ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Σε μία ιδιαίτερα κρίσιμη κίνηση για την πορεία της εμπορικής και οικονομικής πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών, η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο, ζητώντας την επανεξέταση της απόφασης που ακυρώνει την πλειοψηφία των δασμών που επιβλήθηκαν βάσει του νόμου περί Διεθνών Οικονομικών Εξουσιών Έκτακτης Ανάγκης (International Emergency Economic Powers Act – IEEPA), ο οποίος θεσπίστηκε το 1977 για να χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις εθνικών κρίσεων.
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης προχώρησε στην έφεση μετά την απόφαση του ομοσπονδιακού εφετείου της Ουάσινγκτον, που έκρινε ότι ο πρόεδρος υπερέβη τις συνταγματικές του εξουσίες κάνοντας χρήση του IEEPA για την επιβολή δασμών, και όχι κυρώσεων όπως παραδοσιακά συνέβαινε.
Η κυβέρνηση ζήτησε από το Ανώτατο Δικαστήριο να επισπεύσει τη διαδικασία, ώστε να ληφθεί απόφαση μέχρι τις 10 Σεπτεμβρίου σχετικά με την αποδοχή της υπόθεσης, προκειμένου να ξεκινήσουν οι ακροάσεις μέσα στον Νοέμβριο.
Ο γενικός εισαγγελέας Τζον Σάουερ, σε γραπτό του υπόμνημα, τόνισε πως το διακύβευμα είναι εξαιρετικά υψηλό, υποστηρίζοντας ότι η δυνατότητα του προέδρου να διαχειρίζεται εμπορικές κρίσεις μέσω δασμολογικών πολιτικών αποτελεί θεμελιώδες εργαλείο για τη διατήρηση της ειρήνης και της οικονομικής σταθερότητας. Χαρακτηριστικά σημείωσε ότι ο αποκλεισμός αυτής της εξουσίας θα μπορούσε να αφήσει τις ΗΠΑ εκτεθειμένες σε αντίποινα και εμπορικές πιέσεις, με συνέπειες που ενδέχεται να αγγίξουν ακόμη και τα όρια της οικονομικής κατάρρευσης.
Από την πλευρά τους, οι ενάγοντες — μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των εισαγωγών, καθώς και δώδεκα Πολιτείες των ΗΠΑ — υποστηρίζουν ότι ο πρόεδρος καταπάτησε τη συνταγματική διάκριση εξουσιών.
Σύμφωνα με το Σύνταγμα των ΗΠΑ, η εξουσία για την επιβολή φόρων και δασμών ανήκει αποκλειστικά στο Κογκρέσο και όχι στην εκτελεστική εξουσία, και σε κάθε περίπτωση οποιαδήποτε σχετική μεταβίβαση πρέπει να είναι ρητά καθορισμένη και περιορισμένη. Το ομοσπονδιακό εφετείο, αποδεχόμενο αυτή τη θέση, έκρινε πως η νομοθετική πρόθεση του Κογκρέσου κατά την ψήφιση του IEEPA δεν ήταν να προσδώσει στον πρόεδρο απεριόριστη δυνατότητα επιβολής δασμών, αλλά να του επιτρέψει την επιβολή κυρώσεων σε έκτακτες διεθνείς καταστάσεις, όπως π.χ. σε εχθρικά καθεστώτα ή πρόσωπα.
Η υπόθεση έχει ιδιαίτερη βαρύτητα όχι μόνο λόγω των θεσμικών ερωτημάτων που εγείρει, αλλά και γιατί αφορά τη συνολική εμπορική στρατηγική του Τραμπ, ο οποίος έχει μετατρέψει τους δασμούς σε κεντρικό εργαλείο της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Από την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο, ο πρώην πρόεδρος έχει εντείνει την τακτική των «αντιποίνων», επιβάλλοντας νέους δασμούς σε ανταγωνιστικές οικονομίες όπως η Κίνα, ο Καναδάς και το Μεξικό, τόσο για τη μείωση των εμπορικών ελλειμμάτων όσο και για την αντιμετώπιση του προβλήματος της παράνομης διακίνησης ουσιών όπως η φαιντανύλη.
