• Οικονομία

    Κομισιόν: Μόλις στο 1% η μακροχρόνια ανάπτυξη στην Ελλάδα

    Handelsblatt


    Επαρκή χαρακτηρίζει τα μέτρα που συμφωνήθηκαν στο Eurogroup για να αποκατασταθεί η βιωσιμότητα του χρέους η Έκθεση Βιωσιμότητας Χρέους που ολοκλήρωσε και δημοσίευσε η Κομισιόν ως μέρος της έκθεσης συμμόρφωσης (DSA) μετά τις αποφάσεις του Eurogroup. Ωστόσο υποχωρεί σημαντικά η πρόβλεψη για μακροχρόνια ανάπτυξη σε μόλις 1% μετά το 2022.

    Τον Μάρτιο η αντίστοιχη έκθεση έκανε λόγο για ανάπτυξη 1,5% από το 2023 ως το 2030 και 1,25% στη συνέχεια. Η εξέλιξη αυτή φέρνει πιο κοντά τους Ευρωπαίους στα συμπεράσματα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου το οποίο επιμένει σε χαμηλή ανάπτυξη μακροπρόθεσμα και ζητούσε μια μεγαλύτερη ελάφρυνση του χρέους που θα διασφάλιζε τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά του.

    Το ελληνικό χρέος υποχώρησε από το 180,8% το 2016 στο 178,6% το 2017 και αναμένεται να υποχωρήσει περαιτέρω από το 2019 αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση με τις προβλέψεις να υποθέτουν ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να πληρώνει ληξιπρόθεσμες οφειλές φέτος, ώστε έως το τέλος του 2018 θα έχει εξοφλήσει όλες τις εναπομείνασες οφειλές, μετά και την εκταμίευση της δόσης των 15 δισ. ευρώ.

    Συγκεκριμένα τα βασικά σενάρια της νέας έκθεσης (DSA) είναι τα εξής:

    • Η πρόβλεψη για το βραχυπρόθεσμο πραγματικό ΑΕΠ έχει αναβαθμιστεί, σε ευθυγράμμιση και με τις εαρινές προβλέψεις της Κομισιόν. Μακροχρόνια, η ανάπτυξη αναμένεται να κινηθεί περί το 1% μετά το 2022, καθώς θα κλείσει το παραγωγικό κενό και θα αντανακλώνται και οι επιπτώσεις από τη γήρανση του πληθυσμού. Ο πληθωρισμός αναμένεται να ενισχυθεί από 0,9% το 2018 περίπου στο 2% το 2023 και να διατηρηθεί σε αυτά τα επίπεδα. Ως εκ τούτου, η ονομαστική ανάπτυξη θα κινηθεί περίπου στο 3% μακροχρόνια.

    – Τα συνολικά έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις εκτιμώνται περίπου στα 14 δισ. μεταξύ του 2018 και του 2060, εκ των οποίων τα 11,5 δισ. αναμένεται να προέλθουν από μη τραπεζικά assets. Δεν προβλέπεται άλλη τραπεζική ανακεφαλαιοποίηση σε αυτή τη φάση και εκτιμάται ότι περισσότερο από το 75% των κεφαλαίων που χρησιμοποιήθηκαν στην ανακεφαλαιοποίηση του 2015 μπορούν να ανακτηθούν από την ιδιωτικοποίηση τραπεζικών στοιχείων ενεργητικού (4,5 δισ.)

    Οσον αφορά στα πρωτογενή πλεονάσματα, η ανάλυση υποθέτει ότι η Ελλάδα θα πετύχει τον στόχο του 3,5% το 2018. Η χώρα αναμένεται να διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% ως το 2022. Εν συνεχεία, το πλεόνασμα αναμένεται να μειώνεται κατά 0,5% ετησίως, για να διαμορφωθεί στο 2,2% του ΑΕΠ το 2025.

