• First Top Stories

    Φαρμακοβιομηχανία: Πλησιάζει η 3η κρίση του ΣτΕ για το Claw-Back – Τι εκτιμούν οι νομικοί

    Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ)

    Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ)


    Πλησιάζει η δικάσιμος της τελευταίας προσφυγής του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ) στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) για το μηχανισμό αυτόματων επιστροφών (Claw-Back). Συγκρατημένα αισιόδοξοι για την έκβαση της υπόθεσης εμφανίζονται οι νομικοί του χώρου, λόγω της εξόδου της χώρας από τα μνημόνια.

    Από το 2012 που το Claw-Back εφαρμόστηκε για πρώτη φορά ως προσωρινό μέτρο, με διάρκεια τριετίας, τόσο ο ΣΦΕΕ, όσο και οι εταιρείες μέλη του μεμονωμένα, τάχθηκαν πολέμιοι στον «επαχθή», όπως συχνά τον αποκαλούν, θεσμό. Προσέβαλλαν, τον μηχανισμό επιμερισμού του  claw-back του 2012 και του 2013, πλην όμως το ΣΤΕ, με σειρά αποφάσεών του, απέρριψε τις αιτήσεις ακύρωσης και έκρινε τον θεσμό συνταγματικό, εκτιμώντας ότι το μέτρο είναι προσωρινής  ισχύος και υπαγορεύεται από το δίκαιο της ανάγκης στο οποίο έχει περιέλθει η ελληνική οικονομία λόγω της ιστορικά πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης.

    Εν συνεχεία, ο νομοθέτης, με νεότερο νόμο, παρέτεινε το claw-back για ακόμα τρία χρόνια (2015-2018) και επέκτεινε αυτόν και στην νοσοκομειακή δαπάνη, ενώ εκδόθηκαν νέες ΥΑ για τον επιμερισμό του. Ομοίως, προσβλήθηκαν ενώπιον του ΣΤΕ με το ίδιο σκεπτικό και απορρίφθηκαν με το ίδιο σκεπτικό της προσωρινότητας. Ιδίως, η απόφαση του ΣΤΕ για την υπέρβαση της νοσοκομειακής δαπάνης, προκάλεσε μεγάλη δυσαρέσκεια στην φαρμακοβιομηχανία, διότι αγνοήθηκε παντελώς ο ισχυρισμός της ότι, ιδίως στα νοσοκομεία, δεν μπορεί να γίνει λόγος για προκλητή ζήτηση.

    Το claw-back παρατάθηκε με νεότερο νόμο για ακόμα τρία χρόνια, δηλαδή μέχρι το 2022 και αναμένεται πλέον η τρίτη κατά σειρά κρίση του ΣΤΕ, καθόσον ο ΣΦΕΕ και σύσσωμη η φαρμακοβιομηχανία συνεχίζουν τον νομικό αγώνα τους.

    Σύμφωνα με πηγές του ΣΦΕΕ, η δικάσιμος είναι κοντά, ενώ, οι νομικοί του χώρου, θεωρούν πως η οριστική έξοδος της Ελλάδας από τα μνημόνια, θα μπορούσε να οδηγήσει το ΣΤΕ σε μια διαφορετική κρίση, ώστε να απεγκλωβιστεί από την ιστορική απόφαση 668/2012 που έκρινε συνταγματικά τα Μνημόνια και ουσιαστικά δέσμευσε με τον τρόπο αυτό, κάθε επόμενο μέτρο που πήγαζε από αυτά και αποτελούσε εφαρμογή αυτών.

    Βασικό αίτημα της φαρμακοβιομηχανίας είναι η «συνευθύνη». Καλεί το Κράτος να αναγνωρίσει το μερίδιο ευθύνης του από την παράλειψη του να λάβει τα κατάλληλα μέτρα έλεγχου της ζήτησης και περιορισμού της σπατάλης και να μειωθεί το claw-back, προτείνοντας άλλα μέτρα ελέγχου και συγκράτησης της δαπάνης, όπως η τοποθέτηση ενός ανώτατου ορίου ή η ποσοστιαία συμμετοχή στην υπέρβαση.

