ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Ο Bernard Arnault, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της LVMH, επέκτεινε την παρουσία του στη Γαλλική Ριβιέρα αποκτώντας ένα από τα πιο αποκλειστικά ορόσημά της: το πεντάστερο ξενοδοχείο Cap Estel. Η διακριτική συναλλαγή, που πραγματοποιήθηκε νωρίτερα το καλοκαίρι μέσω της Financière Agache, της ιδιωτικής εταιρείας χαρτοφυλακίου της οικογένειας Arnault, εκτιμάται σε 200 εκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με την εφημερίδα Nice Matin.
Το κόσμημα της Ριβιέρας
Χτισμένο σε μια απομονωμένη χερσόνησο μεταξύ Saint-Jean-Cap-Ferrat και Μονακό, το Cap Estel θεωρείται από καιρό ένας από τους κρυμμένους θησαυρούς της Κυανής Ακτής. Χτίστηκε στις αρχές του 20ού αιώνα ως ιδιωτική έπαυλη και μετατράπηκε σε ξενοδοχείο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σήμερα, διαθέτει μόλις 20 δωμάτια και σουίτες, προσφέροντας στους επισκέπτες ιδιωτικότητα, πανοραμική θέα στη Μεσόγειο και πολυτελείς ανέσεις, όπως καταπράσινους κήπους, σπα, πισίνα υπερχείλισης και εστιατόριο επιπέδου Michelin.

Οι τιμές αντανακλούν την αποκλειστικότητά του: ένα standard δωμάτιο ξεκινά από περίπου 1.900 ευρώ τη βραδιά, ενώ μια σουίτα prestige μπορεί να κοστίσει έως και 5.000 ευρώ. Με 10 εκατομμύρια ευρώ ανά δωμάτιο, η πώληση κατατάσσεται μεταξύ των πιο ακριβών συμφωνιών φιλοξενίας που έχουν γίνει ποτέ στην Ευρώπη.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η αποτίμηση της συμφωνίας ξεπέρασε τα 10 εκατομμύρια ευρώ ανά δωμάτιο, ένα νούμερο που σπάει κάθε προηγούμενο στην ευρωπαϊκή αγορά πολυτελών ξενοδοχείων.
Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος, το Grand-Hôtel du Cap-Ferrat (Four Seasons) είχε πουληθεί το 2015 περίπου στα 3,5 εκατ. ευρώ ανά δωμάτιο, ενώ το θρυλικό Hotel du Cap Eden Roc στο Cap d’Antibes αποτιμάται σήμερα γύρω στα 5 με 6 εκατ. ευρώ.
Το ιστορικό ελληνικό παρελθόν
Το Cap Estel έχει αλλάξει πολλά χέρια κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του και ιστορικά, προσελκύει αγοραστές της ελίτ. Από την κόμισσα Mery de la Canorgue, που δημιούργησε τους φημισμένους κήπους του, έως τον Ρώσο αριστοκράτη Sergei Stroganoff και αργότερα τον Έλληνα Ανδρέα Εμπειρίκο.
Ο Έλληνας μεγιστάνας εφοπλιστής και οδηγός αγώνων Ανδρέας Εμπειρίκος (André Maris Embiricos) – για τον οποίο μάλιστα έχει κατασκευαστεί και Bentley κατά παραγγελία – αγόρασε το Cap Estel το 1923.
Στα μεταπολεμικά χρόνια, ο ξενοδόχος Squaciafichi μετέτρεψε το κτήμα σε πόλο έλξης για διασημότητες.
Η Γκρέτα Γκάρμπο και ο Άντονι Κουίν ήταν τακτικοί επισκέπτες, ενώ ο θρύλος λέει ότι οι Beatles έμειναν εδώ στα τέλη της δεκαετίας του 1960, και συνέθεσαν το τραγούδι τους Michelle κατά τη διάρκεια της παραμονής τους.
Πιο πρόσφατα, ο Μπόνο των U2 ερωτεύτηκε το Cap Estel και αγόρασε βίλα στο Èze.
Η όαση που ξεπερνά τις τάσεις
Αυτό που κάνει το Cap Estel να ξεχωρίζει, σύμφωνα με όσους το γνωρίζουν καλά, είναι η αντοχή του στις μόδες και τις εφήμερες τάσεις. Η γοητεία του έγκειται στη διαχρονική διακριτικότητα: πρωινά που σερβίρονται σε ηλιόλουστες βεράντες, ήσυχες παραλίες με βότσαλα χωρίς αυτοκίνητα ή μουσική και μια σπάνια αίσθηση ιδιωτικότητας σε μια κατά τα άλλα πολυσύχναστη περιοχή.
