• Business

    Η γάτα του 1 εκατομμυρίου ευρώ

    • Contributor

    Ανδρέας Δρυμιωτης. Σύμβουλος Επιχειρήσεων. Το άρθρο γράφτηκε στην Καθημερινή της Κυριακής


    Ο​​ι γάτες είναι στην επικαιρότητα, γι’ αυτό σήμερα θα σας αφηγηθώ την ιστορία της γάτας του ενός εκατομμυρίου ευρώ. Σύμφωνα με το ανέκδοτο, δυο φίλοι που είχαν πολύ καιρό να συναντηθούν βρέθηκαν στο μετρό. Υστερα από τις κοινοτοπίες, ρωτάει ο ένας: – Τώρα με τι ασχολείσαι; – Αστα, είμαι πολύ απασχολημένος αυτόν τον καιρό, γιατί προσπαθώ να πουλήσω τη γάτα μου. – Καλά, είναι τόσο δύσκολο να πουλήσεις μια γάτα; – Ναι, είναι πολύ δύσκολο γιατί η γάτα μου είναι μοναδική και ζητώ ένα εκατομμύριο ευρώ για να τη δώσω. – Aκου φίλε, δεν ξέρω τι μοναδικό έχει η γάτα, αλλά αποκλείεται να βρεθεί άνθρωπος να σου δώσει ένα εκατομμύριο ευρώ για μια γάτα. Η συζήτηση έμεινε εκεί.

    Ύστερα από μερικούς μήνες ξανασυναντήθηκαν στο μετρό και όπως είναι ευνόητο η πρώτη ερώτηση ήταν: – Τι έγινε με τη γάτα, την έδωσες; – Βεβαίως, του απαντάει ο άλλος. – Δηλαδή βρέθηκε άνθρωπος να σου δώσει ένα εκατομμύριο για μια γάτα; – Οχι ακριβώς. Την αντάλλαξα με δυο γάτες των πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ! Κόκαλο ο συνομιλητής!

    Μπορεί να φαίνεται ανόητο το ανέκδοτο, αλλά στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας που ζούμε, δυστυχώς είναι πολλοί από αυτούς που μας κυβερνούνε που σκέφτονται και συμπεριφέρονται σαν τον φίλο μας με τη γάτα. Εννοώ, ότι αγνοούν έναν πολύ βασικό κανόνα στην ελεύθερη οικονομία. Πολύ απλά, την τιμή δεν την καθορίζει ο πωλητής αλλά ο αγοραστής. Ο πωλητής μπορεί να ζητά ό,τι θέλει, αλλά αν δεν βρεθεί αγοραστής που είναι διατεθειμένος να πληρώσει το ποσόν, αγοραπωλησία δεν γίνεται. Φυσικά, αυτά ισχύουν στην ελεύθερη οικονομία και όχι σε μονοπωλιακές καταστάσεις.

    Γιατί θυμήθηκα αυτό το ανέκδοτο; Μα γιατί διάβαζα στον Τύπο (4 Μαρτίου 2016) ότι το ΤΑΙΠΕΔ θα προσπαθήσει για τρίτη φορά να πουλήσει τα 2 Airbus Α340-300 της πάλαι ποτέ κραταιάς Ολυμπιακής Αεροπορίας. Τα αεροπλάνα αυτά σαπίζουν στον ΔΑΑ «Ελ. Βενιζέλος», από το 2009 όταν επιτέλους πωλήθηκε η Ολυμπιακή Αεροπορία και για τα οποία το Δημόσιο (δηλαδή εμείς) πληρώνει κάπου 790.000 ευρώ κάθε χρόνο για τη στάθμευση και τη συντήρησή τους.

    Αυτή είναι μια θλιβερή ιστορία που αξίζει να τη θυμηθούμε για να διαπιστώσουμε ότι «όποιος θέλει τα πολλά, χάνει και τα λίγα».

    Πριν πάμε στα Airbus, θέλω να κάνω μια παρένθεση για την Ολυμπιακή Αεροπορία. Στα τέλη της δεκαετίας του ’70, πριν από την έλευση των προσωπικών υπολογιστών και τη διάδοση των «φύλλων υπολογισμού» Excel, στο Service Bureau της εταιρείας μας διαθέταμε μια μοναδική εφαρμογή, η οποία ουσιαστικά έκανε τη δουλειά του Excel.

