• LIFE&STYLE

    Κωστής Στήκας: «Το ρολόι με ιντρίγκαρε πάντα σαν αντικείμενο»

    Stikas


    Ένα σταματημένο ρολόι, δείχνει σωστά την ώρα δύο φορές την ημέρα. Η έννοια του χρόνου είναι κατεξοχήν σχετική. Ο Στέλλιος Ράμφος έχει πει ότι το μαγικό στο χρόνο είναι ότι κάθε στιγμή μπορείς να κάνεις μια νέα αρχή, λέει ο Κωστής Στήκας, ιδρυτής του σαλονιού ωρολογοποιίας, φωτογράφος, συγγραφέας και επιμελητής ειδικών εκδόσεων που αφορούν τα ρολόγια. Και μια νέα αρχή έγινε στις 11 Μαΐου 2018, στο Κέντρο Πολιτισμού ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, όπου αναβίωσε το σαλόνι Υψηλής Ωρολογοποιίας Very Important Watches, το οποίο μέχρι και πριν από μια δεκαετία είχε προσελκύσει διεθνές ενδιαφέρον φιλοξενώντας όλους τους κορυφαίους οίκους, αλλά και σημαντικούς ανεξάρτητους ωρολογοποιούς.

    Για ακόμη μια φορά ο Κωστής Στήκας, απέδειξε ότι το πάθος του για τα ρολόγια είναι ζωντανό, επίκαιρο και με ανέλπιστα μεγάλο κοινό, στην «υπό ανάρρωση» Ελλάδα της κρίσης. Εμπνευστής της VIW, εδώ και 23 χρόνια έχει αφιερωθεί στην επιμόρφωση του ελληνικού κοινού τόσο μέσα από τις εκθέσεις (δώδεκα πλέον) που έχει διοργανώσει, όσο και με τα ένθετα εφημερίδων και περιοδικών που έχει επιμεληθεί. Επισημαίνει μάλιστα ότι «αν και το ρολόι έχει καταγραφεί, ως ένα κατεξοχήν ελβετικό προϊόν, τα γρανάζια του έχουν εφευρεθεί στην χώρα μας 2.100 χρόνια πριν- κάτι που τεκμηριώνεται στο βιβλίο του για τον Μηχανισμό των Αντικυθήρων, το οποίο πέρυσι βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών.

    «Πάθος και καινοτομία, είναι νομίζω πίσω απ’ότι κάνω. Είτε αυτό είναι μια φωτογραφία, ένα περιοδικό, μια έκθεση, το βιβλίο για τον Μηχανισμό των Αντικυθήρων, ή ένα φαγητό που θα μαγειρέψω με την κόρη μου». Πνεύμα που δεν εφησυχάζει, εκτός νόρμας και εφευρετικός, ο Στήκας προσεγγίζει το ρολόι ως κάτι πολύ περισσότερο από ένα αξεσουάρ μόδας ή ένα εργαλείο μέτρησης του χρόνου. Ίσως μάλιστα το γεγονός, ότι έχει φορέσει «ρολόγια- θρύλους» τα οποία δε συνήθιζε να κουρδίζει ποτέ, υποδηλώνει ότι η σχέση του με τον χρόνο είναι τελείως προσωπική. «Τα τελευταία χρόνια δε φοράω ρολόι. Θα φορούσα ίσως ένα τσέπης με minute repeater, αλλά φιλοδοξώ να φορέσω το ρολόι που έχω σχεδιάσει εγώ, μόλις υλοποιήσω την παραγωγή του. Δυστυχώς η ωρολογοποιία μοιάζει να έχει χαθεί στους δρόμους του χρήματος κι αρκείται πλέον στο να αναπαράγει τον εαυτό της». Καντράν και μηχανισμοί, χρονογράφοι,tourbillon και perpetual calendars, αφηγούνται τις δικές τους ιστορίες και ως λάτρης των λεπτών αυτών μηχανισμών ο Κωστής Στήκας, μας τις συστήνει, απενοχοποιώντας ταυτόχρονα «το ρολόι στα χρόνια της κρίσης».

