• Business

    Απόφαση της Ελβετίας για την «λίστα Lagarde»: Αλλάζουν όλα στους φορολογικούς ελέγχους για τους Έλληνες

    • Contributor
    Λαγκαρντ Lagarde

    ΗΛΙΑΣ Σ. ΜΠΙΣΙΑΣ, Δρ. Νομ. Παν/μιου Ζυρίχης, Δικηγόρος Αθηνών κ΄ Ελβετίας και Mέλος των Δικηγορικών Συλλόγων Αθηνών (Δ.Σ.Α.), Zυρίχης, Ελβετίας (ZAV, SAV), Φρανκφούρτης, Γερμανίας  (FAV, DAV) 


    Φορολογικός έλεγχος Ελλήνων καταθετών – Εξελίξεις στην αντιμετώπιση ελληνικών αιτημάτων διοικητικής συνδρομής από τα ελβετικά δικαστήρια.

    Με μία απόφαση που εξέδωσε το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Λωζάνης, θα ικανοποιεί απο εδώ και στο εξής αιτήματα που βρίσκονται σε εκκρεμότητα και μελλοντικά αιτήματα συνδρομής μεταξύ Ελλάδας και Ελβετίας, σχετιζομένων με τον φορολογικό έλεγχο Ελλήνων καταθετών στην HSBC Γενεύης. 

    Όπως επισημαίνει σε άρθρο του στο mononews.gr ο  Δρ. Νομ. Παν/μιου Ζυρίχης, Δικηγόρου Αθηνών κ΄ Ελβετίας  κ. Ηλίας Μπίσιας 

    “Παρά το γεγονός ότι κάθε υπόθεση κρίνεται αυτοτελώς και με βάση τις κατά περίπτωση ιδιαιτερότητές της, θα πρέπει να θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι τα αιτήματα των ελληνικών φορολογικών αρχών με αντικείμενο τη «λίστα Lagarde» θα ικανοποιούνται εφεξής στην πλειοψηφία τους από τα ελβετικά δικαστήρια.”

    Το Άρθρο του κ. Μπίσια έχει ως εξής: 

    1. Το ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Ελβετίας (Bundesgericht) εξέδωσε στις 16 Δεκεμβρίου 2019 την πρώτη απόφασή του (βλέπε παρακάτω τη σημείωση 1) σχετικά με την διαβίβαση πληροφοριών που αφορούν τραπεζικούς λογαριασμούς της «λίστας Lagarde» στο πλαίσιο ικανοποίησης αιτήματος συνδρομής των ελληνικών φορολογικών αρχών. 

    Ειδικότερα, το δικαστήριο απεφάνθη αμετακλήτως ότι το ελληνικό αίτημα διοικητικής συνδρομής περί άρσης του τραπεζικού απορρήτου και χορήγησης πληροφοριών είναι νόμιμο και ως εκ τούτου επέτρεψε την ικανοποίησή του, παρά το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι αυτό στηριζόταν στο περιεχόμενο της «λίστας Lagarde», δηλαδή σε παρανόμως κτηθέντα στοιχεία. 

    Η εν λόγω κρίση, όπως θα αναλυθεί παρακάτω, ανατρέπει τα δεδομένα που ίσχυαν μέχρι πρότινος στην Ελλάδα αναφορικά με την δυνατότητα φορολογικής έρευνας και λήψης αποδεικτικών στοιχείων για τους επίμαχους λογαριασμούς από την Ελβετία.

    2. Όπως είναι ευρέως γνωστό, η «λίστα Lagarde» περιλαμβάνει τραπεζικά προσωπικά δεδομένα 2.059 Ελλήνων καταθετών, τα οποία κοινοποιήθηκαν το 2010 από τις γαλλικές στις ελληνικές αρχές και το 2012 δημοσιεύτηκαν στο διαδίκτυο. 

    Πρόκειται για τμήμα δεδομένων, τα οποία υπεκλάπησαν την περίοδο 2007/2008 από την τράπεζα HSBC της Γενεύης και περιήλθαν στη συνέχεια στις γαλλικές αρχές. 

    Ως δράστης της επίμαχης υποκλοπής καταδικάστηκε αμετακλήτως το 2015 από την ελβετική δικαιοσύνη ο υπάλληλος της HSBC, Hervè Falciani.

    3. Στη συγκεκριμένη υπόθεση, τo δικαστήριο κλήθηκε να αποφανθεί, εάν η Ελβετία είχε νομική υποχρέωση να ικανοποιήσει ελληνικό αίτημα παροχής πληροφοριών με αντικείμενο λογαριασμούς της «λίστας Lagarde», ή να το απορρίψει λόγω της παράνομης κτήσης των επίμαχων στοιχείων που εμπεριέχονται στη λίστα. 

    Νομική βάση της κρίσης του δικαστηρίου ήταν η εφαρμοστέα διμερής ελληνοελβετική σύμβαση περί αποφυγής διπλής φορολόγησης -ΣΑΔΦ- (βλέπε παρακάτω τη σημείωση 2) και το ελβετικό εσωτερικό δίκαιο, οι διατάξεις των οποίων ρυθμίζουν το πλαίσιο ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των δύο χωρών. 

