ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Ομοσπονδιακός δικαστής έκρινε ότι η κυβέρνηση Τραμπ μπορεί να προχωρήσει στην επιβολή τέλους 100.000 δολαρίων για νέες αιτήσεις βίζας H-1B, εξέλιξη που συνιστά πλήγμα για τις αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας οι οποίες βασίζονται στην πρόσληψη εξειδικευμένων αλλοδαπών εργαζομένων.
Η ομοσπονδιακή δικαστής Μπέριλ Χάουελ αποφάνθηκε την Τρίτη ότι η προσπάθεια του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να αυξήσει δραστικά το κόστος της δημοφιλούς αυτής βίζας είναι νόμιμη. Η απόφαση ενισχύει την εκστρατεία της κυβέρνησης για τον περιορισμό της μετανάστευσης και την τόνωση της ζήτησης για εργαζομένους στις ΗΠΑ. Το Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο, που είχε προσφύγει δικαστικά για να μπλοκάρει το μέτρο, διατηρεί το δικαίωμα έφεσης.
Η Χάουελ απέρριψε το επιχείρημα του Επιμελητηρίου ότι ο Τραμπ δεν διαθέτει την εξουσία να επιβάλει το τέλος, κρίνοντας ότι η προεδρική διακήρυξη εκδόθηκε βάσει «ρητής νομοθετικής εξουσιοδότησης προς τον Πρόεδρο».
Το Κογκρέσο έχει παραχωρήσει στον πρόεδρο ευρεία εξουσία, την οποία εκείνος χρησιμοποίησε για να αντιμετωπίσει «με τον τρόπο που ο ίδιος κρίνει πρόσφορο ένα πρόβλημα που αντιλαμβάνεται ως ζήτημα οικονομικής και εθνικής ασφάλειας», έγραψε.
Ο Ντάριλ Τζοσέφερ, εκτελεστικός αντιπρόεδρος του Επιμελητηρίου, δήλωσε ότι το τέλος των 100.000 δολαρίων καθιστά τις βίζες H-1B οικονομικά απαγορευτικές.
«Είμαστε απογοητευμένοι από την απόφαση του δικαστηρίου και εξετάζουμε περαιτέρω νομικές επιλογές ώστε το πρόγραμμα βίζας H-1B να λειτουργεί όπως το προέβλεψε το Κογκρέσο: να επιτρέπει στις αμερικανικές επιχειρήσεις κάθε μεγέθους να έχουν πρόσβαση στο παγκόσμιο ταλέντο που χρειάζονται για να αναπτυχθούν», ανέφερε.
Το Επιμελητήριο, η μεγαλύτερη επιχειρηματική οργάνωση πίεσης στις ΗΠΑ, υποστήριξε στην αγωγή του Οκτωβρίου ότι η αύξηση του τέλους είναι παράνομη, καθώς παρακάμπτει την ομοσπονδιακή νομοθεσία περί μετανάστευσης και υπερβαίνει την εξουσία καθορισμού τελών που έχει παραχωρήσει το Κογκρέσο.
Ομάδα 19 γενικών εισαγγελέων πολιτειών αμφισβητεί επίσης τη διακήρυξη Τραμπ. Η αγωγή τους εστιάζει στον αναμενόμενο αντίκτυπο στον δημόσιο τομέα —ιδίως στην υγεία και την εκπαίδευση— που επίσης βασίζεται στο πρόγραμμα H-1B. Ξεχωριστή αγωγή έχει κατατεθεί από παγκόσμια εταιρεία στελέχωσης νοσηλευτών.
Η απόφαση της Τρίτης δεν επηρεάζει τις άλλες αγωγές, πράγμα που σημαίνει ότι άλλος δικαστής θα μπορούσε να μπλοκάρει το νέο τέλος τους επόμενους μήνες. Στις λοιπές υποθέσεις περιλαμβάνεται αγωγή που κατατέθηκε νωρίτερα αυτόν τον μήνα στη Μασαχουσέτη από περισσότερες από δώδεκα, κυρίως δημοκρατικά διοικούμενες πολιτείες, καθώς και αγωγή που κατατέθηκε τον Οκτώβριο στην Καλιφόρνια από παγκόσμια εταιρεία στελέχωσης νοσηλευτών και αρκετά συνδικάτα.
Και οι δύο άλλες υποθέσεις εκδικάζονται από δικαστές διορισμένους επί Ομπάμα, χωρίς να έχει ακόμη εκδοθεί απόφαση για αιτήματα προσωρινής αναστολής. Ακρόαση στην υπόθεση της Καλιφόρνιας έχει οριστεί για τις 12 Φεβρουαρίου στο Όκλαντ. Η διαμάχη είναι πιθανό να κριθεί τελικά από το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ.
Το πρόγραμμα βίζας H-1B αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της μετανάστευσης βάσει απασχόλησης, επιτρέποντας σε εταιρείες στις ΗΠΑ να προσλαμβάνουν πτυχιούχους αλλοδαπούς εργαζομένους για εξειδικευμένες θέσεις. Τον Σεπτέμβριο, ο Τραμπ υπέγραψε διακήρυξη για την αύξηση του τέλους υποβολής αίτησης, με στόχο να αποθαρρύνει —όπως είπε— την κατάχρηση ενός προγράμματος που, κατά τον ίδιο, εκτοπίζει Αμερικανούς εργαζομένους.
Πρόκειται για απότομη μεταστροφή σε σχέση με τη διαχρονική στάση των ΗΠΑ απέναντι στη μετανάστευση. Από την ίδρυσή τους, οι ΗΠΑ υποδέχονταν ανθρώπους από διαφορετικές χώρες και κοινωνικοοικονομικά υπόβαθρα που αναζητούσαν καλύτερη ζωή και περισσότερη ελευθερία.
