• LIFE&STYLE

    Μια συγκλονιστική συνέντευξη του Πέτρου Αλατζά

    πέτρος αλατζάς


    Η είδηση του ξαφνικού θανάτου του ηθοποιού και σκηνοθέτη Πέτρου Αλατζά την Τετάρτη, συγκλόνισε τον καλλιτεχνικό χώρο και βύθισε στη θλίψη τους φίλους, τους συνεργάτες του, αλλά και το κοινό. Μία μέρα μετά από τον θάνατο της Αρλέτας, ο κόσμος της τέχνης συνεχίζει να μετρά απώλειες και να χάνει σημαντικούς ανθρώπους του.

    Ο Πέτρος Αλατζάς ήταν πολύ αγαπητός στον κύκλο του και υπήρξε ταλαντούχος καλλιτέχνης. Άρχισε να εργάζεται ως επαγγελματίας ηθοποιός από το 1995, ενώ στην πολύχρονη πορεία του αγάπησε το θέατρο και την τηλεόραση εξίσου. Η μεγάλη επιτυχία ήρθε με τη συμμετοχή του στη δημοφιλή σειρά του MEGA “Το νησί”, που συγκίνησε όλο το τηλεοπτικό κοινό κατά την περίοδο 2010-11 και στην οποία ο Πέτρος υποδύθηκε τον δημοσιογράφο Σταύρο Σολομονίδη, εκδότη της τοπικής εφημερίδας.

    Παρά τη δημοφιλία και την επιτυχία που γνώρισε, ο Πέτρος συνέχισε να είναι ένας χαμηλών τόνων άνθρωπος και να εργάζεται σκληρά, κάνοντας αυτό που αγαπούσε. Οι εμφανίσεις του ήταν σπάνιες, όπως και οι συνεντεύξεις που έδινε, καθώς διατηρούσε ένα προφίλ μακριά από τα φώτα της διασημότητας. Παρόλα αυτά, σας παραθέτουμε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη που είχε δώσει πριν από μερικά χρόνια στον Κυρ. Κουρουτσαβούρη και το www.all4fun.gr, όπου μιλά σχετικά με τη σειρά που τον ανέδειξε, τα γυρίσματα, τους συνεργάτες και τους ρόλους του.

    – Ηταν επιλογή σου τόσα χρόνια να μείνεις εκτός τηλεόρασης;
    Μη νομίζεις, έχω κάνει αρκετά πράγματα, αλλά κυρίως μικρές συμμετοχές. Ούτως ή, άλλως για πολλά χρόνια ήμουν δοσμένος με τα χίλια στο θέατρο. Ούτε το κυνήγησα, αλλά ούτε και το σνόμπαρα. Ήμουν τόσο πηγμένος, όμως, με το θέατρο που δεν το είχα επιδιώξει. Ευτυχώς «Το Νησί» ήταν η πρώτη μου μεγάλη συμμετοχή σε σειρά στην τηλεόραση και το καμαρώνω. Ηταν μια πάρα πολύ ωραία εμπειρία από κάθε άποψη. Πολύ ωραίοι άνθρωποι, πολύ ωραία παραγωγή, συνεργασία, ταξίδια. Ηταν φοβεροί αυτοί οι μήνες της ζωής μου.

    – Και σου λείπουν;
    Ναι, πολύ. Κάναμε πολύ ωραίες παρέες και μεταξύ μας και με ντόπιους. Δεθήκαμε πολύ και με τους ανθρώπους και με τον τόπο. Περνούσαμε πολλές ώρες μαζί. Στο γύρισμα, στις ταβέρνες, σε σπίτια, στο καφενείο, ακόμη και στα πανηγύρια των ντόπιων.

    – Να γίνει τότε το Νησί νούμερο 2!
    Ελα ντε. Το έχω πει στη Βικτόρια και στη Μιρέλλα (σ.σ. γέλια) Εξάλλου ο Σολομονίδης φεύγει από το νησί με τη γυναίκα του για την Αθήνα και άρα υπάρχει υλικό για νέα ιστορία. Οπότε να γυρίσουμε το Νησί 2 (σ.σ γέλια).