    Είχαμε αρκετούς πελάτες που έκαναν χρήση αυτού του προγράμματος γιατί ήταν πρωτοποριακό για την εποχή του. Μεταξύ των πελατών μας ήταν και η Ολυμπιακή Αεροπορία, η οποία παρόλο που διέθετε δικό της υπολογιστή, δεν είχε αυτή τη δυνατότητα.

    Στελέχη της Ολυμπιακής ερχόντουσαν κάθε μήνα και με τη βοήθεια της εφαρμογής υπολόγιζαν την αποτελεσματικότητα των διαφόρων προορισμών της εταιρείας. Από τότε θυμάμαι ότι συζητούσαμε ότι όλες οι υπερατλαντικές γραμμές προς Αμερική και Αυστραλία ήταν εξαιρετικά ζημιογόνες, αλλά κανένας δεν ήθελε να τις διακόψει ώστε να σταματήσει την οικονομική αιμορραγία.

    Υπήρχαν πάντοτε φωνές που έλεγαν ότι πρέπει να ιδιωτικοποιηθεί η Ολυμπιακή ώστε να πάψει να επιβαρύνει τον φορολογούμενο. Κανένας δεν γνωρίζει πόσα δισεκατομμύρια έχουν προστεθεί στο χρέος από τη διατήρηση της ζημιογόνου Ολυμπιακής. Υπήρχαν μάλιστα και ορισμένοι που έλεγαν ότι έπρεπε να τη δώσουμε όσο όσο προκειμένου να απαλλαγούμε από αυτή. Φυσικά κάτι τέτοιο ήταν αδιανόητο. Μην ξεχνάτε ότι η Ολυμπιακή ήταν το κατ’ εξοχήν μέρος όπου οι εκάστοτε κυβερνώντες βόλευαν πλουσιοπάροχα τα «δικά τους παιδιά».

    Υπάρχει όμως και μια άλλη διάσταση που κατά τη γνώμη μου δεν έχει αναδειχθεί. Πόσο έχει επιβαρύνει η Ολυμπιακή το Συνταξιοδοτικό πρόβλημα της χώρας μας με τις συντάξεις της; Αμφιβάλλω αν υπάρχει κανείς που το γνωρίζει. Πάντως και πολύ υψηλές ήταν οι συντάξεις και πολύ νωρίς (ηλιακά) δινόντουσαν.

    Αξίζει τον κόπο κάποιος να υπολογίσει συνολικά πόσο μας στοίχισε η Ολυμπιακή στο διάστημα 1975 – 2009 που ανήκε στο Δημόσιο, σε ζημιές και σε συντάξεις που πληρώνουμε σήμερα. Το ποσό θα μας εκπλήξει δυσάρεστα.

    Ξαναγυρίζουμε στα αεροπλάνα. Αρχικά τα αεροπλάνα ήταν 4 Airbus A340-300 τα οποία ανήκαν στο υπουργείο Οικονομικών. Συμπτωματικά ήταν τα αεροπλάνα που εκτελούσαν τις ζημιογόνες υπερατλαντικές πτήσεις. Είναι ευνόητο ότι για το υπουργείο ήταν παντελώς άχρηστα και έπρεπε να πουληθούν το ταχύτερο δυνατόν.

    Από εδώ αρχίζει ο κλαυσίγελος. Αρχικά, εκτιμούσαν ότι θα πάρουν περίπου 180 εκατομμύρια ευρώ! Εδώ η ιστορία αρχίζει να μοιάζει με τη γάτα του ενός εκατομμυρίου. Στον πρώτο διαγωνισμό (τέλος 2010) μπήκε σαν στόχος να εισπράξουν τουλάχιστον 100 εκατομμύρια ευρώ. Μια εταιρεία προσέφερε 93 εκατομμύρια ευρώ, αλλά η σύμβαση δεν προχώρησε γιατί ο επενδυτής υπαναχώρησε.

    Στη συνέχεια νέος διαγωνισμός (2012) ο οποίος κατακυρώθηκε στην εταιρεία Apollo Aviation, η οποία προσέφερε 40,4 εκατομμύρια δολάρια και για τέσσερα αεροπλάνα. Η εταιρεία παρέλαβε και πλήρωσε τα δύο αεροπλάνα, αλλά για τα άλλα δύο ζήτησε κάποια έκπτωση (18 εκατομμύρια δολάρια αντί για 20 εκατομμύρια) γιατί απαιτούσαν επισκευές που δεν είχαν προϋπολογισθεί.