    Θα πρέπει να σημειωθεί, ότι ο ελβετικός νόμος περί διεθνούς διοικητικής συνδρομής σε φορολογικές υποθέσεις (Steueramtshilfegesetz-βλέπε παρακάτω τη σημείωση 3) ορίζει ρητώς ότι διεθνή αιτήματα διοικητικής συνδρομής δεν ικανοποιούνται, εφόσον «… παραβιάζουν την αρχή της καλής πίστης, ιδιαίτερα δε όταν βασίζονται σε πληροφορίες, οι οποίες έχουν αποκτηθεί μέσω αξιοποίνων πράξεων κατά το ελβετικό δίκαιο».

    Παρά την ανωτέρω διάταξη, το ανώτατο δικαστήριο, υπό το πρίσμα της αναγκαιότητας της διεθνούς συνεργασίας σε φορολογικές υποθέσεις, ικανοποίησε το ελληνικό αίτημα, κρίνοντας ότι δεν παραβιάζεται η αρχή της καλής πίστης, καθόσον δεν αποδείχθηκε ότι η Ελλάδα κατέβαλε οικονομικό αντάλλαγμα στη Γαλλία ή σε οποιονδήποτε τρίτο για την απόκτηση της «λίστας Lagarde». 

    Επιπλέον, το δικαστήριο επεσήμανε, ότι οι ελληνικές αρχές ουδέποτε υπέβαλλαν στην Ελβετία ρητή δήλωση περί μη χρήσης των παρανόμως κτηθέντων στοιχείων της λίστας, στην οποία η Ελλάδα, ούτως ή άλλως, δεν υποχρεούται βάσει της υφιστάμενης ΣΑΔΦ.

    4. Με την προαναφερόμενη κρίση, οι ανώτατοι δικαστές συντάχθηκαν με πρόσφατες αποφάσεις τους (βλέπε παρακάτω τη σημείωση 4), με τίς οποίες είχαν αντιμετωπίσει ομοίως το ζήτημα της άρσης του τραπεζικού απορρήτου και της υποκλοπής τραπεζικών δεδομένων στο πλαίσιο της διεθνούς διοικητικής συνδρομής. 

    Συγκεκριμένα, τον Ιούλιο του 2017, με αφορμή φορολογικό έλεγχο Ινδών οι οποίοι συνδέοντο με εξωχώριο Trust που διατηρούσε λογαριασμό στην Ελβετία, το ανώτατο Ελβετικό δικαστήριο έκανε δεκτό αίτημα συνδρομής των ινδικών αρχών με το ίδιο σκεπτικό. 

    Το αίτημα των Ινδών είχε βασιστεί ομοίως στα υποκλαπέντα στοιχεία της HSBC Γενεύης, τα οποία είχαν λάβει επισήμως από τις γαλλικές αρχές. 

    Η περίπτωση της Ινδίας αποτελεί την πρώτη δικαστική απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου της Ελβετίας, με την οποία αυστηροποιήθηκαν ουσιωδώς τα κριτήρια απόρριψης διεθνών αιτημάτων συνδρομής που αφορούν υποκλαπέντα δεδομένα από ελβετικές τράπεζες. (βλέπε παρακάτω τη σημείωση 5)

    Μέχρι τότε η Ελβετία απέρριπτε κατά κανόνα όλα τα διεθνή αιτήματα παροχής πληροφοριών για λογαριασμούς οι οποίοι είχαν περιέλθει στις αιτούσες αρχές μέσω αξιοποίνων πράξεων.  

    Συμπερασματικά, η απόφαση που εξεδώθη επί του ελληνικού αιτήματος έχει ιδιαίτερο ειδικό βάρος για την αντιμετώπιση εκκρεμών και μελλοντικών αιτημάτων συνδρομής μεταξύ Ελλάδας και Ελβετίας, σχετιζομένων με τον φορολογικό έλεγχο Ελλήνων καταθετών στην HSBC Γενεύης (βλέπε παρακάτω τη σημείωση 6). 

    Παρά το γεγονός ότι κάθε υπόθεση κρίνεται αυτοτελώς και με βάση τις κατά περίπτωση ιδιαιτερότητές της, θα πρέπει να θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι τα αιτήματα των ελληνικών φορολογικών αρχών με αντικείμενο τη «λίστα Lagarde» θα ικανοποιούνται εφεξής στην πλειοψηφία τους από τα ελβετικά δικαστήρια.

    1.  2C-1013/2019, https://www.bger.ch/ext/eurospider/live/de/php/aza/http/index.php?

     2. Ν 1502/1984 (Φ.E.K. 192/28.11.1984/ τ.A’)

     3. άρθρο 7 lit c, Steueramtshilfegesetz / 28.09.2012

     4. 2C 648_2018, 17.07.2018, 2C 819_2017, 02.08.2018, 2C 619_2018, 21.12.2018

    5. απόφαση 2C 648_2018, 17.07.2018

    6. τα εν λόγω αιτήματα θα πρέπει αυτονοήτως να αφορούν πληροφορίες σχετικές με φορολογικό έλεγχο χρήσεων που δεν έχουν υποπέσει σε παραγραφή κατά τα οριζόμενα στο ελληνικό φορολογικό δίκαιο.

     



    ΣΧΟΛΙΑ