    – Επομένως έχεις, λοιπόν, πλούσιες αναμνήσεις.
    Πράγματι, περάσαμε πολλά όλοι μαζί. Ξέρεις, ζήσαμε όλες τις εποχές κάτω στην Κρήτη. Χειμώνα, άνοιξη, καλοκαίρι, φθινόπωρο και το δέσιμο ήταν φοβερό. Ειδικά τον χειμώνα, που μαζευόμασταν στο καφενεδάκι με τη ξυλόσομπα. Είτε όταν περιμέναμε το πρωί το φουσκωτό ή το καραβάκι για να πάμε στο νησί, είτε το βράδυ μετά το γύρισμα. Υπήρχε έντονη και η συμμετοχή των ντόπιων. Είχαμε γίνει όλοι μια παρέα. Κάναμε και απίστευτα ξενύχτια, διασκεδάζαμε πολύ όταν είχαμε ρεπό, ή όταν δεν μπορούσαν να γίνουν γυρίσματα, όπως π.χ. όταν έβρεχε ή, όταν λόγω καιρού δεν μπορούσαμε να πάμε στο νησί.

    – Και ήσουν και πατέρας!
    Ναι, έκανα γυρίσματα με 4 (!) μωρά. Τα δύο ήταν βρέφη, το άλλο 1 ενός έτους και κάτι και το άλλο 3.

    – Σε αναγνώριζαν;
    Ε, τα δύο ήταν πολύ μικρά. Με τους γονείς των δύο μεγαλύτερων γίναμε φίλοι. Ηταν απίστευτο, όμως, να τα πιάνεις στα χέρια σου και να κάνεις γύρισμα με μωρά 20-30 ημερών.

    – Σου ξύπνησε το πατρικό ένστικτο;
    Σου βγάζει μια τρυφερότητα, αλλά όχι. Εχω φοβερή σχέση με τα παιδιά, έχω και δύο ανίψια που αγαπώ πολύ, όμως δε μου έχει βγει κάτι τέτοιο ακόμη.

    – Πώς ήταν να δουλεύεις με τον Θοδωρή Παπαδουλάκη;
    Ο Θοδωρής αγαπάει πολύ τη δουλειά του και αυτό φάνηκε από τις πρόβες πριν αρχίσουν τα γυρίσματα. Σκηνοθετεί με άρτια τεχνική, αλλά και με πολύ προσεκτική, καλλιτεχνική ματιά. Γενικά οι απαιτήσεις της σειράς ήταν πολύ μεγάλες, όμως μου έκανε εντύπωση το πώς άντεχε. Διάβαζε συνεχώς, αποφάσιζε τι πρέπει να γίνει σε όλους τους τομείς, είχε τα μίτινγκ με το συνεργείο. Απίστευτος! Θα είχε σίγουρα τρομερή κούραση, όμως είναι και τρομακτικά ταλαντούχος. Και το πώς δουλεύει με τους ηθοποιούς του, η ματιά του γενικά, που είναι κινηματογραφική, οι λήψεις του. Καταφέρνει να χτίζει έναν χαρακτήρα, αλλά και τις σχέσεις μεταξύ των χαρακτήρων. Μου έκανε επίσης τρομερή εντύπωση που η Μιρέλλα Παπαοικονόμου ήταν παρούσα σε όλα τα γυρίσματα. Το πώς έδινε αμέσως λύσεις αν προέκυπτε ένα πρόβλημα, ξαναδούλευε τους διαλόγους. Έναν χρόνο ήταν εκεί. Δεν το κάνουν όλοι οι σεναριογράφοι αυτό. Αγαπάει πολύ τη δουλειά της και την προσέχει.