    Η Κυβέρνηση αποδέχτηκε την πρόταση αλλά το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν ενέκρινε την έκπτωση και έτσι δεν προχώρησε η πώληση των δύο άλλων αεροπλάνων. Φτάσαμε αισίως στο σήμερα όπου είναι βέβαιο ότι για τα δύο αυτά αεροπλάνα θα πάρουμε πολύ λιγότερα χρήματα από τα 18 εκατομμύρια δολάρια.

    Θα περιμένουμε να δούμε το αποτέλεσμα του διαγωνισμού για να μάθουμε πόσα χάσαμε από την προηγούμενη απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου να απορρίψει την τελευταία πρόταση για την πώληση των δύο αεροσκαφών. Θέτω όμως το ερώτημα: Yπάρχει κανένας από το Ελεγκτικό Συνέδριο που θα λογοδοτήσει για την απώλεια των εσόδων;

    Σίγουρα όχι. Βλέπετε, έχουμε διαμορφώσει στο Δημόσιο ένα γραφειοκρατικό σύστημα που η ασφαλέστερη απόφαση είναι να μην εγκρίνεις και να μην κάνεις τίποτα. Ετσι δεν κινδυνεύεις. Τώρα αν με τις πράξεις ή τις παραλείψεις σου χάνονται εκατομμύρια ευρώ, δεν υπάρχει καμία περίπτωση να κατηγορηθείς ή να χάσεις τη θέση σου. Είναι σωστό αυτό; Αμφιβάλλω. Αν κάποιος έκλεβε από το Δημόσιο μερικά εκατομμύρια θα είχε κατηγορηθεί για κακούργημα. Αν όμως από τις πράξεις ή τις παραλείψεις του χαθούν μερικά εκατομμύρια δεν θα πάθει απολύτως τίποτα.

    Πάμε όμως και σε μια άλλη πικρή ιστορία που δεν έχει το μέγεθος της Ολυμπιακής, αλλά έχει όλα τα χαρακτηριστικά της. Αφορά τη ζημιογόνα Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης. Μια από τις πρώτες ενέργειες της Πρώτης Φοράς Αριστερής Κυβέρνησης ήταν να δώσει κάμποσα εκατομμύρια στην ΕΒΖ σε μια επίδειξη της άκρατης υποσχεσιολογίας της. Με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου με ημερομηνία 27 Μαρτίου 2015, η Κυβέρνηση έδωσε 30 εκατομμύρια ευρώ στην ΕΒΖ προκειμένου να τη σώσει.

    Μάταια όμως. Η εταιρεία είχε ζημιές 14,96 εκατομμύρια ευρώ, η χρηματιστηριακή της αξίας είναι μόλις 2,76 εκατομμύρια ευρώ και έχει ανασταλεί η διαπραγμάτευση της μετοχής της. Αυτές τις μέρες συζητείται σχέδιο για την εξυγίανση της ΕΒΖ. Μέρος του σχεδίου της πιστώτριας τράπεζας είναι να πωληθούν άμεσα και χωρίς διαγωνισμό οι θυγατρικές εταιρείες στη Σερβία.

    Υπάρχει μάλιστα αγοραστής που προσφέρει 25 εκατομμύρια ευρώ για τις δύο θυγατρικές. Ορισμένοι τα θεωρούν λίγα και οι εργαζόμενοι στην ΕΒΖ αντιτίθενται στην πώληση. Ποτέ δεν μαθαίνουμε από τους παλιούς που λέγανε: «Πούλα και μετάνιωνε». Βλέπετε, πάντοτε αναζητούμε τον αγοραστή που θα μας δώσει ένα εκατομμύριο για μια γάτα!

    Οπως γράφει «Το Βήμα» της 6ης Μαρτίου 2016: «Η περίπτωση της ΕΒΖ είναι μια μικρογραφία της κατάστασης της χώρας. Η ΕΒΖ είναι η Ελλάδα, το κουαρτέτο είναι η τράπεζα και η κυβέρνηση είναι η διοίκηση που “με πόνο ψυχής” θα κληθεί να υπηρετήσει το μνημόνιο της τράπεζας»!

    * Ο κ. Ανδρέας Δρυμιώτης είναι σύμβουλος επιχειρήσεων. Το άρθρο του δημοσιεύθηκε στη Καθημερινή της Κυριακής 20-Μαρ-2016 



    ΣΧΟΛΙΑ