• Business

    ΕΛΙΞΗ – Septem: Δυο ελληνικά «success story» σε δύσκολους καιρούς – «Οδηγός» το πάθος για ποιοτική μπίρα

    Σοφοκλής Παναγιώτου, Septem


    Με κοινή καταγωγή την Εύβοια και το ίδιο έντονο πάθος για τις ποιοτικές μπίρες δυο ελληνικές μικροζυθοποιίες κατάφεραν να ξεχωρίσουν σε δύσκολους καιρούς, κερδίζοντας τη διεθνή αναγνώριση. Πρόκειται για την «ΕΛΙΞΗ» και την «Septem», δυο αμιγώς οικογενειακές επιχειρήσεις που αναπτύχθηκαν κόντρα στην κρίση και αποδεικνύουν ότι οι μικρομεσαίες εταιρείες μπορούν να έχουν μέλλον με σχέδιο και όραμα, ακόμη και αν βρίσκονται στην επαρχία της χώρας.

    Εκείνο που εντυπωσιάζει δεν είναι μόνο η ικανότητά τους να βρουν θέση σε ένα εξαιρετικά ανταγωνιστικό περιβάλλον, όπως αυτό της εγχώριας ζυθοποιίας, αλλά και η έντονη εξωστρέφεια που επιδεικνύουν, προμηθεύοντας ιδιαίτερα απαιτητικές αγορές, με μακρά παράδοση στην παραγωγή και κατανάλωση μπίρας. Θα έλεγε κανείς πως «παίζουν μπάλα στο δικό τους γήπεδο».

    Για την καινοτομία και την ανάπτυξη που επέδειξαν όλα τα τελευταία χρόνια βραβεύθηκαν πρόσφατα από το Επαγγελματικό Επιμελητήρια Αθηνών.

    Η «ΕΛΙΞΗ» ξεκίνησε το 2014 στη Χαλκίδα και σε σύντομο διάστημα πέτυχε να διευρύνει το αποτύπωμά της εντός και εκτός συνόρων με όχημα το υπερσύγχρονο ζυθοποιείο που δημιούργησε στην περιοχή της Δροσιάς. Μια τοποθεσία που επιλέχθηκε σύμφωνα με τους ιδρυτές, με γνώμονα την εξαιρετική ποιότητα του νερού, αλλά και τη γεωγραφική θέση της κοντά στον κεντρικό οδικό άξονα της χώρας.

    Σήμερα, η 100% οικογενειακή επιχείρηση, στην οποία τρία από τέσσερα μέλη της απασχολούνται αποκλειστικά με την ανάπτυξή της παρουσιάζει σταθερή ανάπτυξη με αιχμή τις σειρές προϊόντων Delfi και Marea. Αφορμή για το όνομα της πρώτης μπύρας ήταν οι Δελφοί, ο ομφαλός της γης, ενώ Δέλφη ονομάζεται και η ψηλότερη κορυφή του Δίρφυ, του μεγαλύτερου βουνού της Ευβοίας.

    Σημαντική είναι η συνεισφορά των εξαγωγών, οι οποίες για το 2019 θα προσεγγίσουν για πρώτη φορά το 20%. Συγκεκριμένα, η εταιρεία εξάγει σε επτά διαφορετικές χώρες από την Κύπρο έως και την εξωτική Σιγκαπούρη και τη Νότιο Κορέα. Από το 2017 ξεκίνησε να συμμετέχει σε εγχώριους διαγωνισμούς μπίρας, κερδίζοντας πολλά και σημαντικά βραβεία ενώ από το 2018 άρχισε να δίνει το παρών σε διεθνείς διαγωνισμούς. Μάλιστα, ήδη από την πρώτη φορά διακρίθηκε στον διαγωνισμό International Beer Challenge στο Λονδίνο, κερδίζοντας το χρυσό βραβείο για την Delfi Dark και το χάλκινο με την Defli Pilsener.

    H «Septem» ιδρύθηκε το 2009 στο χωριό Ωρολόγιο της Εύβοιας. Ήταν αποτέλεσμα της πρωτότυπης -τρελή την χαρακτηρίζουν οι ίδιοι- ιδέας των αδελφών Σοφοκλή και Γιώργου Παναγιώτου να δημιουργήσουν ένα πρότυπο μικροζυθοποιείο, το οποίο θα παράγει μπίρα με την λογική του κρασιού. Ο Σοφοκλής εξάλλου ως χημικός οινολόγος διέθετε την απαραίτητη γνώση για ένα τέτοιο εγχείρημα.

