• ΥΓΕΙΑ

    Έρευνα: Ένας στους 3 νεαρούς ενήλικες κινδυνεύει από σοβαρή Covid-19


    Καθώς ο αριθμός των ατόμων που έχουν μολυνθεί από το νέο κορονoϊό αυξάνεται, μια νέα μελέτη καταδεικνύει ότι σχεδόν το ένα τρίτο των νεαρών ενηλίκων είναι ιατρικά ευάλωτοι σε σοβαρή νόσο COVID-19, με το κάπνισμα να είναι ο ισχυρότερος παράγοντας κινδύνου σε αυτή την ηλικιακή ομάδα.

    Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας εξέτασαν περισσότερα από 8.000 άτομα, ηλικίας 18 έως 25 ετών, που είχαν συμμετάσχει σε εθνική έρευνα, προκειμένου να διαπιστώσουν ποια είναι η ιατρική τους ευαλωτότητα στη σοβαρή Covid-19, σε σχέση με τους δείκτες κινδύνου που είχαν τεθεί από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC), συμπεριλαμβανομένων διάφορων παθήσεων και του καπνίσματος.

    Ειδικότερα, προσδιόρισαν την ευαλωτότητα, με βάση παράγοντες (δείκτες), όπως οι καρδιακές παθήσεις, ο διαβήτης, το τρέχον άσθμα, τα αυτοάνοσα νοσήματα (π.χ. λύκος, ουρική αρθρίτιδα, ρευματοειδής αρθρίτιδα), οι ηπατικές παθήσεις, η παχυσαρκία και το κάπνισμα κατά τις προηγούμενες 30 ημέρες.

    Επιπλέον, πρόσθεσαν τα ηλεκτρονικά τσιγάρα στη χρήση καπνού και πούρων, δηλώνοντας ότι η χρήση και των τριών σχετίζεται με δυσμενείς επιπτώσεις στην αναπνευστική και ανοσολογική λειτουργία.

    Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το 33% των ανδρών και το 30% των γυναικών ήταν ιατρικά ευάλωτοι για σοβαρή Covid-19. Ο αντίκτυπος του καπνίσματος ξεπέρασε τους άλλους, λιγότερο κοινούς κινδύνους, όπως ανέφεραν οι ερευνητές στη μελέτη τους, η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Journal of Adolescent Health, τη Δευτέρα. Μάλιστα, όταν η ομάδα των συμμετεχόντων καπνιστών αφαιρέθηκε από την ανάλυση, το ιατρικά ευάλωτο ποσοστό μειώθηκε κατά το ήμισυ (16%).

    Δεδομένα από τα CDC, τα οποία δεν συμπεριλαμβάνονται στη μελέτη, δείχνουν ότι ενώ οι ασθενείς άνω των 65 ετών είναι πολύ πιο πιθανό να νοσηλευτούν από τους νεότερους, το μεταξύ τους χάσμα μειώνεται.

    Για την εβδομάδα που έληξε στις 18 Απριλίου, στις ΗΠΑ υπήρχαν 8,7 νοσηλείες ανά 100.000 πληθυσμού για την ηλικιακή ομάδα 18 έως 29 ετών, σε σύγκριση με 128,3 ανά 100.000 του πληθυσμού για ασθενείς άνω των 65 ετών.

    Μέχρι την εβδομάδα που έληξε στις 27 Ιουνίου, οι αριθμοί ήταν 34,7 και 306,7 αντίστοιχα, που «μεταφράζονται» σε αύξηση κατά 299% στις νοσηλείες για τους νεαρούς ενήλικες, έναντι αύξησης κατά 139% στις νοσηλείες για τους ηλικιωμένους.

    Ο ρόλος του καπνίσματος

    «Τα πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι το κάπνισμα σχετίζεται με υψηλότερη πιθανότητα εξέλιξης της COVID-19, συμπεριλαμβανομένης της αυξημένης σοβαρότητας της ασθένειας, της εισαγωγής σε ΜΕΘ ή του θανάτου», δήλωσε η επικεφαλής συγγραφέας Sally Adams, PhD, από το Τμήμα Ιατρικής Εφήβων & Νεαρών Ενηλίκων του Πανεπιστημίου. «Το κάπνισμα μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις σε νεαρούς ενήλικες, οι οποίοι συνήθως εμφανίζουν χαμηλά ποσοστά για τις περισσότερες χρόνιες ασθένειες».

    Όπως η ίδια σημείωσε, πρόσφατη έρευνα δείχνει ότι οι νεαροί ενήλικες αρχίζουν να καπνίζουν σε υψηλότερα ποσοστά από τους εφήβους, διαμορφώνοντας μια αντιστροφή των προηγούμενων τάσεων.

    Η μελέτη διαπίστωσε ότι τις προηγούμενες 30 ημέρες, το 10,9%των συμμετεχόντων είχε καπνίσει ένα τσιγάρο, το 4,5 % είχε καπνίσει ένα πούρο και το 7,2% είχε καπνίσει ένα ηλεκτρονικό τσιγάρο.

    Ο αριθμός των καπνιστών – 1.664 ή 19,8 % – ήταν υψηλότερος από τον αριθμό των ατόμων με άσθμα (8,6%), παχυσαρκία (3%) και ανοσολογικές διαταραχές (2,4 %), ενώ το 1,2 % είχαν διαβήτη, το 0,6% ηπατική νόσο και το 0,5% καρδιακή πάθηση.

    «Ο κίνδυνος της ιατρικής ευαλωτότητας σε σοβαρές ασθένειες μειώνεται στο μισό όταν οι καπνιστές απομακρύνονται από το δείγμα», δήλωσε ο ανώτερος συντάκτης Charles Irwin Jr., MD, του Τμήματος  Ιατρικής Εφήβων και Νεαρών Ενηλίκων. «Οι προσπάθειες για τη μείωση του καπνίσματος και της χρήσης ηλεκτρονικών τσιγάρων στους νεαρούς ενήλικες πιθανότατα μειώνουν την ευαλωτότητά τους σε σοβαρές ασθένειες».

    Οι διαφορές μεταξύ των φύλων σημειώθηκαν σε πέντε δείκτες. Οι γυναίκες είχαν περισσότερες πιθανότητες να έχουν άσθμα (10% έναντι 7,3%), να είναι παχύσαρκες (3,3% έναντι 2,6%) και να έχουν ανοσολογικές διαταραχές (3,2% έναντι 1,6%). Ωστόσο, σημαντικά λιγότερες νεαρές γυναίκες κάπνιζαν, με αποτέλεσμα η συνολική ιατρική ευαλωτότητα να ανέρχεται στο 29,7% σε σύγκριση με το 33,3% δια τους νεαρούς άνδρες.



    ΣΧΟΛΙΑ