    – Οπως και η Βικτόρια Χίσλοπ;
    Φυσικά. Είναι απίστευτο το πόσο προσγειωμένη είναι και το πόσο μάς αγάπησε. Και τι γενναιόδωρη γυναίκα! Σε ανθρώπινο επίπεδο μας συγκίνησε πολύ. Όταν βγαίναμε ήθελε να έρχεται μαζί μας. Μας καλούσε στο σπίτι που έχει αγοράσει στην περιοχή, μας έβγαζε έξω για φαγητό. Δεν υπάρχει περίπτωση να έρθει στην Ελλάδα και να μη μας πάρει όλους τηλέφωνο. Το Νοέμβριο σκηνοθέτησα μια παράσταση τα «Ονειρικά Τοπία». Το έμαθε και πήρε το αεροπλάνο από το Λονδίνο και ήρθε στην πρεμιέρα! Όταν ο Μάνος Πετούσης, που επίσης παίζει στο νησί, σκηνοθέτησε τα «Σκουλήκια» με τον Τάσο Νούσια έκανε ακριβώς το ίδιο. Απίστευτη. Να σου πω και ένα άλλο περιστατικό. Μια φορά στην παραλία συζητούσαμε για τη λογοτεχνία και της είπα κάτι που της άρεσε. Έφυγε για 10 λεπτά και γύρισε, φέρνοντας μου δώρο ένα τασάκι! Με την ευχή, βέβαια, να κόψω το κάπνισμα, επειδή εκείνη δεν καπνίζει. Και μόνο η κίνηση της, όμως, δείχνει τη γενναιοδωρία της. Τώρα γράφει το τρίτο της βιβλίο που έχει πάλι ελληνικό θέμα και μακάρι να γίνει επίσης best-seller και μετά σειρά, όπως συνέβη με το Νησί.

    – Υπήρχαν και πρόσωπα που είχαν ζήσει στη Σπιναλόγκα και βοήθησαν στη σειρά;
    Σαφώς, όπως ο αείμνηστος Μανώλης Φουντουλάκης. Τον είδα για τελευταία φορά το καλοκαίρι πριν μπει στην εντατική. Δυστυχώς έφυγε από τη ζωή. Ηταν ένας εκπληκτικός άνθρωπος. Όλοι μας είχαμε πάει σπίτι του και μιλήσαμε μαζί του. Μας στήριξε πάρα πολύ. Σ’ ένα επεισόδιο, μάλιστα, εμφανίζεται κρατώντας μια εικόνα, κι είναι δίπλα του η Βικτόρια . Ηταν μια πολύ συγκινητική σκηνή. Είχα πάει εκείνη τη μέρα στο γύρισμα και τραβούσα φωτογραφίες. Ηταν πολύ θρήσκος και γενικά η θρησκεία ήταν στήριγμα για τους Σπιναλογκίτες. Ολοι του οφείλουμε πάρα πολλά.

    – Πάμε και στον ρόλο σου, εκείνου του δημοσιογράφου Σταύρου Σολομονίδη.
    Μου άρεσε πάρα πολύ ως χαρακτήρας. Κατ’ αρχάς ως ηθοποιός σε ιντριγκάρει το θέμα της Σπιναλόγκας διότι απασχόλησε την ελληνική κοινωνία. Η ιστορία του Σταύρου βασίζεται σε αληθινά γεγονότα. Ο χαρακτήρας μου δεν έχει τόσο μεγάλη έκταση στο βιβλίο. Προστέθηκαν στοιχεία στο σενάριο από τη Βικτόρια και τη Μιρέλλα. Όλη η δομή του ρόλου μου άρεσε. Η εξέλιξη της ιστορίας με το παιδί το οποίο είναι υγιές, το ότι βγάζει την εφημερίδα του νησιού. Όλες οι ιστορίες στη σειρά εμπλουτίστηκαν από υλικό, το οποίο βρέθηκε από πολύμηνη έρευνα. Όπως π.χ για τα φάρμακα, το πώς δοκιμάστηκαν από τους ανθρώπους, τις παρενέργειες που είχαν κι άλλα πολλά…

