Τα αποτελέσματα δύο μελετών για τη θεραπεία της αρτηριακής υπέρτασης με τη μέθοδο της κατάλυσης των νεφρικών αρτηριών ανακοινώθηκαν στο σημαντικότερο συνέδριο επεμβατικής Καρδιολογίας στην Ευρώπη (EuroPCR), με ταυτόχρονες δημοσιεύσεις σε ένα από τα εγκυρότερα διεθνή επιστημονικά περιοδικά, το LANCET.
Οι μελέτες πραγματοποιήθηκαν σε υπερτασικούς ασθενείς οι οποίοι είτε δεν ελάμβαναν κανένα φάρμακο για την πίεση είτε έπαιρναν αντιυπερτασικά, αλλά είχαν αρρύθμιστη υπέρταση. Είναι άλλωστε γνωστό ότι τουλάχιστον 40% των υπερτασικών δεν μπορεί να μειώσει αποτελεσματικά την αρτηριακή πίεση και απαιτείται η λήψη 2 ή και περισσοτέρων φαρμάκων τα οποία σε μακροχρόνια χορήγηση είναι δυνατό να συνοδευτούν από ανεπιθύμητες ενέργειες.
Στις μελέτες SPYRAL ΗΤΝON-MED και RADIANCE-ΗΤΝ SOLO δείχθηκε ότι η κατάλυση των νεφρικών αρτηριών με τη χρήση ραδιοκυμάτων ή υπερήχων επιτυγχάνει ελάττωση κατά μέσο όρο της αρτηριακής πίεσης κατά 10 mmHg. Αυτό αντιστοιχεί στο αντιυπερτασικό αποτέλεσμα της λήψης τουλάχιστον 1-2 αντιυπερτασικών φαρμάκων και μπορεί να μεταφραστεί σε μείωση των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων και καρδιακής ανεπάρκειας κατά 25-30%.
Το γεγονός ότι η κατάλυση στα χέρια εξειδικευμένων επεμβατικών καρδιολόγων οδηγεί στη μείωση της αρτηριακής πίεσης σε ένα υψηλό ποσοστό των ασθενών, όπως τόνισαν οι ερευνητές, μπορεί να καθυστερήσει την ανάγκη χορήγησης αντιυπερτασικών φαρμάκων ή και να μειώσει των αριθμό των λαμβανόμενων φαρμάκων.
Η Μονάδα Υπέρτασης της Α’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής με κύριο ερευνητή τον Αναπλ. Καθηγητή Κ. Τσιούφη ήταν ένα από τα κέντρα με τη μεγαλύτερη συμβολή σε διεθνές επίπεδο στη διενέργεια της μελέτης SPYRAL, συνεχίζοντας έτσι την πρωτοπορία της σε παγκόσμιο επίπεδο στο τομέα της επεμβατικής αντιμετώπισης της υπέρτασης. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης η κατάλυση των νεφρικών αρτηριών μπορεί να αποτελέσει θεραπευτική λύση για εκατομμύρια υπερτασικών παγκοσμίως ανοίγοντας νέους δρόμους στο τρόπο αντιμετώπισης της αρτηριακής υπέρτασης. H έρευνα συνεχίζεται για περαιτέρω πιστοποίηση της μακροχρόνιας ασφάλειας και αποτελεσματικότητας της μεθόδου σε μεγαλύτερο αριθμό ασθενών.