• Business

    Το Brexit δεν θα διαλύσει το City του Λονδίνου, αλλά…

    • Contributor


    Το City θα επιβιώσει από το Brexit, αλλά δεν θα παραμείνει ανέπαφο. Προκειμένου να παραμείνει ανταγωνιστικός ο κλάδος χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών της Βρετανίας, θα πρέπει να προσαρμοστεί, όπως έχει κάνει πάντα.

    Το Λονδίνο είναι το κορυφαίο χρηματοπιστωτικό κέντρο διεθνώς. Ενώ είναι σημαντικό να μην υπερεκτιμάται η επίδραση της συμμετοχής του Ηνωμένου Βασιλείου στην ΕΕ, η ενιαία αγορά έχει ωφελήσει το City. Ως εκ τούτου, δεν αποτελεί έκπληξη ότι ο χρηματοπιστωτικός κλάδος ήταν σε γενικές γραμμές υπέρ της παραμονής στην ΕΕ.

    Ο κλάδος έχει αποδεχθεί το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και προετοιμάζεται για το Brexit. Ωστόσο, παραμένει προς το συμφέρον του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ να έρθουν σε συμφωνία για τη διατήρηση αμοιβαίας, διασυνοριακής πρόσβασης στην αγορά για το Ηνωμένο Βασίλειο και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και για τη συνεχιζόμενη εύκολη πρόσβαση στα ταλέντα της ΕΕ. Ο κλάδος είναι επίσης υπέρ μιας μακράς μεταβατικής περιόδου, που να συμφωνηθεί το γρηγορότερο δυνατό.

    Ωστόσο, οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί έχουν μπει σε μια θέση όπου δεν έχουν επιλογή από το να προετοιμαστούν για το χειρότερο σενάριο, το σενάριο όπου δεν θα επιτευχθεί συμφωνία. Η διασφάλιση μιας σταθερής μετάβασης, και μια βαθιά και περιεκτική μελλοντική εταιρική σχέση Ηνωμένου Βασιλείου-ΕΕ, δεν είναι δώρο κάποιου. Υπάρχουν πολλά που θα μπορούσαν να πάνε στραβά, και ο κλάδος πρέπει να προφυλαχθεί από τις πιθανές επιπτώσεις.

    Κάποιες επιχειρήσεις έχουν ήδη ενεργοποιήσει σχέδια έκτακτης ανάγκης. Άλλες περιμένουν να λάβουν μια απόφαση μέχρι τα τέλη 2018. Ενώ η συζήτηση για τη μετάβαση έχει δώσει κάποια άνεση, όσο περισσότερο χρειάζεται η ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο να συμφωνήσουν τη σύνθεσή της, τόσο λιγότερο χρήσιμη γίνεται.

    Μακροπρόθεσμα, η αγορά προτεραιότητας για το Ηνωμένο Βασίλειο παραμένει η ΕΕ. Οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες δεν προσφέρονται να συμπεριληφθούν στις εμπορικές συμφωνίες, κατά κύριο λόγο εξαιτίας των ειδικών ρυθμιστικών απαιτήσεων στις οποίες πρέπει να υπόκειται ο κλάδος. Ενώ η ενιαία αγορά περιλαμβάνει σχεδόν όλες τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, καμία εμπορική συμφωνία δεν έχει τίποτα άλλο από μικρές προβλέψεις που σχετίζονται με αυτές.

    Το Brexit δεν θα καταστρέψει τον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών του Ηνωμένου Βασιλείου -ο κλάδος θα προσαρμοστεί όπως έχει κάνει πάντα- αλλά πιθανώς θα οδηγήσει στο ότι θα εδρεύει πλέον στο Λονδίνο και στο Ηνωμένο Βασίλειο, μια μικρότερη αναλογία από τη συνολική ευρωπαϊκή αγορά. Προκειμένου να μετριαστούν οι ζημιές, η κυβέρνηση θα μπορούσε:

    1. Να επιδιώξει να παραμείνει στην ενιαία αγορά, με κάποια επιρροή στους κανόνες. Το πρώτο μέρος -ένταξη στην ενιαία αγορά- θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω της συμμετοχής στην ΕΕΑ, αν και πολιτικά αυτό θα απαιτούσε από το Ηνωμένο Βασίλειο να στραφεί ενάντια στην δηλωμένη της πολιτική και στις ισχύουσες κόκκινες γραμμές. Το δεύτερο μέρος -να έχει άποψη για τους κανόνες- φαίνεται φυσιολογικό δεδομένου του μεγέθους του βρετανικού κλάδου χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, αλλά δεν ευθυγραμμίζεται με τις δομές και τις σκέψεις της ΕΕ.

