Η γερμανική παρέμβαση στην ελληνική αγορά τηλεπικοινωνιών, με την προχθεσινή ανάλυση για τον ΟΤΕ, της Deutsche Bank,  στόχευε να αμβλύνει την ανησυχία των επενδυτών του ΟΤΕ, που ανήκει στην Deutsche Telecom για την είσοδο της ΔΕΗ στις τηλεπικοινωνίες.

Όμως το έκανε μονόπλευρα, με αντιφάσεις και ανακρίβειες και πέτυχε το αντίθετο. Και αν και όλοι κατάλαβαν ότι η γερμανική τράπεζα  προσπαθεί με κάθε τρόπο να καθησυχάσει τις ανησυχίες για την γερμανικών συμφερόντων ΟΤΕ, η εμμονή της με τη ΔΕΗ απέδειξε το αντίθετο.

1

Ισως δε να έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον το γεγονός ότι τόσο η Deutsche Bank όσο και η Deutsche Telecom έχουν ίδιους κάποιους από τους κύριους μετόχους, όπως η BlackRock που διαθέτει το 7,23% των μετοχών της γερμανικής τράπεζας και ταυτόχρονα το 5,8% της εταιρείας τηλεπικοινωνιών.

Ενώ η Vanguard  διαθέτει το 3% των μετοχών της τράπεζας και το 4,1% της Telecom.

Ενδεχομένως οι κοινοί μέτοχοι Deutsche Bank και Deutsche Telecom να εξηγούν το λόγο που δημοσιοποιήθηκε η έκθεση, η οποία αντί να αξιολογεί τις επενδυτικές επιλογές του ΟΤΕ, μπήκε μαζί του στη μάχη εναντίον της ΔΕΗ.

Και τελικά μόνο τη μεγάλη ανησυχία του Οργανισμού και των επενδυτών του αποκαλύπτει το γεγονός ότι μια εκτενής επενδυτική ανάλυση για τον Όμιλο ΟΤΕ (OTE Group) επικεντρώθηκε στη ΔΕΗ.

Αυτό αναδεικνύει πόσο σοβαρό πρόβλημα για τον ΟΤΕ είναι το γεγονός ότι η ΔΕΗ, δεν μπήκε απλά στην αγορά των δικτύων που ΟΤΕ μονοπωλούσε, αλλά σε 3 χρόνια θα έχει ένα δικό της δίκτυο οπτικής ίνας που θα φτάνει σε 3 εκ. σπίτια.

Ταυτόχρονα τα ίδια τα επιχειρήματα που χρησιμοποιεί για να πείσει ότι η ΔΕΗ δεν αποτελεί απειλή για τον ΟΤΕ, πιστοποιούν ότι αποτελεί, και ότι η μάχη ΟΤΕ-ΔΕΗ στις τηλεπικοινωνίες, μπορεί να μην γίνεται ακόμη για τα μερίδια στην αγορά, αλλά ήδη δίνεται μάχη για τις εντυπώσεις στους επενδυτές και για την επιρροή στους δύο πελάτες χονδρικής, τη Vodafone και την Wind.

Τι λέει η έκθεση και τι δε λέει

Η Deutsche Bank παρουσιάζει τη ΔΕΗ ως “price disruptor” στην ελληνική αγορά, επισημαίνοντας ότι η εταιρεία, μετά την αποτυχία να συνάψει συμφωνίες χονδρικής με ΟΤΕ, Nova και Vodafone, αποφάσισε τον Ιούνιο του 2025 να εισέλθει στην λιανική αγορά ευρυζωνικών υπηρεσιών, προσφέροντας τιμές περίπου 50% χαμηλότερες από εκείνες των καθιερωμένων παρόχων. Η απόφαση αυτή, λέει η έκθεση, προήλθε από την προσπάθειά της να ανακτήσει μέρος των 250 εκατ. ευρώ που έχει ήδη δαπανήσει για την ανάπτυξη δικτύου οπτικών ινών (FTTH).

Είναι όμως έτσι; Η έκθεση δε λέει ότι σήμερα το δίκτυο της ΔΕΗ σήμερα έχει 600.000 γραμμές, στο τέλος του 2025 θα έχει 1 εκ. γραμμές και στο τέλος του 202 1,9 εκ. γραμμές για να φτάσει στο στόχο των 3 εκ. γραμμών στο τέλος του 2028. Το αν αποτελεί ανταγωνιστική επιλογή για τους πελάτες χονδρικής και λιανικής, δεν είναι κάτι επομένως που μπορεί να το κρίνει σήμερα ένας αναλυτής αλλά θα το δούμε στο τέλος της κούρσας.

