Αλέξανδρος Εξάρχου, Πρόεδρος ΔΣ & Διευθύνων Σύμβουλος AKTOR
Στρατηγική απόκτησης της ελίτ των έργων ΑΠΕ έχει η ΑΚΤΩΡ Ανανεώσιμες, καθώς όπως είπε χθες η διοίκηση της εταιρείας, αναζητά προς εξαγορά, μόνο έργα ΑΠΕ με ταρίφες για 15 χρόνια και όρους σύνδεσης.
Ο στόχος είναι η απόδοσή τους να φτάνει το 9%, και για να μην απειλείται ο στόχος αυτός από τις περικοπές, οι περικοπές κατά την αποτίμηση των έργων υπολογίζονται στο 9%, υψηλότερα από σήμερα που είναι 4%.
Με έργα αυτών των προδιαγραφών, σχεδιάζει να αναπτυχθεί στον τομέα των ανανεώσιμων ο όμιλος ΑΚΤΩΡ επενδύοντας 1,4 δισ. ευρώ.
Σε ένα περιβάλλον που ήδη τα έργα ΑΠΕ εν λειτουργία είναι 13 GW και 16 GW είναι τα έργα που διαθέτουν δεσμευτικούς όρους σύνδεσης, ο στόχος του ΕΣΕΚ για λειτουργούντα έργα 25 GW, ως το 2030, δείχνει ότι μπορεί να πιαστεί. Η πληθώρα όμως των έργων ΑΠΕ που εκτοξεύει την παραγωγή ενέργειας κάποιες ώρες της ημέρας και η μικρότερη ζήτηση, θα αυξάνει τις περικοπές και η βιωσιμότητά τους δεν είναι δεδομένη. Το ζητούμενο γίνεται η διαχείριση της παραγόμενης ενέργειας όταν περισσεύει για να μην χάνεται με τις περικοπές και γι αυτό η αποθήκευση γίνεται απαραίτητη.
Στην αποθήκευση η εταιρεία ΑΚΤΩΡ Ανανεώσιμες, έχει εξασφαλίσει 100 MW από τον πρώτο διαγωνισμό, τα οποία θα πριμοδοτηθούν με επιδότηση 200.000 ευρώ/MW για την κατασκευή τους και για 10 χρόνια έχουν εξασφαλισμένο έσοδο 49,4-64,1 χιλ ευρώ/ MW/ χρόνο.
Με τα παραπάνω δεδομένα, στόχος της εταιρείας είναι το 2025 να έχει 500 MW έργων σε λειτουργία.
Γιατί έγινε η συμφωνία με τη ΔΕΗ
Σχολιάζοντας τη διαφορά της σημερινής εταιρείας στις ΑΠΕ από τη δραστηριότητα στις ΑΠΕ που είχε η Ιντρακάτ, ο κ. Εξάρχου εξήγησε ότι, το χαρτοφυλάκιο των ΑΠΕ που διέθετε η Ιντρακατ (και για το οποίο προχώρησε σε συμφωνία με τη ΔΕΗ στις αρχές του έτους), δεν διέθετε έργα που είχαν ταρίφες, δηλαδή εξασφαλισμένη απόδοση, και είχε μικρές πιθανότητες να υλοποιηθούν, λόγω έλλειψης όρων σύνδεσης.
Αντίθετα, οι νέες εξαγορές της ΑΚTOR Ανανεώσιμες, είναι έργα είτε έτοιμα είτε ώριμα αλλά με ταρίφες και με διασφαλισμένους τους όρους σύνδεσης. Στο πλαίσιο αυτό ολοκλήρωσε την πρώτη κίνηση και αναμένεται και η δεύτερη εξαγορά σύντομα ενώ η εταιρεία σταθερά αναζητά νέα έργα προς εξαγορά.
Και στόχοι εξαγορών είναι, αποκλειστικά, έργα με ταρίφες πάνω από 15 χρόνια και όρους σύνδεσης, που θα έχουν 9% απόδοση με υπολογισμένες τις περικοπές στο 9%, διπλάσια επίπεδα από σήμερα που είναι 4%.
Το χαρτοφυλάκιο έργων που θα λειτουργήσουν άμεσα προέρχονται 144 MW από ΔΕΗ ΑΝ, 100 MW από Αποθήκευση και 668 MW από ιδιωτικά έργα από τα οποία τα 213MW είναι αιολικά.
Όσον αφορά τη συμφωνία με τη ΔΕΗ ΑΝ., η πρώτη φάση έχει ολοκληρωθεί και αφορά 164 MW από 6 αιολικά πάρκα και στη δεύτερη φάση έχει 1,6 GW από τα οποία τα 287 MW, θα είναι είτε υπό κατασκευή είτε θα έχουν λειτουργήσει μέχρι το 2027 και μένει ένα χαρτοφυλάκιο 1,3 GW. Με ορίζοντα υλοποίησης μετά το 2028, η εταιρεία θα ωριμάσει υφιστάμενο χαρτοφυλάκιο ενεργειακών έργων ισχύος 1.300 MW, και EBITDA 130 εκ. ευρώ.
Τέλη του 2027 1,3 GW
Σε πρώτη φάση με την ολοκλήρωση των πρώτων συμφωνιών, ο όμιλος θα διαθέτει 668 MW το 2024-2025, ενώ για τα τέλη του 2027 θα έχει φτάσει στα 1,3 GW.
Ήδη μέσα από την υλοποίηση υφιστάμενων συμφωνιών για εξαγορά και κατασκευή έργων ΑΠΕ έχει εξασφαλίσει έργα αθροιστικής ισχύος 912 MW, και τα υπόλοιπα 390 MW θα τα προσθέσει από νέες εξαγορές που είναι υπό διερεύνηση σήμερα.
Επένδυση 1,5 δισ. στην αντλησιοταμίευση
Η εταιρεία, όπως αναφέρθηκε στην πρωινή ενημέρωση στους επενδυτές, διαθέτει συμφωνία συνανάπτυξης σε αρχικό στάδιο, για έξι έργα αντλησιοταμίευσης, περίπου 1,5 GW, από τα οποία τα 3 είναι στη Βόρειο Ελλάδα, τα 2 στην Κεντρική Ελλάδα και το 1 στη Δυτική Ελλάδα.
Η επένδυση για την υλοποίηση των έργων αυτών είναι 1,5 δισ. ευρώ.
Στόχος τα 130 εκ. EBITDA το 2030
Στόχος είναι να επιτύχει EBITDA ύψους €22 εκατ. το 2025 και €130 εκατ. το 2030, αντίστοιχα.
Όσον αφορά στη χρηματοδότηση της επένδυσης €1,4 δισ. για την ενέργεια, ποσοστό 80% θα προέλθει από non–recourse Bank Debt, 10% από non–recourse Sub Debt και 10% από ίδια κεφάλαια. Η συνεισφορά της εταιρείας στα EBITDA του Ομίλου θα ανέλθει το 2030 σε 30%.