια.

    Μία από τις πιο σκοτεινές ιστορίες που έχουν γραφτεί στο Άουσβιτς είναι εκείνη των «ιατρικών» πειραμάτων του Μένγκελε. Σε μία σκοτεινή, βρώμικη, κρύα αίθουσα του Άουσβιτς, ο Μένγκελε διάλεγε ανθρώπους και τους υπέβαλε σε βασανιστήρια που δεν χωράει ο νους, προκειμένου να καταλήξει σε «ιατρικά συμπεράσματα».

    Ο γιατρός έκανε κυρίως μελέτες και ανορθόδοξα, απάνθρωπα πειράματα πάνω σε δίδυμους και νάνους. Ενδεικτικό παράδειγμα αυτών ήταν ότι σκότωνε τους διδύμους με ενέσεις φαινόλης, με στόχο να πραγματοποιήσει συγκριτικές αναλύσεις στα όργανά τους.

    Από την άλλη, γνωστή είναι πλέον και η αγριότητα που υπέστη πλήθος γυναικών, στις οποίες ένας άλλος γιατρός, ο Καθηγητής Δρ Καρλ Κλάουμπεργκ πραγματοποίησε, αγνοώντας κάθε ανθρώπινη αξιοπρέπεια των θυμάτων του, πειράματα στείρωσης σε γυναίκες κρατούμενες του Άουσβιτς.

    Αξίζει να σημειωθεί ότι, εκτός από τους 1000 και πλέον άντρες της SS που έδρασαν στο Άουσβιτς, υπήρξαν και 200 περίπου γυναίκες.

    H υποκρισία του γερμανικού στρατού

    Και, μπορεί όσα αναφέρθηκαν έως τώρα να είναι αρκετά για να προκαλέσουν σοκ στον ανθρώπινο νου, ωστόσο υπάρχει και το στοιχείο εκείνο, που κάνει την ιστορία του ναζισμού να εξοργίζει όποιον την μελετά σε βάθος.

    Ίσως το πιο σοκαριστικό όλων είναι η υποκρισία, με την οποία «ντυνόταν» το Άουσβιτς, όταν υπήρχε ανάγκη.

    Πιο συγκεκριμένα, δεδομένου του ότι, η εντύπωση που είχε σχηματιστεί στον κόσμο για το Άουσβιτς ήταν ότι αποτελούσε έναν χώρο εργασίας, τίποτα από όσα γίνονταν εκεί δεν μπορούσαν ποτέ να αποκαλυφθούν. Για το λόγο αυτό, οι Γερμανοί αξιωματικοί, σε περίπτωση ελέγχου, φρόντιζαν, ώστε όλα να δείχνουν απολύτως φυσιολογικά.

    Μαρτυρίες επιζώντων, αλλά και έγγραφα που έχουν έρθει στο φως της δημοσιότητας αποκαλύπτουν ότι, όταν κρινόταν απαραίτητο, για λόγους διαφύλαξης της μυστικότητας, οι αξιωματικοί έδιναν στους φυλακισμένους καθαρά ρούχα, τους έπλεναν και τους έφτιαχναν, ώστε να δείχνουν καλά και όταν έφθανε εκεί κάποιο σώμα ελέγχου, έβαζαν μουσική, ώστε όλα να υποδεικνύουν ένα ευχάριστο περιβάλλον εργασίας, όπου τα πάντα κυλούν ομαλά. Παράλληλα, τα πτώματα όσων είχαν εκτελεστεί κρύβονταν με ευλάβεια ή εξαφανίζονταν.

    Ο ναζισμός είχε τη δύναμη να εξοντώνει καθημερινά με απάνθρωπο τρόπο χιλιάδες ζωές, δεν είχε όμως το κουράγιο να υποστηρίξει στον υπόλοιπο κόσμο την «ιδεολογία» του.