Προκειμένου να υποστηρίξει η ανάλυση της Deutsche Bank ότι η επιλογή της ΔΕΗ ήταν αποτυχημένη, οι ανακρίβειες που χρησιμοποιούνται είναι πολλές. Για παράδειγμα αναφέρει ότι η ΔΕΗ από το 2020 σχεδίασε την είσοδο στις τηλεπικοινωνίες, ότι θα διαθέσει δισεκατομμύρια γι αυτό. Επίσης,  ότι τότε εκτιμούσε ότι η Ελλάδα δεν διέθετε επαρκή συνδεσιμότητα ενώ αυτό σήμερα έχει αλλάξει (?).

Η πραγματικότητα είναι ότι η θυγατρική της ΔΕΗ Fiber Grid ξεκίνησε το 2023 και μέσα σε δύο χρόνια στα τέλη του 2025 θα είναι στις 1 εκ. συνδέσεις έτοιμες να προσφέρουν υπηρεσία και κάλυψη 1,5 εκ.. Κι αυτό η ΔΕΗ το πετυχαίνει με κόστος 100 εκ. ετησίως και όχι κόστος δισεκατομμυρίων όπως αναφέρει η έκθεση. Τα επόμενα δύο χρόνια τόσο ο ΟΤΕ όσο και η ΔΕΗ θα προχωρήσουν εντατικά τις επενδύσεις για την ανάπτυξη του δικτύου τους, με τη μόνη διαφορά ότι το κόστος για τη ΔΕΗ θα είναι μικρότερο αφού δημιουργεί ένα υπέργειο δίκτυο που υλοποιείται ταχύτατα και με μικρότερο κόστος από αυτό του ΟΤΕ.

Ο ΟΤΕ από το 2018 μέχρι σήμερα δηλαδή σε 7 χρόνια έχει φτάσει στις 1,9 εκ. συνδέσεις ενώ η ΔΕΗ θα φτάσει στο νούμερο αυτό στα τέλη του 2026 δηλαδή σε 3 χρόνια.

Η Deutsche Bank αναφέρει ότι “η ΔΕΗ είχε υποτιμήσει την ταχύτητα ανάπτυξης των δικτύων οπτικών ινών από τους άλλους παρόχους. Μέχρι τα μέσα του 2025, το 60% των ελληνικών κατοικιών διαθέτει ήδη πρόσβαση σε FTTH, ενώ οι εταιρείες έχουν αρχίσει να προσφέρουν αμοιβαία χονδρική πρόσβαση με εκπτώσεις έως 28% επί των ρυθμιζόμενων τιμών”.

Στην ίδια  ανάλυση όμως εμφανίζονται τα πρόσφατα στοιχεία για την πρόοδο των τηλεπικοινωνιακών υποδομών στα οποία φαίνεται η ταχύτατη ανάπτυξη της ΔΕΗ που σύντομα θα μπορεί να παρέχει στο 80% της επικράτειας ανταγωνιστικές τιμές,  τις οποίες θα μπορούν να επιλέξουν οι σημερινοί πελάτες του ΟΤΕ Vodafone και Wind. Και αυτός είναι ο μεγάλος μελλοντικός κίνδυνος για τον ΟΤΕ, ότι όταν το δίκτυο της ΔΕΗ θα αναπτυχθεί και θα αποτελεί μια αξιόπιστη εναλλακτική στη μισή τιμή, μπορεί να το προτιμήσουν οι δύο άλλοι πάροχοι.

Πάροχος Κάλυψη FTTH Ιούν. 2025 Στόχος
ΟΤΕ 1,9 εκατ. 3,5 εκατ. έως 2027
Nova 0,71 εκατ. 1,6 εκατ.
Vodafone 0,36 εκατ. 0,85 εκατ. έως 2027
ΔΕΗ 1,3 εκατ. 3 εκατ. έως 2029

Η Deutsche Bank αναφέρει ότι οι τρεις τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι αναπτύσσουν συνεχόμενα αλλά όχι επικαλυπτόμενα δίκτυα, ενώ η ΔΕΗ υπερκαλύπτει τις υποδομές τους, κυρίως αυτές του ΟΤΕ και της Nova. Αυτό όμως για ποιον είναι πρόβλημα; Για τη ΔΕΗ που θα έχει πλήρες δίκτυο και θα το προσφέρει σε ανταγωνιστική τιμή ή για τους άλλους παρόχους που μπορούν να δουν επενδύσεις δισσεκατομμυρίων να αντιμετωπίζουν σκληρό ανταγωνισμό;