    – Μια παραγωγή που γίνεται συνεχώς λόγος για το πόσο ψάχθηκε για να περιγράψει το κλίμα της εποχής.
    Πραγματικά έγινε τρελή έρευνα. Ο Σολομονίδης εκτός από δημοσιογράφος είναι και ο γραμματέας της αδελφότητας. Ηταν εκείνος που έγραφε όλες τις επιστολές και ήταν το δεξί χέρι του προέδρου. Να σκεφτείς, λοιπόν, ότι στην παραγωγή έψαξαν και βρήκαν από αρχεία γράμματα από εκείνη την εποχή, όπως και την αληθινή σφραγίδα της αδελφότητας. Φυσικά και οι ίδιοι οι ηθοποιοί ψάχθηκαν. Εγώ βρήκα δύο γραφομηχανές για να κάνω εξάσκηση και μάλιστα η μία ήταν του Βασίλη Ρώτα από το 1920. Η άλλη ήταν αμερικάνικη, όμως τελικά χρησιμοποιήσαμε μια τρίτη που βρήκε ο σκηνογράφος Αντώνης Χαλκιάς. Ο λόγος ήταν πως η συγκεκριμένη είχε ελληνικούς χαρακτήρες και όπως είναι φυσικό θα έπρεπε να γράφω στα ελληνικά. Αυτό που δεν ήξερα, όμως, ήταν πως από τότε υπήρχε το πλήκτρο με το παπάκι (!) Το χρησιμοποιούσαν σαν σημείο πολλαπλασιασμού, αλλά είχε και μία ακόμη χρήση. Όταν έκαναν λάθος το πατούσαν για να σβήσουν ένα γράμμα. Ηταν το μουντζούρωμα της εποχής. Δεν υπήρχαν άλλωστε blanco τότε (σ.σ. γέλια)

    – Και ο Σταύρος, όπως και η γυναίκα του έχουν το δίλημμα αν πρέπει να αφήσουν το υγιές παιδί τους να πάει στην Πλάκα ή, να το κρατήσουν μαζί τους στην Σπιναλόγκα.
    Μου άρεσε το γεγονός ότι ο χαρακτήρας μου έχει αυτό το φοβερά σκληρό δίλημμα. Αγαπάει μια γυναίκα που έχει την ίδια αρρώστια και έχουν ένα παιδί, το οποίο είναι υγιές. Τι κάνεις σ΄ αυτήν την περίπτωση; Έχεις να κάνεις μ΄ ένα παιδί, το οποίο έχει μπροστά του ολόκληρη τη ζωή. Η απόφαση ήταν ένα ρίσκο. Πάντως, στο τέλος δικαιώθηκαν, όταν έφυγαν και πήγαν στην Αθήνα. Το παιδί πήγε κανονικά σχολείο και δεν αρρώστησε ποτέ. Με τον τρόπο αυτό διεκδίκησαν μια φυσιολογική ζωή του παιδιού και την κέρδισαν. Επιπλέον το ζευγάρι δεν είχε αρρωστήσει βαριά. Απλά είχε το στίγμα.

    – Εσύ ως Πέτρος τι θα έκανες;
    Αυτή είναι μια ερώτηση που δεν ξέρω να σου απαντήσω. Είναι η γνωστή μάχη της λογικής και του συναισθήματος που την αντιμετωπίζουμε κάθε μέρα ως άνθρωποι ανάλογα με τη ψυχοσύνθεση μας.