    • Που τοποθετείς την αφετηρία της ενασχόλησης σου για τα ρολόγια;

    Κ.Σ. Το ρολόι με ιντρίγκαρε πάντα σαν αντικείμενο, κι ήταν παρόν, σε όλη την πορεία της επαγγελματικής μου ζωής . Αφετηρία της ενασχόλησης μου για τα ρολόγια ήταν το 1995, όταν έπεσα τυχαία πάνω σε ένα σχετικό βιβλίο στη Γενεύη. Όλα αυτά τα χρόνια που φωτογράφιζα τα ρολόγια όμως, ακόμη και οι αντιπρόσωποι δεν ήξεραν να μου εξηγήσουν τη λειτουργία τους – ώσπου τελείως τυχαία, το 1995 έπεσα σε ένα σχετικό βιβλίο στη Γενεύη. Εμβαθύνοντας λοιπόν στην ιστορία των εταιρειών, συνειδητοποίησα ότι η τεράστια ποικιλία στο χώρο της ωρολογοποιίας, μπορεί να προτείνει στον καθένα κάτι που να τον αφορά προσωπικά.

    • Ένα ρολόι σταθμός;

    Κ.Σ. Πρώτος σταθμός «η ανάληψη» του χρόνου από τις εκκλησίες – η καμπάνα της εκκλησίας του χωριού καθόριζε με απόλυτο τρόπο τις δραστηριότητες των ανθρώπων. Δεύτερος, το 1500 , όταν μέσω του ρολογιού τσέπης εγκαινιάστηκε ο ατομικός χρόνος, ο άνθρωπος δηλαδή απέκτησε την προσωπική του πρόσβαση στο χρόνο, ενώ ως τρίτος σταθμός, το ρολόι χειρός ήρθε μόλις στις αρχές του 20ου αιώνα κι εξελίχτηκε μέσα από τους πολέμους. Τα ρολόγια απέκτησαν καινούρια μορφή, μηχανισμούς και λειτουργίες σε συνάρτηση πάντα με τις πολεμικές δραστηριότητες. Η ανάγκη δημιούργησε μη μαγνητικά ρολόγια , ώστε να μην επηρεάζονται από τα μηχανήματα των αεροπλάνων, ανθεκτικά για να αντέχουν τις συνθήκες ζωής ενός μάχιμου στρατιώτη και ακριβή ώστε να μετράνε το χρόνο. Από κει και πέρα , τα ρολόγια σταθμοί καθορίζονται από τα προσωπικά γούστα των συλλεκτών.

    Κωστής Στήκας
    Κωστής Στήκας, συγγραφέας
    • Το πιο ιδιαίτερο ρολόι που έχετε φορέσει προσωπικά;

    Κ.Σ. Με πλησίασε κάποτε ένα παιδάκι οκτώ χρονών, που πουλούσε χαρτομάντηλα στο Ντα Κάππο, το οποίο φορούσε ένα κίτρινο πλαστικό ρολόι. Εγώ φορούσα ένα συλλεκτικό, σπάνιο, σκαλιστό Jager Le Coutre από ροζ χρυσό. Αστειευόμενος λέω στο παιδί «δε θέλω χαρτομάντηλα, θέλω το ρολόι σου. Και θα σου δώσω το δικό μου». Εκείνο κοίταξε εξεταστικά το «αριστούργημα» για το οποίο ήμουν τόσο περήφανος κι αρνήθηκε κατηγορηματικά. Είναι προφανές λοιπόν ότι το ρολόι είναι και μία έκφραση του προσωπικού μας γούστου, που συνδέεται με τον τρόπο ζωής μας , το στυλ και τις αξίες μας.

