• Τράπεζες

    Ποια είναι τα σχέδια των τραπεζών για τη μετά waiver εποχή


    Ρευστότητα μέσω της διατραπεζικής, της δευτερογενούς αγοράς ομολόγων και μέσω τιτλοποιήσεων, σχεδιάζουν οι τράπεζες για τη μετά waiver εποχή. Η ρευστότητα που αντλούν μέχρι σήμερα οι ελληνικές τράπεζες από το ευρωσύστημα υπολογίζεται στα 4 δις ευρώ και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τραπεζικών στελεχών «το ποσό αυτό μπορεί εύκολα να το σηκώσει η διατραπεζική αγορά».

     

    Οι ελληνικές τράπεζες έχουν προεξοφλήσει στα στρατηγικά τους πλάνα την απώλεια του waiver, δηλαδή την κατ’ εξαίρεση αποδοχή από την ΕΚΤ των ελληνικών ομολόγων ως ενεχύρων για την παροχή ρευστότητας στις τράπεζες, παρά το γεγονός ότι οι τίτλοι αυτοί έχουν χαμηλή πιστοληπτική αξιολόγηση. Το τέλος του waiver προανήγγειλε ο επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, ξεκαθαρίζοντας ότι η αποδοχή των ελληνικών τίτλων τελειώνει με την ολοκλήρωση του προγράμματος.

    Η διαφορά στο κόστος άντλησης ρευστότητας από τη διατραπεζική σε σχέση με το waiver είναι σύμφωνα με εκτιμήσεις τραπεζικών στελεχών διαχειρίσιμη και δεν ξεπερνά τις 50 μονάδες βάσης, στο βαθμό που μετά το κούρεμα, το κόστος άντλησης ρευστότητας από το ευρωσύστημα, ανέρχεται στις 20 μονάδες βάσης, ενώ το κόστος από τη διατραπεζική διαμορφώνεται στις 75 μονάδες βάσης. Να σημειωθεί ότι η ΕΚΤ δέχεται τους ελληνικούς τίτλους, εφαρμόζοντας προηγουμένως ένα «κούρεμα» που κυμαίνεται ανάλογα με το είδος και την ποιότητα αυτών των τίτλων. Κατά μέσον όρο, οι ελληνικές τράπεζες όταν δίνουν ομόλογα αξίας 1 δισ. ευρώ αντλούν περί τα 600 εκατ. ευρώ.

    Συμπληρωματικά και μετά και τις τελευταίες αναβαθμίσεις, οι τράπεζες έχουν στα μελλοντικά τους πλάνα τις τιτλοποιήσεις δανειακών χαρτοφυλακίων, αλλά και τις εκδόσεις ομολόγων μειωμένης εξασφάλισης, μέσω των οποίων μπορούν να αντλήσουν πρόσθετη ρευστότητα. Οι τιτλοποιήσεις επανέρχονται στο προσκήνιο ύστερα από μακρά περίοδο και σύμφωνα με πληροφορίες, θα επιστρατευθούν ως εργαλείο από τα τέλη του 2018. Τα προς τιτλοποίηση χαρτοφυλάκια δεν θα είναι μόνο τα δάνεια μικρομεσαίων επιχειρήσεων με εξασφαλίσεις, αλλά και τα στεγαστικά.

    Αντίστοιχα, η προοπτική έκδοσης ομολόγων κυρίως χαμηλότερης διασφάλισης (tier 2) εξετάζεται επίσης σε δεύτερο χρόνο και συγκεκριμένα περί τα τέλη του 2018 και εφόσον εξομαλυνθούν οι συνθήκες στις αγορές και ξεπεραστεί η αβεβαιότητα που εξακολουθεί να δημιουργεί η πρόσφατη ιταλική κρίση.

    Σε αυτό συμβάλλουν οι πέντε αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής διαβάθμισης της χώρας μέσα στο 2018 (πρόσφατα ο οίκος S&P αναβάθμισε τις ελληνικές τράπεζες στη βαθμίδα Β+), ενώ σε θετικό από σταθερό αναβάθμισε το outlook του ελληνικού τραπεζικού συστήματος χθες η Moody’s.

    Ο ELA

    Η βελτίωση του επιπέδου ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών αποτυπώνεται και στα στοιχεία για τη μείωση της χρηματοδότησης που λαμβάνουν μέσω του έκτακτου μηχανισμού του ELA, που σύμφωνα με τα στοιχεία της Moοdy’s έχει υποχωρήσει στα 7,3 δισ. ευρώ (3,1% των στοιχείων του ενεργητικού του ελληνικού τραπεζικού συστήματος) από το υψηλό των 86,8 δισ. ευρώ που είχε φτάσει τον Ιούνιο του 2015.

    Σύμφωνα και με τα στοιχεία της ΤτΕ η άντληση ρευστότητας από το ευρωσύστημα μειώθηκε περαιτέρω κατά 1,9 δισ. ευρώ, στα 8,4 δισ. ευρώ έως τις 13 Σεπτεμβρίου. Διευκρινίζεται ότι από αυτά, περί το 1 – 2 δισ. ευρώ είναι το «μαξιλάρι» που συνεκτιμάται από την ΤτΕ και σύμφωνα με τη Moody’s, η μείωση του ELA είναι θετική, γιατί σε συνδυασμό με την αύξηση των καταθέσεων μειώνει την εξάρτηση από το ευρωσύστημα.

    Οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα στις τράπεζες αυξήθηκαν κατά 6% σε ετήσια βάση το πρώτο εξάμηνο του 2018, στον απόηχο και της σταδιακής αποκατάστασης της εμπιστοσύνης και της χαλάρωσης των capital controls, που σύμφωνα όμως με τη Moody’s θα απαιτήσουν άλλους 18 μήνες έως ότου αρθούν πλήρως.

    Να σημειωθεί ότι πρώτη πέτυχε τον μηδενισμό του ELA, στα τέλη του προηγούμενου χρόνου, η Εθνική Τράπεζα, ενώ πολύ κοντά στον στόχο της απεξάρτησης από την ακριβή χρηματοδότηση μέσω του έκτακτου μηχανισμού είναι και η Τράπεζα Πειραιώς.



    ΣΧΟΛΙΑ