Ισπανικά, αμερικανικά και ασιατικά κεφάλαια αυξάνουν ταχύτητα στον ελληνικό τουρισμό, ποντάροντας δισεκατομμύρια σε resorts, all-inclusive μονάδες και ξενοδοχεία-τοπόσημα από τη Σαντορίνη ως τη Χαλκιδική. Από την είσοδο της Azora στην Donkey Hotels, μέχρι τη στρατηγική επέκταση της GIC στη Sani/Ikos, τα ξένα funds επιμένουν… ελληνικά, επιβεβαιώνοντας την παγκόσμια δυναμική της τουριστικής αγοράς της χώρας.

Με νέα στρατηγική κίνηση στον ελληνικό τουρισμό, το ισπανικό fund Azora εξαγόρασε το 50,1% της Donkey Hotels, ενισχύοντας θεαματικά την παρουσία του στην ελληνική αγορά. Η συμφωνία προβλέπει την αποχώρηση μελών της οικογένειας Ιωάννου, ενώ ο Χρήστος Ιωάννου παραμένει πρόεδρος, με ποσοστό 49,9%. Με τη συμφωνία αυτή περνούν στον έλεγχο της Azora εμβληματικά ξενοδοχεία, όπως το Intercontinental στην Αθήνα, το Semiramis, το Periscope, το New Hotel και το NOUS στη Σαντορίνη. Η Donkey Hotels, αποτέλεσμα συγχώνευσης των Yes Hotels με την Αθήναιον, κατέγραψε κύκλο εργασιών 49,6 εκατ. ευρώ πέρυσι. Το επενδυτικό σχέδιο προβλέπει άμεσες επενδύσεις άνω των 60 εκατ. ευρώ, με αιχμή την πλήρη ανακαίνιση του Intercontinental. Για την Azora, αυτή είναι η δεύτερη ελληνική τοποθέτηση μετά την εξαγορά του Sheraton Ρόδου, επιβεβαιώνοντας τη στρατηγική της για ακίνητα με ισχυρή προοπτική υπεραξίας και διεθνή προσανατολισμό.

1

Παρότι φημολογούνται διάφορα σενάρια για τον επενδυτικό ορίζοντα της HIG Capital και την παραμονή της στην Ελλάδα, γεγονός όμως είναι ότι έχει επενδύσει ήδη περίπου 300 εκατομμύρια ευρώ στον ελληνικό τουρισμό. Σήμερα βρίσκονται σε πλήρη λειτουργία τέσσερα ξενοδοχεία του ομίλου της HIG σε Ρόδο, Κρήτη και Κέρκυρα. Το πρώην Aldiana Club, που εξαγοράστηκε το 2023, μετονομάστηκε σε Rocrita – όνομα εμπνευσμένο από τον Ερωτόκριτο. Αντίστοιχα, το πρώην La Grotta Verde του Γιώργου Δημητρίου στην Κέρκυρα πρόκειται να λειτουργήσει υπό το όνομα Alkyna, παραπέμποντας στον μυθικό βασιλιά των Φαιάκων.

Στο μεταξύ, η HIG απέκτησε μέσω της Eurobank και το ξενοδοχείο στην Αλθέα, γνωστό και ως «ξενοδοχείο της Χούντας». Το συγκεκριμένο project, αν και βρίσκεται ακόμη στο στάδιο της αδειοδοτικής ωρίμανσης με ορίζοντα διετίας, προϋπολογίζεται σε άνω των 80 εκατ. ευρώ. Στη Ρόδο, τα ξενοδοχεία Helea και Elissa (πρώην ιδιοκτησίας Aldemar, οικογένειας Αγγελόπουλου) αποτέλεσαν το πρώτο έργο της διαχειρίστριας πλατφόρμας Ella Resorts της HIG. Η ανακαίνιση, ύψους άνω των 45 εκατ. ευρώ, ολοκληρώθηκε σε μόλις οκτώ μήνες. Πρόσφατη προσθήκη στο χαρτοφυλάκιο της «Κως Συμμετοχών» – εταιρείας συνδεδεμένης με το αμερικανικό fund – είναι τα πέντε ξενοδοχεία του ομίλου Κυπριώτη στην Κω, με συνολική δυναμικότητα 1.522 δωματίων και 4.500 κλινών. Ιδιαίτερο πλεονέκτημα αποτελούν τα δύο συνεδριακά τους κέντρα, με δυνατότητα φιλοξενίας έως 7.500 συνέδρων.

Στη νησιωτική Ελλάδα συνεχίζει να επενδύει στρατηγικά η Hines, που έκανε το ντεμπούτο της στον εγχώριο τουρισμό μέσω Συγγρού, εξαγοράζοντας το πρώην Ledra Marriott. Το ξενοδοχείο λειτουργεί πλέον ως Grand Hyatt Athens και έχει επεκταθεί στον χώρο του παλιού κινηματογράφου Odeon. Στη συνέχεια, η Hines απέκτησε τον έλεγχο τριών ξενοδοχείων της Cyan Group (συμφερόντων της οικογένειας Κεφαλογιάννη), τα οποία αναβαθμίζει, καθώς και άλλων τριών μονάδων της οικογένειας Μαμιδάκη, που θα λειτουργήσουν με τα brands Intercontinental, Wyndham και MGallery της Accor.