    – Ο Σταύρος είχε και μια επαναστατική συμπεριφορά.
    Εχει πλάκα σαν άτομο. Συντάσσει τα άρθρα του, τα τυπώνει, μοιράζει τις εφημερίδες του σε όλους. Όσο για το ερώτημα που μου έθεσες προηγουμένως τώρα που το σκέφτομαι τελικά συμφωνώ μαζί του. Επιπλέον να σου πω ότι από τα 100 παιδιά που γεννιούνταν στη Σπιναλόγκα μόνο το 2-3% αρρώσταινε. Τα υπόλοιπα ήταν γερά. Από δική μου προσωπική έρευνα αυτό οφειλόταν στο ότι ήδη είχαν αναπτύξει αντισώματα για να μην προσβληθούν. Με τη γέννηση τους, όμως, τα έστελναν σε οικογένειες στην Κρήτη ή στην Αθήνα για υιοθεσία. Οι γονείς δεν τα έβλεπαν ποτέ ξανά.

    – Τότε γιατί έκαναν παιδιά;
    Ηταν μια άλλη εποχή, καταλαβαίνεις πως ουσιαστικά δεν υπήρχε αντισύλληψη. Οι γάμοι, πάντως, ιστορικά από τότε που άνοιξε η Σπιναλόγκα επιτρέπονταν από την εκκλησία. Υπήρχε ένα παπάς, ο οποίος οικειοθελώς ζούσε μέσα στο νησί κι έκανε και τους γάμους. Αλλά ήταν και θέμα πρακτικό. Οι παντρεμένοι ζούσαν μαζί και πέρα από την ψυχική υποστήριξη βοηθούσε ο ένας τον άλλο όταν η αρρώστια χειροτέρευε. Σχεδόν κάθε μέρα πέθαινε και ένας άνθρωπος, διότι η αρρώστια θέριζε. Στην Πλάκα έλεγαν πως δεν περνούσε μέρα που να μην ακουγόταν πένθιμα η καμπάνα. Σιγά – σιγά, όμως, οι άνθρωποι της Σπιναλόγκας παρά τις πολύ δύσκολες συνθήκες που αντιμετώπιζαν, κέρδισαν ορισμένα πράγματα. Σημαντικό ρόλο έπαιξε ο ερχομός του πραγματικού πρόεδρου της αδελφότητας του Αθηναίου δικηγόρου Ρεμουντάκη, τον οποίο υποδύεται ουσιαστικά ο Τάσος Νούσιας. Ηταν φοιτητής νομικής, όταν τον χτύπησε η αρρώστια. Πήγε αρχικά στο Λοιμωδών και μετά Σπιναλόγκα. Ήταν ο άνθρωπος που άλλαξε όλο το νησί. Εκείνος που άνοιξε τον δρόμο για να αποκτήσουν οι κάτοικοι επίδομα και έφτιαξε το εμπόριο με την Πλάκα. Μετά από ένα σημείο ολόκληρα χωριά ζούσαν από τους λεπρούς.

    – Οι οποίοι λεπροί αντιμετωπίζονταν ως καταραμένοι όπως φαίνεται και στη σειρά από ορισμένους υγιείς;
    Οι λεπροί στέλνονταν στη Σπιναλόγκα για να πεθάνουν και να μην “βρομίζουν τον τόπο”. Από τη στιγμή που έμπαιναν στο νησί τους διέγραφαν από τα μητρώα σα να μην υπήρξαν ποτέ! Γενικά υπήρχε ένας κοινωνικός πόλεμος, ένας βάρβαρος αποκλεισμός σε όσους είχαν στις οικογένειες τους λεπρούς. Και υπήρχαν ιστορικά παραδείγματα, όπου αν κάποιος στην οικογένεια είχε λέπρα οι υπόλοιποι συγγενείς δεν μπορούσαν ούτε να παντρευτούν ούτε καν να βρουν δουλειά. Ηταν ένα βαρύ στίγμα που τους ακολουθούσε εκείνη την εποχή. Μην ξεχνάς την έκφραση, που χρησιμοποιούμε ακόμη και σήμερα «σαν να είναι λεπρός». Ακόμη και τώρα δεν έχουν γίνει γνωστοί οι τρόποι με τους οποίους μεταδιδόταν η αρρώστια. Μόλις εμφανίστηκε το εμβόλιο, ωστόσο, ο κόσμος έφυγε από λεπροκομεία. Με κάποιες εξαιρέσεις, βέβαια. Στους Πρωταγωνιστές του Σταύρου Θεοδωράκη στην εκπομπή που είχε κάνει για «Το Νησί» είχε πάρει συνέντευξη από μια ηλικιωμένη κυρία, που γεννήθηκε μέσα στη Σπιναλόγκα και δεν είχε την αρρώστια. Έχουν πια πεθάνει οι γονείς της κι ακόμα ζει στο Λοιμωδών στην Αγία Βαρβάρα. Υπάρχουν άνθρωποι που ψυχολογικά δεν άντεξαν να ζήσουν έξω, αφού ήταν μέσα σε ένα νοσοκομείο κλεισμένοι όλη τους τη ζωή. Η λεγόμενη ‘ιδρυματοποίηση’. Άλλους πάλι ο κόσμος δεν τους δέχθηκε πίσω εξαιτίας του στίγματος.