Για χρόνια, το ακίνητο ανήκε σε μια οικογένεια από τη Νότια Αφρική, η οποία εξατομίκευσε κάθε σουίτα δίνοντάς της το δικό της θέμα. Η διακόσμηση μιας σουίτας είναι εμπνευσμένη από τη γοητεία της δεκαετίας του 1980 και από τον Helmut Newton. Μια άλλη είναι δωμάτιο σε αφρικανικό στιλ διακοσμημένο με δέρματα ζέβρας και μοτίβα ελεφάντων.
Υπό την καθοδήγηση της διευθύντριας Babeth Moraglio, το ξενοδοχείο κατάφερε να διατηρήσει μια ατμόσφαιρα που θυμίζει τη χρυσή εποχή της ριβιέρας, όταν προσωπικότητες της λογοτεχνίας, όπως ο F. Scott Fitzgerald, αναζήτησαν καταφύγιο στις ακτές της.

Η στρατηγική εξαγορά του δισεκατομμυριούχου
Για τον Arnault, έναν από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Ευρώπης, και τακτικό επισκέπτη της ριβιέρας, το Cap Estel δεν αντιπροσωπεύει μόνο μια επένδυση, αλλά και μια επέκταση της επιρροής του σε έναν από τους πιο αριστοκρατικούς προορισμούς πολυτελείας στον κόσμο.
Η εξαγορά υπογραμμίζει την ευρύτερη στρατηγική της LVMH να συνδέσει τον τρόπο ζωής, την κληρονομιά και την αποκλειστικότητα σε όλο το χαρτοφυλάκιο φιλοξενίας της.
Ο Bernard Arnault, γνωστός και ως «ο βασιλιάς των luxury brands», με περισσότερες από 75 μάρκες στο χαρτοφυλάκιό της LVMH, μεταξύ των οποίων Louis Vuitton, Dior, Tiffany & Co. και Dom Pérignon, έχει τοποθετήσει στρατηγικά κεφάλαια τόσο στον χώρο της μόδας όσο και στην αγορά ακινήτων υψηλής αξίας.
Η επένδυση αυτή αντικατοπτρίζει όχι μόνο τη σπανιότητα τέτοιων ακινήτων, αλλά και την αυξανόμενη ζήτηση των υπερ-πλούσιων για ξενοδοχειακές ιδιοκτησίες που συνδυάζουν πολυτέλεια, διακριτικότητα και μοναδική τοποθεσία. Άλλοι ξενοδοχειακοί όμιλοι που του ανήκουν είναι οι Cheval Blanc Maisons, Bvlgari Hotels, και Belmond.
Το μείγμα ιστορικής αίγλης, φυσικής ομορφιάς και υπερσύγχρονων παροχών καθιστά το κόσμημα της γαλλικής ριβιέρας ιδανικό για μια πελατεία που αναζητά την απόλυτη διακριτικότητα. Σε μια περιοχή που είναι συνώνυμη με τη λάμψη και τις διασημότητες, το Cap Estel παραμένει ένα καταφύγιο κομψότητας — ένα μέρος όπου, όπως είπε κάποτε ένας επισκέπτης, «ο χρόνος απλά σταματά».
Διαβάστε επίσης:
Louis Vuitton: Στο απόγειό της με το αστέρι της να λάμπει στο Salle des Etoiles στο Μόντε Κάρλο
Louis Vuitton: Γυρίζει πίσω τον χρόνο με την επιστροφή του ανανεωμένου Monterey
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο αύριο Πέμπτη – Τι ζητούν οι ΔΟΕ και ΟΛΜΕ
- Κομισιόν: Εντός δύο μηνών η αξιολόγηση του επικαιροποιημένου σχεδίου για τον ΟΠΕΚΕΠΕ
- Μητσοτάκη – Νετανιάχου: Τηλεφωνική επικοινωνία για την Γάζα
- Χατζηδάκης για Σχέδιο Δράσης αγροτικών επιδοτήσεων: Τομή, που μας επιτρέπει να κάνουμε μια νέα αρχή για τις ενισχύσεις