    2. Να πιέσει ώστε η ΕΕ να συμφωνήσει σε μια αμοιβαία αναγνώριση του ρυθμιστικού πλαισίου και της εποπτείας, καθώς και ενός μηχανισμού διευθέτησης διαφορών. Εάν η παραμονή στην ενιαία αγορά αποδειχθεί πολιτικά δυσάρεστη, η αμοιβαία αναγνώριση θα ήταν μια καλή λύση για τις επιχειρήσεις και τις κυβερνήσεις όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών.

    ΟΙ αρχικές ενδείξεις από την ΕΕ είναι ότι αυτό θα ήταν δύσκολο να επιτευχθεί.

    Θα σηματοδοτούσε μια μεγάλη αλλαγή από τον τρόπο με τον οποίο η ΕΕ διαπραγματεύεται με τρίτες χώρες, και δεν ταιριάζει στις θεσμικές ρυθμίσεις της ΕΕ. Επιπλέον, κάποιες χώρες της ΕΕ είναι πρόθυμες να προσελκύσουν επιχειρήσεις από το Λονδίνο. Από την πλευρά του Ηνωμένου Βασιλείου, όπως με οποιαδήποτε άλλη διεθνή συνεργασία, η αμοιβαία αναγνώριση θα σήμαινε την θυσία κάποιου “ελέγχου”.

    Για την ώρα, η πρώτη επιλογή φαίνεται να είναι εκτός συζήτησης και η δεύτερη θα ήταν πολύ φύσκολο να επιτευχθεί. Ανεξαρτήτως, υπάρχουν ορισμένες προϋποθέσεις για να διατηρηθεί η Βρετανία ανταγωνιστική στην αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Αυτές περιλαμβάνουν:

    -ένα σαφές όραμα για το είδος της οικονομίας και του κλάδου χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών που η κυβέρνηση θέλει να αποκτήσει

    -φορολογικές και ρυθμιστικές πολιτικές που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα του Ηνωμένου Βασιλείου

    -μια μεταναστευτική πολιτική που διατηρεί την ελκυστικότητα του Ηνωμένου Βασιλείου για τα ταλέντα από όλο τον κόσμο

    -μαζική αύξηση της δραστηριότητας στη διεθνή οικονομική διπλωματία; στις διεθνείς υπηρεσίες, με την ΕΕ και με άλλες χώρες που έχουν μεγάλα οικονομικά κέντρα -τις ΗΠΑ, την Κίνα και τη Σιγκαπούρη συγκεκριμένα.

    Επιπλέον, ο κλάδος του finance, και η βιομηχανία γενικότερα, πρέπει να έχουν περισσότερη φωνή. Οι Βρετανοί ψήφισαν την αποχώρηση από την ΕΕ το 2016. Το έκαναν χωρίς να έχουν οποιαδήποτε αξιόπιστη πληροφόρηση για το “πώς θα έμοιαζε”. Δεν ψήφισαν συγκεκριμένα να αποχωρήσουν από την τελωνειακή ένωση ή την ενιαία αγορά.

    Η Βιομηχανία πρέπει να είναι δυνατή και να επισημάνει τις συνέπειες της εναλλακτικής πορείας δράσης και να υποστηρίξει πολιτικές που συμβάλλουν στην προώθηση της ευημερίας στη Βρετανία.

    Η κυβέρνηση έχει υποστηρίξει δημοσίως μια συμφωνία που προστατεύει τον κλάδο των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών στο Ηνωμένο Βασίλειο αλλά για να το επιτύχει αυτό χρειάζεται να τροποποιήσει άλλους στόχους στη διαπραγμάτευση, και την ίδια στιγμή να χαλαρώσει περαιτέρω τους ρυθμιστικούς περιορισμούς στους οργανισμούς της ΕΕ που επιχειρούν στο Ηνωμένο Βασίλειο.

    Η δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου μπορεί να είναι κόκκινη γραμμή για τη βρετανική κυβέρνηση σε κάποιους τομείς, αλλά δεν θα πρέπει να είναι μια κόκκινη γραμμή στον χρηματοπιστωτικό κλάδο.

    Για τον χρηματοπιστωτικό κλάδο δεν υπάρχει πρόβλημα με την κοινή εποπτεία από το Ηνωμένο Βασίλειο και την ΕΕ της δραστηριότητας στην ΕΕ από εταιρείες με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο.

    Η αρχή του να συμμετέχει στον προϋπολογισμό για προτιμησιακή πρόσβαση στην ενιαία αγορά, φαίνεται λογική.

    Η κυβέρνηση θα πρέπει να παραχωρήσει ορισμένα από αυτά τα σημεία εάν θέλει να υπάρξει κάποια ελπίδα για μια λογική συμφωνία για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.

    Του Mark Boleat / Centre for European Reform



    ΣΧΟΛΙΑ