    Ναταλία Φουρλή, Αλεξία Παπανδρέου, Μπίλη Τζώρτζη, Κωστής Στήκας, Λίτσα Λάβδα, Φανή Λεβέντη
    • Very Important Watches – δέκα χρόνια μετά. Εάν ήταν η κρίση που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην διακοπή του εκθεσιακού σαλονιού, ποιο ήταν το έναυσμα για να ξαναξεκινήσει;

    Κ.Σ. Θα σας πω καταρχήν πως εμπνεύστηκα το όνομα. Όταν μέσα δεκαετίας ‘90 ξεκίνησε η έκθεση , τα ρολόγια περνούσαν από την αίθουσα VIP του Ανατολικού (τότε) Αερολιμένα, ενώ τα καλύτερα από αυτά ερχόντουσαν με συνοδεία σωματοφυλάκων και προστατευμένα αυτοκίνητα. Έτσι προέκυψε η ιδέα, εν μέσω μιας χρυσής εποχής. Το σαλόνι ωρολογοποιίας σταμάτησε το 2007, πριν εκδηλωθεί η οικονομική κρίση. Κι αυτό γιατί μετά από 11 χρόνια θεώρησα ότι για να εξελιχθεί, θα έπρεπε να πάρει μια άλλη μορφή, πράγμα δύσκολο με βάση το τότε τοπίο της αγοράς που μένοντας στατικό είχε μπει σ’ ένα μονόδρομο φθοράς. Οι λόγοι της αναβίωσης , ήταν δύο. Ο ένας, ότι την περσινή χρονιά υπήρξε μια εντυπωσιακή αύξηση της εισαγωγής ρολογιών στην Ελλάδα, και ο άλλος ότι είχα την πρόταση να μεταφέρω την έκθεση στη Βομβάη. Εξερευνώντας λοιπόν το έδαφος, συμπέρανα ότι η ωρολογοποιία έχει να δείξει ένα νέο πρόσωπο μετά την κρίση. Μεγάλα ονόματα του χώρου παρουσιάζουν ενδιαφέροντα μοντέλα σε προσιτές τιμές. Πολλές εταιρείες ξεκινούν στα μισά και πλέον χρήματα , σε σχέση με πριν κάποια χρόνια, ή μοντέλα που έβγαιναν μόνο με διαμάντια, τώρα βγαίνουν εξίσου προσεγμένα χωρίς. Έτσι αποφάσισα να παρουσιάσω μια έκθεση με νέο concept, η οποία αντί να εστιάζει στο αντικείμενο, πήρε τη μορφή ενός περίπατου στον διεθνή κήπο της υψηλής ωρολογοποιίας.

    • Τι αποκόμισατε από την έκθεση ως αίσθηση, για την σχέση του Έλληνα με το ρολόι σήμερα;

    Κ.Σ. Υπάρχει μια αμηχανία σαφώς. Είμαστε η μοναδική χώρα που έτυχε τόσο μεγάλης ενημέρωσης την χρυσή δεκαετία 1997-2007 , όταν και μέσω της έκθεσης ο Έλληνας ήρθε σε επαφή με μεγάλους ωρολογοποιούς και οίκους. Υπήρξαν μεγάλοι συλλέκτες , αλλά και απλοί άνθρωποι που αγόρασαν περισσότερα ρολόγια από όσα χρειαζόντουσαν και αυτή η υπερβολή δημιούργησε όπως είναι φυσικό ένα αντίθετο ρεύμα. Στάθηκαν πολλοί ,εκείνοι που απογοητεύτηκαν ανακαλύπτοντας ότι ένα ακριβό ρολόι, στην πραγματικότητα, σπάνια είναι επένδυση. Ακολούθησε και η επέλαση των smartwatches και των κινητών ως εργαλείων μέτρησης του χρόνου, οπότε λίγοι συνέχισαν να ασχολούνται με το χώρο. Δεν είναι τυχαίο ότι στην έκθεση ήρθαν άνθρωποι που φορούσαν πολύ ωραία κι ακριβά μοντέλα, σχετικά παλιά όμως τα περισσότερα. Η έκθεση λοιπόν, στάθηκε και μια επανεκκίνηση στο ενδιαφέρον μας για τα ρολόγια.