    Η οινολογική προσέγγιση της παραγωγής, το πάθος για έντονα αρωματικές γεύσεις και η αντίληψη ότι ο λυκίσκος αποτελεί το σταφύλι της μπίρας ανέδειξαν από την πρώτη στιγμή την ιδιαιτερότητα των προϊόντων τους. Από το 2009 έως σήμερα, η εταιρεία έχει βραβευθεί περισσότερες από 40 φορές σε διεθνείς διαγωνισμούς. Κορυφαία διάκριση η ανάδειξή της σε Best Brewer of Europe στο International Brewer Challenge στο Λονδίνο το 2015.

    Επιπλέον, κατάφερε να μεγαλώσει σημαντικά μέσα στην κρίση και πλέον εξάγει το 25% των προϊόντων της, σε 14 χώρες με κορυφαίες αγορές την Αμερική, την Ολλανδία, την Αγγλία, την Κύπρο. Αλλά και όπως λένε οι ιδρυτές της να αποδείξει ότι οι γαστρονομικές απολαύσεις μπορεί να αποτελέσουν καθημερινή συνήθεια. Το όνομα Septem, το οποίο στα λατινικά σημαίνει επτά δεν επελέγη τυχαία. Ο αριθμός επτά συμβολίζει τη δημιουργία και αποτέλεσε έμπνευση για τους ιδρυτές της.

    Εκτός από τις παραπάνω υπάρχουν και μια σειρά μικροζυθοποιών που επίσης διακρίνονται για την ποιότητα των προϊόντων τους. Με πιο γνωστή την «Βεργίνα», η οποία αποτελεί μια κατηγορία από μόνη της ξεχωρίζουν η «Κερκυραϊκή Μικροζυθοποιία» του Σπύρου Καλούδη με την Corfu Beer, η Μικροζυθοποιία Κυκλάδων στην Τήνο του Αλέξανδρου Κουρή με την Nήσος και η Μικροζυθοποιία Σερρών & Βορείου Ελλάδας με την «Voreia»

    «Η άνθηση της μικροζυθοποιίας»

    Η ελληνική μικροζυθοποιία είναι από τους λίγους κλάδους που αναπτύχθηκε μέσα στην κρίση. Πλέον, οι μικροζυθοποιίες ανά την Ελλάδα ξεπερνούν τις 50 όταν το 2009 ήταν μόλις έξι ενώ σε αυτές πρέπει να προστεθούν και οι λεγόμενοι «ζυθοποιοί-νομάδες» που δανείζονται εγκαταστάσεις τρίτων για την παραγωγή της μπίρας τους ―σύνηθες φαινόμενο στο χώρο αυτό. Η ανάγκη για την παραγωγή πιο ξεχωριστών προϊόντων, πιο ιδιαίτερων, πιο εξειδικευμένων αλλά και η διάθεση των καταναλωτών να στηρίξουν την εγχώρια παράγωγή συνέβαλε καταλυτικά.

    Ακόμη και οι πολυεθνικές του χώρου αναγκάστηκαν να επενδύσουν πολύ περισσότερο στην προβολή και προώθηση των αμιγώς ελληνικών σημάτων που έχουν στο χαρτοφυλάκιό τους, και να βάλουν σε δεύτερη μοίρα σήματα πού κάποτε θεωρούνταν ναυαρχίδες. Ενδεικτική των νέων τάσεων είναι η κίνηση της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας να εξαγοράσει και να επανακυκλοφορήσει την μπίρα Μάμος από την Πάτρα, αλλά και πιο πρόσφατα η κυκλοφορία της μπίρας «Νύμφης» αποκλειστικά για την περιοχή της Β. Ελλάδας.

    Έτσι, πλέον, πάνω από το 70% των σημάτων μπίρας που πωλούνται σήμερα στην ελληνική αγορά παράγονται στην Ελλάδα. Όπως λένε άνθρωποι του χώρου, ο κόσμος ζητάει ελληνική μικροζυθοποιία επειδή ξέρει ότι είναι κάτι διαφορετικό και θέλει να το δοκιμάσει. «Ο Έλληνας καταναλωτής, επισημαίνουν, «έχει αρχίσει να μαθαίνει κάποια βασικά πράγματα: «Όταν παίρνει ένα μπουκάλι μπύρας, πλέον δεν το πιάνει, το ανοίγει και πίνει. Το παίρνει και γυρίζει και διαβάζει από πίσω. Διαβάζει για δύο βασικούς λόγους: πού παράγεται, αν είναι δηλαδή ελληνική η μπύρα, και το δεύτερο είναι ότι κάθε μπύρα θέλει τη δική της θερμοκρασία σερβιρίσματος για να την πιείς».



    ΣΧΟΛΙΑ