Η διαμάχη γύρω από τον IEEPA εστιάζει στο κατά πόσον ο νόμος δίνει πράγματι στον πρόεδρο την εξουσία να ρυθμίζει το εξωτερικό εμπόριο μέσω της επιβολής δασμών. Μέχρι την προεδρία Τραμπ, ο νόμος χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά για την επιβολή οικονομικών κυρώσεων ή το πάγωμα περιουσιακών στοιχείων ξένων απειλών. Πλέον, με την εκτεταμένη και καινοφανή χρήση του IEEPA για την επιβολή εμπορικών μέτρων, το ερώτημα ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου είναι αν αυτό συνιστά παράνομη διεύρυνση των προεδρικών εξουσιών.
Η απόφαση του Εφετείου υπογράμμισε πως η ευρεία ερμηνεία που προτείνει η κυβέρνηση παραβιάζει την πάγια αρχή του Ανώτατου Δικαστηρίου για τα λεγόμενα «μεγάλα ζητήματα», η οποία απαιτεί ρητή εξουσιοδότηση από το Κογκρέσο όταν πρόκειται για ενέργειες με σοβαρό πολιτικό ή οικονομικό αντίκτυπο. Κατέληξε ότι ο πρόεδρος δεν έχει αρμοδιότητα να επιβάλλει δασμούς χωρίς σαφή νομοθετική κάλυψη.
Εν τω μεταξύ, ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ κάλεσε το Ανώτατο Δικαστήριο να κινηθεί άμεσα, προκειμένου να μην τεθεί εν αμφιβόλω η δυνατότητα του Τραμπ να υλοποιήσει την πολιτική του ατζέντα σε κρίσιμα ζητήματα εθνικής ασφάλειας και διεθνούς εμπορίου. Παράλληλα, πολλοί συνταγματολόγοι θεωρούν πως η υπόθεση μπορεί να αποτελέσει προοίμιο για μια ευρύτερη συνταγματική κρίση που αφορά τις εξουσίες της εκτελεστικής εξουσίας στην οικονομική διακυβέρνηση.
Πέρα από τη συγκεκριμένη προσφυγή, τουλάχιστον οκτώ ακόμη αγωγές έχουν κατατεθεί κατά της πολιτικής δασμών του Τραμπ, μεταξύ των οποίων και από την Πολιτεία της Καλιφόρνια. Επιπλέον, το Διεθνές Εμπορικό Δικαστήριο στη Νέα Υόρκη, με δικαιοδοσία σε τελωνειακές και εμπορικές υποθέσεις, είχε αποφανθεί ήδη από τον Μάιο κατά της συνταγματικότητας των δασμολογικών μέτρων που είχε θεσπίσει ο Τραμπ. Αντίστοιχη απόφαση εξέδωσε και άλλο ομοσπονδιακό δικαστήριο στην Ουάσιγκτον, την οποία επίσης έχει προσβάλει η κυβέρνηση.
Σύμφωνα με ανάλυση του πρακτορείου Reuters, η προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο έρχεται σε μια περίοδο που πυκνώνουν οι νομικές προκλήσεις για τον Τραμπ, καθώς και η συζήτηση για την ανεξαρτησία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας αναμένεται να φτάσει στο ίδιο δικαστικό σώμα. Αυτό δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μια πιθανή συνολική επανεξέταση της οικονομικής πολιτικής της διοίκησης Τραμπ μέσα στους επόμενους μήνες, με απρόβλεπτες πολιτικές και θεσμικές συνέπειες.
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- 89η ΔΕΘ: Οι εξαγγελίες του Κυριάκου Μητσοτάκη για την μείωση στους φορολογικούς συντελεστές
- Ανατροπές στον ΕΝΦΙΑ: Που μειώνεται κατά 50% και που θα καταργηθεί εντελώς από το 2027
- Μηδενικός φόρος εισοδήματος για όλους τους νέους έως 25 ετών – Πόσα χρήματα γλιτώνουν
- Τέμπη: Σε εξέλιξη συγκέντρωση στο Σύνταγμα