Στο χαρτοφυλάκιό της έχει ενταχθεί και το γνωστό resort Out of the Blue της Ντίας Καψή στην Αγία Πελαγία Κρήτης. Η κοινοπραξία Hines–Henderson Park, που αποεπένδυσε το 2024 από το Grand Hyatt μεταβιβάζοντάς το στην Blackstone, διατηρεί ακόμα σημαντική παρουσία στην Ελλάδα. Μεταξύ άλλων, έχει αναπτύξει το «Apollo Hills» στη Βούλα – έργο ύψους 200 εκατ. ευρώ στα Κτήματα Κόνιαρη, που αποκτήθηκαν το 2020 από το Μουσείο Μπενάκη. Τις ξενοδοχειακές επενδύσεις της Hines στην Κρήτη διαχειρίζεται το Y&T Daskalantonakis Group, υπό τη διεύθυνση των Τίνα και Γιάννη Δασκαλαντωνάκη, που συνεργάζονται με διεθνείς αλυσίδες όπως οι Accor και IHG.

Την ισχυροποίησή της στην ελληνική ξενοδοχειακή αγορά συνεχίζει η Blackstone, μέσω της Hotel Investment Partners, μέλος του ομίλου της Blackstone και της GIC. Η τελευταία κίνηση ήταν, όπως προαναφέρθηκε η προσθήκη του Grand Hyatt Athens στο χαρτοφυλάκιό της. Το εμβληματικό πεντάστερο ξενοδοχείο στην καρδιά της Αθήνας αποκτήθηκε από τη Henderson Park και τη Hines, σηματοδοτώντας την πρώτη τοποθέτηση της HIP στην πρωτεύουσα.

Η Ελλάδα αποτελεί πλέον αγορά-προτεραιότητα για την HIP, η οποία με τη συγκεκριμένη εξαγορά φτάνει τα δέκα ξενοδοχεία στη χώρα, συνολικής δυναμικότητας 2.641 δωματίων. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται τα πρόσφατα αποκτήματα Alexander The Great Beach Hotel στη Χαλκιδική και Sunprime Miramare Beach στη Ρόδο — το πρώτο της στη Δωδεκάνησο. Το χαρτοφυλάκιο απλώνεται σε έξι περιοχές: Αθήνα, Κρήτη, Κέρκυρα, Ζάκυνθο, Ρόδο και Χαλκιδική.

Η HIP έχει επενδύσει σχεδόν 100 εκατ. ευρώ για την ανακαίνιση και επανατοποθέτηση των ελληνικών μονάδων, με πέντε εξ αυτών να φέρουν ήδη πιστοποίηση BREEAM για «πολύ καλή» περιβαλλοντική επίδοση. Στην Κρήτη βρίσκονται τα παραθαλάσσια resorts Domes Aulus Elounda και Atlantica Ocean Beach Resort, ενώ στην Κέρκυρα η HIP διαθέτει τα Domes Corfu και Dreams Corfu Resort & Spa, που απευθύνονται κυρίως σε οικογενειακό και all-inclusive κοινό. Στη Ζάκυνθο περιλαμβάνονται τα AluaSoul Zakynthos και Domes Aulus Zante, μονάδες με έντονο προσανατολισμό στη βιώσιμη φιλοξενία. Στη χερσόνησο της Χαλκιδικής, η HIP διαχειρίζεται το κοσμοπολίτικο Domes Noruz Kassandra και το Alexander The Great Beach Hotel, που αποτελεί πρόσφατη προσθήκη. Τέλος, στη Ρόδο, η εταιρεία έχει επενδύσει στο Sunprime Miramare Beach Hotel, ενισχύοντας περαιτέρω την παρουσία της σε ένα από τα πλέον ανεπτυγμένα τουριστικά νησιά της χώρας.

Η μεγαλύτερη επένδυση κρατικού επενδυτικού ταμείου στον ελληνικό τουρισμό μέχρι σήμερα ανήκει στη GIC, το sovereign fund της Σιγκαπούρης. Το fund απέκτησε το ποσοστό που κατείχαν στη Sani/Ikos οι Oaktree, Goldman Sachs, Moonstone, Florac και Hermes GPE, ενισχύοντας σημαντικά τη διεθνή συμμετοχή στην ελληνική τουριστική αγορά. Η GIC εισήλθε στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας που ίδρυσαν οι Σταύρος και Ανδρέας Ανδρεάδης, η οποία αποτιμάται σε περίπου 2 δισ. ευρώ, με στόχο την υλοποίηση ενός μακροπρόθεσμου επενδυτικού σχεδίου διεθνούς κλίμακας. Η τελευταία εξαγορά της Sani/Ikos έγινε με πωλητή τη Goldman Sachs που πούλησε στην ξενοδοχειακή τις τρεις μονάδες Γρηγοριάδη στη Χαλκιδική.