• Big Story

    Μπορεί η Φώφη Γεννηματά να ξανακάνει μεγάλη την κεντροαριστερά;

    • NewsRoom
    Γεννηματά


    Σε τέτοια ερωτήματα δύσκολα απαντά κανείς με ένα «ναι» ή ένα «όχι», χωρίς τον κίνδυνο η ανάλυση να μπερδευτεί με την προπαγάνδα. Γι’ αυτό καλό είναι από τώρα, να επιχειρήσουμε να καταγράψουμε τις παραμέτρους, από τις οποίες θα κριθεί η επιτυχία ή όχι της ανασύστασης της κεντροαριστεράς στην Ελλάδα.

    Ας δούμε πρώτα τους αριθμούς: Γεννηματά και Ανδρουλάκης στον πρώτο γύρο πήραν μαζί 138.066 ψήφους (86.330 και 51.736 αντίστοιχα). Όλοι οι υπόλοιποι έλαβαν άλλες περίπου 70.000 ψήφους. Στο δεύτερο γύρο προσήλθαν περίπου 155.000 πολίτες. Δηλαδή από τους 70.000, ο υποψήφιος των οποίων αποκλείστηκε στον πρώτο γύρο, μόνο οι 17.000 μετείχαν στον δεύτερο γύρο. Με τόσο χαμηλή προσέλευση ο Ανδρουλάκης δεν είχε καμία τύχη. Αλλά το βασικό πολιτικό συμπέρασμα είναι ότι όσοι ψήφισαν στον πρώτο γύρο κάποιον από εκείνους που δεν κατάφεραν να πλασαριστούν στη δυάδα, αδιαφόρησαν στην πλειοψηφία τους για το ποιος εκ των Γεννηματά ή Ανδρουλάκη θα εκλεγόταν. Γιατί;

    Η απάντηση σε αυτό το «γιατί» είναι η πρώτη παράμετρος, για να απαντήσουμε στο κεντρικό ερώτημα, αν μπορεί η κα Γεννηματά να ανασυστήσει την κεντροαριστερά στην Ελλάδα: Όσοι ψήφισαν Γεννηματά ή Ανδρουλάκη στον πρώτο γύρο, προέρχονταν κατά πλειοψηφία από τους μηχανισμούς των δυο υποψηφίων: Η Φώφη Γεννηματά από τη θητεία της ως Περιφεριάρχης Αττικής, μετά ως πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κι έπειτα ως επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, είχε σαφώς τον πιο ισχυρό, καλολαδωμένο και δραστήριο μηχανισμό, που της εξασφάλισε ευρεία επικράτηση στον πρώτο γύρο, δηλαδή το πρώτο βήμα για να πετύχει την τελική νίκη του δεύτερου γύρου. Επίσης ο Νίκος Ανδρουλάκης είχε την ευκαιρία να οργανώσει και να ενδυναμώσει το δικό του κομματικό μηχανισμό από την εποχή που ήταν Γραμματέας του ΠΑΣΟΚ. Οι μηχανισμοί των δύο ήταν ασυγκρίτως καλύτεροι από τα επιτελεία του Γιώργου Καμίνη (που αν και δυο φορές Δήμαρχος Αθηναίων, προτίμησε να κινηθεί με όπλο του την κοινωνία κι όχι τους μηχανισμούς) και Σταύρου Θεοδωράκη (που ο υποτυπώδης μηχανισμός στο πλαίσιο του Ποταμιού, εξαντλήθηκε στο πλαίσιο της πολιτικής δράσης του Ποταμιού).