    – Υψηλότερα αναμένονται και τα επιτόκια της αγοράς τα επόμενα χρόνια (ορίζονται ως το μέσο επιτόκιο αναχρηματοδότησης του χρέους). Υπολογίζεται αύξηση από το 4,1% το 2019 στο 5,4% το 2030 (αντί για 5,2% προηγουμένως) και στο 5,1% το 2060 (αντί για 4,5% προηγουμένως). Μεσοσταθμικά αναμένεται επιτόκιο στο 5,1% (περίοδος 2018- 2060) αντί για 4,9% προηγουμένως.

    – Εκτιμάται ότι η Ελλάδα θα χρησιμοποιήσει σταδιακά μέρος από το μαξιλάρι διαθεσίμων, ούτως ώστε να καλύπτει μερικώς τις ανάγκες χρηματοδότησης του χρέους της.  Εκτιμάται έτσι ότι το μαξιλάρι διαθεσίμων από τα 24,1 δισ. ευρώ τον Αύγουστο, θα περιοριστεί στα 12 δισ. ευρώ έως το 2022.

    Με βάση τις ανωτέρω υποθέσεις, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ αναμένεται να διαμορφωθεί στο 188,6% το 2018, στο 169,9% το 2020, στο 136,6% το 2030 και στο 127% το 2060. Οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης προβλέπονται στο 21,8% του ΑΕΠ το 2018, προτού υποχωρήσουν στο 9,6% το 2020. Οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης αναμένεται να αυξηθούν εκ νέου μετά το 2020, φτάνοντας το 28,1% το 2060. Αυτό είναι πάνω από το όριο που θεωρεί βιώσιμο το Eurogroup.

    Σε ένα ένα αντίξοο σενάριο, η ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ μειώνεται κατά 0,2% ετησίως σε σχέση με το βασικό σενάριο ως το 2060. Σε αυτή την περίπτωση, το πρωτογενές πλεόνασμα αναμένεται να κινηθεί όπως και στο βασικό σενάριο ως το 2022 και μετά μειώνεται στο 1,5%. Στο αντίξοο αυτό σενάριο το χρέος ξεφεύγει από την προβλεπόμενη τροχιά από το 2032 και μετά, φτάνοντας το 235% του ΑΕΠ το 2060, ενώ αντίστοιχη είναι η εικόνα και για τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες που υπερβαίνουν το 20% από το 2033 και μετά και υπερβαίνουν το 50% ως το 2060.

    Σοβαρές ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους

    Όπως αναφέρει η έκθεση, η ανάλυση οδηγεί σε σοβαρές ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους, που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν μέσω της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων, αλλά και των πρόσθετων μέτρων που συμφωνήθηκαν στο Eurogroup της 22ας Ιουνίου.

    Τα μέτρα αυτά είναι επαρκή για να αποκαταστήσουν τη βιωσιμότητα σύμφωνα με το βασικό σενάριο, καθώς οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες θα παραμείνουν κάτω του 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα και ευθυγραμμίζονται με το «ταβάνι» του 20% μακροπρόθεσμα. Την ίδια στιγμή, ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ παραμένει σε πτωτικό μονοπάτι, υποχωρώντας κάτω του 100% του ΑΕΠ ως το 2060.

    Το Eurogroup θα επανεξετάσει το 2032, στο τέλος της περιόδου χάριτος των δανείων του EFSF, αν απαιτούνται πρόσθετα μέτρα για να διασφαλιστούν οι συμφωνημένοι στόχοι για τις χρηματοδοτικές ανάγκες, υπό την προϋπόθεση ότι είναι σεβαστό το ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο, και θα προχωρήσει σε ενέργειες, αν χρειαστεί.

    Το Eurogroup θα λάβει υπόψη του μια θετική αποτίμηση στη μεταμνημονιακή εποπτεία, ιδίως στο δημοσιονομικό κομμάτι και στις οικονομικές μεταρρυθμίσεις.

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Moody’ s: Πιστωτικά θετικό γεγονός για την Ελλάδα η ελάφρυνση του χρέους αλλά μην εφησυχάζετε

    ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Η φτηνή βιντεοταινία των 80’s: Όταν ο συντροφικός Τύπος την «πέφτει» στη γραβάτα

    ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ: Γιατί ο Ευκλείδης έχασε την ευκαιρία να δει τον Αλέξη με γραβάτα



    ΣΧΟΛΙΑ