Ωστόσο, ενώ ο Τραμπ και ο υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ έχουν μιλήσει για την προοπτική σημαντικών εσόδων για το αμερικανικό δημόσιο —έως και 100 δισ. δολάρια ή και περισσότερο— δικηγόροι με ειδίκευση στη μετανάστευση προειδοποιούν ότι μια τόσο μεγάλη αύξηση κόστους θα προκαλούσε σοβαρές αναταράξεις, με υψηλό κόστος για την αμερικανική οικονομία.
Επίσης την Τρίτη, το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι θα αντικαταστήσει την κλήρωση για την επιλογή αιτήσεων H-1B με σύστημα σταθμισμένης επιλογής, ώστε να αντιμετωπιστεί η μισθολογική «αρμπιτράζ» και να δοθούν κίνητρα στους εργοδότες «να αιτούνται για καλύτερα αμειβόμενους και υψηλότερης ειδίκευσης αλλοδαπούς εργαζομένους». Εξετάζονται επίσης προτάσεις για την επιβολή κατώτατου μισθού.
Οι βίζες H-1B απονέμονται μέσω κλήρωσης, αλλά χρησιμοποιούνται κυρίως στον τεχνολογικό κλάδο. Μεταξύ των εταιρειών με τον μεγαλύτερο αριθμό H-1B περιλαμβάνονται οι Amazon, Tata Consultancy Services Ltd., Microsoft, Meta Platforms Inc. και Apple Inc., σύμφωνα με την αμερικανική κυβέρνηση.
Τα τέλη της βίζας θα επηρεάσουν τις προσπάθειες προσλήψεων, αλλά όχι όλα τα επαγγέλματα και τις εταιρείες στον ίδιο βαθμό, δήλωσε η Άλεξις ΝτιΦρέν, ιδρύτρια της Archer Search Partners, εταιρείας στελέχωσης που ειδικεύεται σε εναλλακτικούς διαχειριστές χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων.
Για «σούπερ σταρ» σε πολύ καλά αμειβόμενους, εξειδικευμένους ρόλους ή για θέσεις που παράγουν υψηλά έσοδα, οι οργανισμοί θα είναι πρόθυμοι να πληρώσουν το τέλος των 100.000 δολαρίων, είπε.
Όμως το υψηλό κόστος θα αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνονται αποφάσεις πρόσληψης για πιο συνηθισμένες θέσεις, πρόσθεσε. «Αν πας να κάνεις αναζήτηση, θα πεις στους υπεύθυνους ‘μην ψάξετε παγκοσμίως για μένα, ψάξτε εγχώρια’», είπε.
Αντίστοιχα, οργανισμοί με γραφεία σε όλο τον κόσμο θα μπορούν να αντιδράσουν μεταβάλλοντας το πού προσλαμβάνουν προσωπικό. «Οι εταιρείες που θα επηρεαστούν περισσότερο είναι οι μικρότερες», σημείωσε.
Ο τεχνολογικός κλάδος προσαρμόζεται εδώ και καιρό στις αλλαγές των κανόνων μετανάστευσης στις ΗΠΑ, καθώς μεταβάλλονται οι πολιτικές ισορροπίες.
Η Google της Alphabet Inc. λαμβάνει μέτρα για να μεταφέρει εργαζομένους από καθεστώς H-1B σε πιο μόνιμο. Η εταιρεία ενημέρωσε πρόσφατα το προσωπικό ότι θα «εντείνει» τις αιτήσεις PERM τον επόμενο χρόνο για επιλέξιμους εργαζομένους, σύμφωνα με το Business Insider — κρίσιμο βήμα για την απόκτηση πράσινης κάρτας, που επιτρέπει μόνιμη διαμονή και εργασία στις ΗΠΑ.
Πέρα από τις αμερικανικές τεχνολογικές εταιρείες, το μέτρο πλήττει έντονα και την Ινδία, καθώς οι Ινδοί υπήρξαν οι μεγαλύτεροι ωφελημένοι του προγράμματος H-1B. Εκτός από το πρόσθετο κόστος που θα επωμιστούν οι ινδικές εταιρείες πληροφορικής για χιλιάδες εργαζομένους με τέτοιες βίζες, η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα έχει ανησυχήσει πολλούς Ινδούς επαγγελματίες που εργάζονται στην τεχνολογία, τα χρηματοοικονομικά, την υγεία και άλλους κλάδους στις ΗΠΑ, ιδίως μετά τη μαζική πρόσφατη αναβολή ραντεβού για βίζες εργασίας.
Διαβάστε επίσης
Βολοντίμιρ Ζελένσκι: Κινεζικοί δορυφόροι ενδέχεται να βοηθούν ρωσικές επιθέσεις
Sanofi: Eξαγοράζει τη Dynavax έναντι 2,2 δισ. δολ. – Διευρύνει το χαρτοφυλάκιο των εμβολίων της
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Νετανιάχου: Το Ισραήλ θα δαπανήσει 110 δισ. δολάρια για ανάπτυξη μιας ανεξάρτητης βιομηχανίας όπλων
- Γαλλία: Ο Πολωνός πρεσβευτής συνελήφθη με την υποψία ότι εμπλέκεται σε υπόθεση διακίνησης πλαστών πτυχίων
- ΗΠΑ: Έκκληση Δημοκρατικών προς Τραμπ για αναστολή των μαζικών ανακλήσεων πρεσβευτών
- Λιβύη: Τριήμερο εθνικό πένθος στη για τον θάνατο του Μοχάμεντ αλ Χαντάντ που σκοτώθηκε στην συντριβή αεροσκάφους στην Άγκυρα