    • Συνεχίζει το ρολόι να είναι ένα «σημαντικό» αντικείμενο για τα παιδιά μας;

    Κ.Σ. Οι άνθρωποι σήμερα στρέφονται στην ακρίβεια του smartwatch κι η ωρολογοποιία εξειδικεύεται. Βγαίνει ρολόι για αυτόν που έχει μαύρη ζώνη στο καράτε, ρολόι γι αυτόν που παίζει κιθάρα heavymetall, ρολόι γι αυτόν που του αρέσουν οι δεινόσαυροι, υπάρχει μια απίστευτη κινητικότητα και δημιουργικότητα. Και η πιο δραστήρια ηλικιακή ζώνη είναι μία γενιά που χρησιμοποιεί κινητό για να βλέπει την ώρα και γνωρίζουν ή έχουν ρολόγια από τους γονείς τους , τα οποία συνήθως δεν χρησιμοποιούν. Εγώ κάνω έναν παραλληλισμό με την σχέση φωτογραφίας –ζωγραφικής. Όταν έγινε σαφές , ότι η φωτογραφία μπορούσε να αναπαραστήσει κάτι με πολύ πιο ακριβή τρόπο, η ζωγραφική προχώρησε στην αφαίρεση, τον κυβισμό κι άλλους δρόμους και σταμάτησε να επιχειρεί να καταγράψει την πραγματικότητα με το πινέλο ,κι έφτασαν στην αφαίρεση. Έτσι και το λιγότερο πλέον που αναζητά κανείς σ’ ένα ρολόι, είναι η μέτρηση του χρόνου. Ακόμη και η κίνηση, να σηκώσεις το χέρι σου να δεις την ώρα, έχει καταγραφεί ως μία κίνηση άγχους. Γι αυτό και πριν από μερικά χρόνια επανήλθε σαν μόδα, η χρήση του ρολογιού τσέπης, που παραπέμπει σε κάτι πιο ήρεμο και αρχοντικό. Γιατί – κυρίως για τους άντρες- δεν παύει το ρολόι να είναι ένα σύμβολο ευμάρειας καθώς και ένα από τα ελάχιστα αξεσουάρ στυλ και κύρους. Σε μία συνάντηση υψηλού επιπέδου για παράδειγμα, οι άνθρωποι υποδηλώνουν το στάτους τους μέσα από το ρολόι και τα ρούχα, το αυτοκίνητο δεν το έχουν μαζί. Κι ενώ είναι άκομψο να ξεκινήσεις μια συζήτηση για το καινούριο σου αυτοκίνητο, το ρολόι χωρίς λέξεις μεταφέρει για σένα το ποιος και πόσο εκλεπτυσμένος είσαι, πώς σκέφτεσαι, τι σου αρέσει, ποιες είναι οι γνώσεις σου, πόσο παχύ είναι το πορτοφόλι σου. Στην υπερβολή του πράγματος , θα λέγαμε πως στην περίοδο της κρίσης αυτοί που συνεχίζουν ν’ αγοράζουν ρολόι είναι αυτοί που έχουν το αίτημα να εντυπωσιάσουν, να ευχαριστήσουν, να γοητεύσουν, ή να ερωτευτούν…

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Ο μηχανισμός των Αντικυθήρων αποκλειστικά στα Public

    ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Μπίλλη Τζώρτζη: Εγκαίνια για τη νέα μονάδα της JAGUAR – LANDROVER

    ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ:  Φανή Σαραντοπούλου: Πλέον έχω συνεργασίες με το εξωτερικό και επεκτείνομαι σε νέα projects



    ΣΧΟΛΙΑ