     

    Η αρχή του τέλους

    Εν μέρει, τα κρεματόρια και οι θάλαμοι αερίων γκρεμίστηκαν ήδη τον Νοέμβριο του 1944. Οι αποτεφρωτήρες αποσυναρμολογήθηκαν και, βάσει νεότερων μελετών, προορίζονταν να εγκατασταθούν στο Στρατόπεδο συγκέντρωσης Μαουτχάουζεν-Γκούζεν, το οποίο οι εθνικοσοσιαλιστές τότε ακόμη πίστευαν ότι δεν θα πέσει στα χέρια των Συμμάχων. Το τελευταίο κρεματόριο του Άουσβιτς το ανατίναξαν λίγο πριν από την απελευθέρωση του στρατοπέδου, τον Ιανουάριο του 1945, για να κρύψουν τα ίχνη των πράξεων τους από τους Σοβιετικούς.

    Μεταξύ της 17 και 23 Ιανουαρίου, το στρατόπεδο εκκενώθηκε και περίπου 60.000 κρατούμενοι οδηγήθηκαν σε πορείες θανάτου προς τη Δύση. Στα στρατόπεδα του Άουσβιτς παρέμειναν συνολικά κοντά στους 7.500 φυλακισμένους, οι οποίοι, λόγω ασθένειας και αδυναμίας, ήταν αδύνατο να ακολουθήσουν την πορεία.

    Περισσότεροι από 300 τουφεκίστηκαν άμεσα, ενώ η προγραμματισμένη εξόντωση των υπόλοιπων αποτράπηκε μονάχα, λόγω της ταχείας προέλασης του Ερυθρού Στρατού στην Ανατολή. Ως πρώτο των κυρίων στρατοπέδων απελευθερώθηκε το Άουσβιτς Ι Μόνοβιτς, το μεσημέρι της 27 Ιανουαρίου 1945, από την 60ή Στρατιά, επικεφαλής της οποίας ήταν ο συνταγματάρχης Πάβελ Κουρότσκιν.

    Μετά τον πόλεμο, υποβλήθηκε μήνυση κατά των ιδιοκτητών των εταιριών Deutsche Gesellschaft für Schädlingsbekämpfung m.b.H. (Degesch) και Tesch & Stabenow (Testa), οι οποίες προμήθευαν στο Άουσβιτς το εντομοκτόνο Κυκλώνας Β. Το φάρμακο αυτό είχε χρησιμοποιηθεί στους θαλάμους αερίων για την δολοφονία εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων.

    Οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις για παραγωγή συνθετικού ελαστικού (Buna-Werke) έγιναν ιδιοκτησία του πολωνικού κράτους και σημείωσαν την αρχή χημικής βιομηχανίας της περιοχής. Τα κοντινά στρατόπεδα συγκεντρώσεως εγκαταλείφθηκαν, μέχρι που η πολωνική κυβέρνηση αποφάσισε να ανοικοδομήσει το Άουσβιτς Ι και να το μετατρέψει σε μουσείο.

    Το 1947, οι Πολωνοί προέβησαν στη Δίκη του Άουσβιτς στο Ανώτατο Εθνικό Δικαστήριο της Πολωνίας στην Κρακοβία. Η νομική επεξεργασία από πλευράς της Γερμανίας πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια της Δίκης του Άουσβιτς την δεκαετία του 1960. Κατηγορήθηκαν μονάχα 800 από τους 8.000 ανθρώπους που υπηρέτησαν στο Άουσβιτς, και από αυτούς μόνον 40 βρέθηκαν τελικά υπόλογοι ενώπιον γερμανικών δικαστηρίων. Η δίκη αυτή άρχισε το 1963 στη Φρανκφούρτη και ολοκληρώθηκε το 1965.

    Από το 1988 πραγματοποιείται κάθε χρόνο στη μνήμη του Ολοκαυτώματος η «Πορεία των ζωντανών».

    Το 1996 καθιερώθηκε στη Γερμανία επίσημα η 27 Ιανουαρίου, ημέρα απελευθέρωσης του Άουσβιτς, ως ημέρα μνήμης των Εβραίων θυμάτων του εθνικοσοσιαλισμού.