    Ουδέν μονιμότερον του… προσωρινού 

    O μηχανισμός αυτόματων επιστροφών στη φαρμακευτική δαπάνη, εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 2012 με το δεύτερο Μνημόνιο (Ν. 4052/2012) ως προσωρινό μέτρο με διάρκεια τριετίας. Αρχικά καταλάμβανε την δαπάνη του ΕΟΠΥΥ μόνο για το φάρμακο και στην συνέχεια με σειρά νόμων, επεκτάθηκε και στην νοσοκομειακή δαπάνη, στις υπηρεσίες υγείας και στα ιατροτεχνολογικά προϊόντα.

    Αποτελεί ένα «δίχτυ ασφαλείας», όπως το αποκαλούν οι εκπρόσωποι των δανειστών, το οποίο θεσμοθετήθηκε για να συγκρατεί αφενός την φαρμακευτική δαπάνη του Δημοσίου σε ένα καθορισμένο ύψος, δηλαδή στο ύψος του κλειστού προϋπολογισμού της υγείας, αφετέρου για να εξασφαλίσει την βιωσιμότητα του δημόσιου συστήματος υγείας και προστατεύσει κάθε Έλληνα φορολογούμενο από αλόγιστη σπατάλη δημόσιου χρήματος.

    Στην πορεία όμως, παγιώθηκε, προκαλώντας την αντίδραση της αγοράς, στελέχη της οποίας κάνουν λόγο για ένα  «μνημείο Εφησυχασμού της ελληνικής Πολιτείας που μεταφέρει άκοπα και αλόγιστα τη σπατάλη του Ελληνικού Δημοσίου στην φαρμακοβιομηχανία και στους παρόχους υγείας, συνολικά”.

    Το ύψος του claw-back για το 2018 αναμένεται να προσεγγίσει το 1 δις ευρώ, την ώρα που τα συνολικά rebates θα φτάσουν τα 500 εκατ. ευρώ. Η φαρμακοβιομηχανία έχει επανειλημμένως επισημάνει ότι το εν λόγω μέτρο δεν συγκρατεί την δαπάνη, αλλά μεταφέρει ολοένα και μεγαλύτερο μέρος αυτής (το 1/3 για τη φετινή χρονιά), στις φαρμακευτικές επιχειρήσεις, τονίζοντας ότι το δυσθεώρητο και απρόβλεπτο ύψος του claw-back αποτελεί πρόβλημα για τις εταιρείες του κλάδου και θέτει ζητήματα πρόβλεψης και διαφάνειας.

    Ουσιαστικά, η δημόσια δαπάνη που έχει εγγραφεί στον ετήσιο Κοινωνικό προϋπολογισμό για το φάρμακο, για το 2018, είναι για την εξωνοσοκομειακή δαπάνη (ΕΟΠΥΥ) 1,945 δις ευρώ και 530 εκατ. ευρώ για την νοσοκομειακή δαπάνη (Δημόσια ΝΣΚ + φάρμακα 1Α Ιδ. Κλινικών). Κάθε ευρώ που καταβάλλει η Πολιτεία πάνω από τα ποσά αυτά, αποτελεί ποσό υπέρβασης, δηλαδή claw-back, το οποίο υπολογίζεται ανά εξάμηνο και επιμερίζεται ανά εταιρία, αναλόγως κυρίως του μεριδίου αγοράς της και του ρυθμού ανάπτυξης αυτού. Στελέχη της αγοράς μιλούν για μια άσκηση, εξ ορισμού πολύπλοκη, δυνητικά αδιαφανή και εν πολλοίς προσεγγιστική.

    «Λάδι στη φωτιά» ρίχνουν οι πρόσφατες αποκαλύψεις του ΕΟΠΥΥ για παραβατικές συμπεριφορές στη συνταγογράφηση, που συμβάλλουν την υπέρβαση της φαρμακευτικής δαπάνης άρα και στην αύξηση του claw – back, προκαλώντας την αγανάκτηση της φαρμακοβιομηχανίας.

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Στο «δόκανο» φαρμακεία, διαγνωστικά κέντρα και φυσικοθεραπευτήρια για παραπεμπτικά χιλιάδων ευρώ

    ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ : Φαρμακευτικές: Claw back για «εικονική» ανάπτυξη, λόγω Brexit

    ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Αγανάκτηση στη φαρμακοβιομηχανία από τις ατασθαλίες που αποκάλυψε ο ΕΟΠΥΥ



    ΣΧΟΛΙΑ