    – Γενικά έχεις ασχοληθεί πολύ με το θέμα.
    Όλοι μας ψάξαμε πολύ για την αρρώστια. Πήγαμε σε νοσοκομεία, διαβάσαμε πολύ. Η λέπρα είναι ένας βάκιλος που μπαίνει στον οργανισμό, αλλά φυσικά δεν κολλάει με τον αέρα! Υπήρξε πολύς φόβος και προκατάληψη και φτιάχτηκαν μύθοι για την αρρώστια. Είναι σαν τις αντιλήψεις που είχαν κυκλοφορήσει, όταν εμφανίστηκε το AIDS. Υπήρχαν γυναίκες λεπρών αντρών που ήταν υγιείς, αλλά πήγαιναν στο νησί για να ζήσουν δίπλα στους συντρόφους τους. Ηταν βέβαια άλλη τότε η αντίληψη για τον γάμο. Υπήρχαν γυναίκες που έζησαν στη Σπιναλόγκα υγιέστατες, δούλεψαν κανονικά εκεί και δεν έπαθαν τίποτα. Ακόμα, πάντως, υπάρχει η νόσος στις λεγόμενες τριτοκοσμικές χώρες, όπου οι άνθρωποι που προσβάλλονται δεν έχουν τα χρήματα για να πληρώσουν το εμβόλιο. Πεθαίνει ακόμη πολύς κόσμος από τη λέπρα. Τραγικό πραγματικά.

    – «Το Νησί» έχει πολλούς θαυμαστές, αλλά υπάρχουν και ορισμένοι που δεν το βλέπουν, επειδή λένε πως τους μελαγχολεί.
    Η ψυχαγωγία (αγωγή της ψυχής) δε σημαίνει απαραίτητα γέλιο και ψυχολογία πάρτι. Αυτό για μένα είναι το ξεδίνω. Κάποιοι έχουν ταυτίσει τη συγκίνηση με την στενοχώρια, όμως αυτό δεν ισχύει. Υπάρχουν, βέβαια, και άλλοι που όταν συγκινούνται κλαίνε, διότι αυτή είναι η λύτρωση τους. Το γέλιο και το κλάμα είναι φυσικές αντιδράσεις του ανθρώπου και το σώμα εκτονώνεται μ’ αυτόν τον τρόπο. Συγκίνηση σου προκαλούν και άλλες καταστάσεις. Όπως π.χ. όταν ένας αγώνας πάει στα πέναλτι. Εκεί δεν ανεβαίνει η αδρεναλίνη; Και εκεί, λοιπόν, υπάρχει συγκίνηση. Άλλοι βλέπουν αστυνομικά, θρίλερ ή αισθηματικές ταινίες γιατί με αυτόν τον τρόπο συγκινούνται. Το σημαντικό είναι να υπάρχει πάντα επιλογή. Αν δε σου αρέσει κάτι, απλά δεν το βλέπεις. Καταλαβαίνω ότι κάποιος μπορεί να έχει πολλά προβλήματα και να μην του αρέσει να παρακολουθεί μια τέτοια ιστορία, όμως υπάρχει και το άλλο. Βλέποντας τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν τότε οι λεπροί, αντιλαμβάνεσαι πως τα δικά σου σήμερα είναι τελικά πολύ λιγότερα. Για μένα η ιστορία της Σπιναλόγκας είναι μεγάλο μάθημα ανθρωπιάς, ψυχικής δύναμης κι όρεξης για ζωή…