    Ο κόσμος άρχισε να μαθαίνει για τη φρίκη των στρατοπέδων λίγο μετά το 1945. Για ένα διάστημα, υπήρξε μια ένταση στη ναζιστική πολιτική, μεταξύ κυρίως της ηγεσίας των Ες Ες, για το εάν έπρεπε οι εκτοπισμένοι Εβραίοι να χρησιμοποιηθούν σαν δωρεάν εργατική δύναμη στα στρατόπεδα ή να οδηγηθούν απευθείας στην εξόντωση, αφού αυτό επέβαλλε η ρατσιστική θεωρία περί «υπανθρώπων».

    Το Άουσβιτς αντιπροσώπευσε ένα σημείο «ισορροπίας» ανάμεσα σ’ αυτές τις τάσεις, αφού εκεί συνυπήρχαν ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης (Αουσβιτς Ι), ένα στρατόπεδο εξόντωσης (Μπιρκενάου) και ένα στρατόπεδο εργασίας (Μπούνα-Μόνοβιτς).

    Οι συνθήκες διαμονής των αιχμαλώτων στο Άουσβιτς ήταν άθλιες

    Τα στρατόπεδα εξόντωσης (ενδεικτικά αναφέρονται: Μαϊντάνεκ 350.000 νεκροί, Σέλμνο 300.000, Σόμπιμπορ 200.000, Μπέλζεκ 550.000, Τρεμπλίνκα 750.000, Άουσβιτς-Μπιρκενάου 1.500.000), αποτέλεσαν μια μοναδική εγκληματική καινοτομία, που ανήκει ολοκληρωτικά στο ναζιστικό καθεστώς και τα διαφοροποιεί από κάθε άλλο ιστορικό προηγούμενο.

    Η 27η Ιανουαρίου είναι ημέρα μνήμης, αφιερωμένη στα χιλιάδες θύματα του Ολοκαυτώματος, του όρου που σήμανε την εφαρμογή του προγράμματος της «Τελικής Λύσης» του Αδόλφου Χίτλερ, που σχετίστηκε με τον ολικό αφανισμό των Εβραίων και κορυφώθηκε με τα στρατόπεδα μαζικής εξόντωσης.

    Το Ολοκαύτωμα των Εβραίων είναι το μεγαλύτερο έγκλημα του 20ού αιώνα και το μεγαλύτερο ομαδικό στην ιστορία της ανθρωπότητας.

    Η θλιβερή μοναδικότητά του στην ιστορία δεν προέρχεται μόνον από τον μεγάλο αριθμό των θυμάτων που αφανίστηκαν κατά την πραγμάτωση μιας παράφρονος «φυλετικής» ιδεολογίας.

    Το Ολοκαύτωμα δεν έχει προηγούμενο στην παγκόσμια ιστορία ως προς τη σύλληψη της ιδέας, την προμελέτη, τη μέθοδο, την εκτέλεση.

    Η «Τελική Λύση» ήταν ένα σχέδιο πλήρως οργανωμένο, που εφαρμόστηκε με βάση τον ψυχρό υπολογισμό κατά τις διαταγές ενός επίσημου κράτους και από τα μέλη ενός λαού που αυτοανακηρύχθηκε το «καθαρότερο φυλετικά» έθνος στην ιστορία του πολιτισμού.

    Ως μεγαλύτερο στρατόπεδο εξόντωσης του Τρίτου Ράιχ, το Άουσβιτς έγινε σύμβολο για τις μαζικές δολοφονίες των εθνικοσοσιαλιστών και του Ολοκαυτώματος, θύματα του οποίου υπήρξαν περίπου 6 εκατ. άνθρωποι.

    Κάθε άνθρωπος πρέπει να επισκεφθεί τουλάχιστον μία φορά στη ζωή του αυτό τον χώρο, γιατί έχει να μεταδώσει ένα σπουδαίο μήνυμα: Ποτέ ξανά!
    Η είσοδος του Άουσβιτς – Μπιρκενάου



    ΣΧΟΛΙΑ