Οι τιμές και η αγορά

Το μεγάλο πρόβλημα για τον ΟΤΕ είναι οι χαμηλές τιμές που μπορεί να προσφέρει η ΔΕΗ. Εντύπωση προκαλεί ότι ενώ η ανάλυση είναι για τον ΟΤΕ, δεν περιγράφει την επίπτωση ή τον κίνδυνο που προκαλεί για τον ΟΤΕ αυτή η τιμολογιακή πολιτική….αλλά περιγράφει τι σημαίνει για τη ΔΕΗ…

Αναφέρει, ότι “η ΔΕΗ προσφέρει λιανικές τιμές 17,9 ευρώ για ταχύτητα 500 Mbps και 19,9 ευρώ για 1 Gbps, ενώ οι αντίστοιχες τιμές χονδρικής κυμαίνονται μεταξύ 13,4 και 18,5 ευρώ, χωρίς εκπτώσεις. Με βάση τις εκπτώσεις 28%, οι τιμές χονδρικής πέφτουν ακόμη χαμηλότερα (9,7–13,3 ευρώ), γεγονός που σημαίνει ότι η ΔΕΗ λειτουργεί με περιθώρια σχεδόν μηδενικά, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη το υψηλό κόστος ανάπτυξης και λειτουργίας”.

Η αλήθεια είναι ότι το μεγάλο όπλο της ΔΕΗ είναι ότι μπορεί να προσφέρει αυτές τις τιμές και αυτό αποτελεί το πλεονέκτημά της και το λόγο που ανησυχεί ο ΟΤΕ και οι μέτοχοί του.

Τέλος, η έκθεση περιγράφει τους λόγους αποτυχίας του σχεδίου της ΔΕΗ. Αν ήταν τόσο βέβαιο ότι το σχέδιο θα αποτύχει δε θα απασχολούσε για τόσες σελίδες την έκθεση. Θα περίμενε κανείς μα έκθεση για τον ΟΤΕ να ενδιαφερόταν για το τι θα κάνει ο ΟΤΕ αν το σχέδιο πετύχει γιατί αυτό αφορά τους μετόχους του.

Μεταξύ των λόγων που θα αποτύχει, αναφέρει το ότι “δεν έχει υπηρεσία σταθερής φωνής”, ενώ σε άλλο σημείο της έκθεσης αναφέρει ότι η ΔΕΗ θα προσθέσει την υπηρεσία στο τέλος του 2025. Και μόνο από αυτό φαίνεται η μεγάλη προσπάθεια να φανεί ότι η ΔΕΗ έχει πρόβλημα και όχι ο ΟΤΕ γίνεται τόσο άγαρμπα που πείθει για το αντίθετο….

Η Deutsche Bank θεωρεί ότι η ΔΕΗ θα αντιμετωπίσει σημαντικές δυσκολίες στην προσπάθειά της να καταστεί αξιόπιστος παίκτης στην αγορά τηλεπικοινωνιών:

  • Δεν διαθέτει εμπειρία, ισχυρό εμπορικό σήμα ή δίκτυο διανομής στον κλάδο.
  • Δεν έχει ακόμα προσθέσει υπηρεσία σταθερής φωνής, ενώ η αξιοπιστία της παραμένει αδοκίμαστη.
  • Δεν επιθυμεί να προσφέρει πακέτα συνδυαστικών υπηρεσιών ενέργειας και τηλεπικοινωνιών, καθώς διατηρεί δεσπόζουσα θέση στην αγορά ενέργειας και αποφεύγει πιθανά ρυθμιστικά εμπόδια.
  • Οι πελάτες των ΟΤΕ, Nova και Vodafone είναι δύσκολο να μετακινηθούν, καθώς απαιτείται φυσική αλλαγή εξοπλισμού και σύνδεσης.
  • Οι ανταγωνιστές μπορούν εύκολα να αντισταθμίσουν τις τιμές της ΔΕΗ ή να προσφέρουν συνδυαστικές εκπτώσεις.

 Και καταλήγει ότι …”η είσοδος της ΔΕΗ στις τηλεπικοινωνίες είναι παρακινδυνευμένη, χωρίς σαφή επιχειρηματική λογική και με μεγάλο ρίσκο για τους μετόχους της”, για τους οποίους η γερμανική τράπεζα ….δείχνει ειλικρινές ενδιαφέρον.