    – Μιας και στη σειρά υποδύεσαι δημοσιογράφο θα μπορούσες να ασχοληθείς με το συγκεκριμένο αντικείμενο;
    Όχι, αλλά θα μπορούσα να είμαι φωτογράφος σε ρεπορτάζ. Κάποτε στο παρελθόν μου είχαν πει να πάω να γίνω πολεμικός ανταποκριτής. Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον. Είσαι μέσα στον παλμό της ζωής.

    – Τι φωτογραφίζεις κυρίως;
    Είναι πολλά τα θέματα. Πότε εικαστικού χαρακτήρα, πιο αφαιρετικά, πότε στιγμές της καθημερινότητας. Παίρνω δηλαδή τη μηχανή μου, πάω μια βόλτα και φωτογραφίζω ανθρώπους, καταστάσεις, στιγμές. Πάνω απ’ όλα, όμως, είμαι ηθοποιός και σκηνοθέτης. Δεν ξέρω πώς να στο μεταφέρω, όμως όλα αυτά μαζί είναι ο Πέτρος. Κάποιες στιγμές θέλεις να είσαι με πολύ κόσμο, άλλες πάλι μόνος σου. Η τέχνη της φωτογραφίας είναι για μένα ένας τρόπος ανασύνταξης, είναι κάτι πιο μοναχικό. Ένας ακόμη τρόπος έκφρασης. Τώρα πια δουλεύω με τη ψηφιακή φωτογραφία και υπολογιστές. Με τους υπολογιστές πια έχεις πολλές επιλογές και δυνατότητες. Μου αρέσει η όλη διαδικασία. Εχει φυσικά να κάνει πάντα με το πώς τους χρησιμοποιείς. Π.χ. προσωπικά το διαδίκτυο με βοηθάει στην έρευνα για τους ρόλους μου, στο να προβάλλω τη δουλειά μου…

    – Θεωρείς πως το «Νησί» μπορεί ν΄ αποτελέσει την αφορμή για να γίνουν και επόμενες καλές δουλειές στην ελληνική τηλεόραση;
    Το εύχομαι και το ελπίζω. Και επαγγελματικά ως ηθοποιός, αλλά και για να ανέβει ο πήχης και να γίνουν και άλλες προσεγμένες παραγωγές με ποιότητα. Είναι μια σειρά που άρεσε και η οποία μπορεί να πάει και στο εξωτερικό. Εκτός όμως από χρήματα για να γίνει μια σειρά τέτοιου επιπέδου θέλει κόπο, χρόνο και, πάνω απ’ όλα, το σωστό ανθρώπινο δυναμικό. Και υπάρχει! Εχω ακούσει πως έχει τύχει μεγάλης αποδοχής έξω και εύχομαι πραγματικά να ακολουθήσουν στο άμεσο μέλλον και άλλες τέτοιες προσπάθειες…

    Πηγή συνέντευξης: www.all4fun.gr

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Πέτρος Αλατζάς: Αυτή είναι η αιτία θανάτου του 50χρονου ηθοποιού

    ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Θλίψη: Έφυγε από τη ζωή ο ηθοποιός Πέτρος Αλατζάς

    ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ:  Θρηνεί ο καλλιτεχνικός κόσμος: Πέθανε η Αρλέτα



    ΣΧΟΛΙΑ