    Οι εκλογές στην κεντροαριστερά κρίθηκαν, λοιπόν, στο πεδίο των μηχανισμών. Είναι κακό αυτό; Όχι απαραίτητα. Η πολιτική φυσιογνωμία της ελληνικής κεντροαριστεράς, ήδη από την εποχή του ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου, προϋπέθετε ένα ισχυρό κόμμα. Ενώ, δηλαδή, η Νέα Δημοκρατία είναι παραδοσιακά ένα κόμμα όπου το κύριο βάρος της πολιτικής της δράσης φέρουν όχι οι κομματικές οργανώσεις, αλλά οι κατά τόπους βουλευτές, άρα δεν υπάρχει ένα ισχυρό κόμμα σε τοπικό επίπεδο, πράγμα που επέτρεψε στον Κυριάκο Μητσοτάκη πριν από δυο χρόνια, απευθυνόμενος στην κοινωνία, να επιτύχει μια μεγάλη πολιτική ανατροπή, αντίθετα στην κεντροαριστερά δεν νοείται πολιτική δράση χωρίς ισχυρό κομματικό μηχανισμό.

    Η πρώτη παράμετρος, λοιπόν, είναι αν ο ισχυρός μηχανισμός της νικήτριας, Φώφης Γεννηματά, θα ενσωματώσει και θα εντάξει οργανικά στο νέο κόμμα που θα ιδρυθεί όσους περισσότερους από τους υποψηφίους αρχηγούς της κεντροαριστεράς μπορεί, μακάρι και όλους. Αλλά όσοι μπουν, θα μπουν ως άτομα,  όχι ως επικεφαλής «τάσεων» ή «φέουδων». Το ισχυρό κόμμα θα έχει και πάλι τον πρώτο λόγο, κατά το πρότυπο του παλαιού ΠΑΣΟΚ. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι κεντρική πολιτική φιγούρα στην εκστρατεία της Φώφης Γεννηματά ήταν ο Κώστας Λαλιώτης.

    Βέβαια, ο ισχυρός μηχανισμός σήμερα και το ισχυρό κόμμα αύριο, μπορεί να εκλέγουν ηγέτη στην κεντροαριστερά, αλλά χωρίς να κερδίσει την κοινωνία, κανένα κόμμα δεν μπορεί να ελπίζει σε πολιτική επικράτηση. Το στοίχημα λοιπόν για τη Φώφη Γεννηματά είναι να φτιάξει ένα κόμμα που θα είναι, μεν, τόσο ισχυρό ώστε να ξανακάνει την κεντροαριστερά πρωταγωνίστρια στην πολιτική σκηνή, αλλά όχι τόσο, όσο να πνίξει τη σχέση με την ανοργάνωτη κοινωνία και να οδηγήσει στα παλαιά λάθη του ΠΑΣΟΚ που συσσώρευσαν δυσαρέσκεια την οποία πλήρωσε η κεντροαριστερά. Ένα κόμμα τόσο ισχυρό ώστε να καταπολεμήσει τα φέουδα που σχηματίστηκαν όλο αυτό το διάστημα που το ΠΑΣΟΚ και η Δημοκρατική Συμπαράταξη ήταν πολιτικά αδυνατισμένοι, αλλά όχι τόσο αυταρχικό ώστε να αναγκάσει όσους αισθάνονται έξω από τη νέα ηγετική ομάδα να δοκιμάσουν την πολιτική τους τύχη σε άλλο κόμμα του χώρου, που είτε υπάρχει σήμερα είτε θα ιδρυθεί.

    Η εκλογική και πολιτική παλινόρθωση του χώρου αυτού, δεν μπορεί να επιτευχθεί με συνταγές παλαιού ΠΑΣΟΚ: Διορισμοί, ευνοιοκρατία, αντιαμερικανικός και αντιδυτικός πολιτικός λόγος, πρόταξη κοινωνικών ζητημάτων που στην Ελλάδα λύθηκαν τη δεκαετία του ’80. Με μια φράση, η κυρία Γεννηματά χρειάζεται ένα αφήγημα για την κοινωνία. Το κόμμα το πήρε, πάει τέλειωσε. Αλλά η κοινωνία παραμένει μακριά, διστακτική, αν όχι αρνητική καθώς οι μνήμες του ΠΑΣΟΚ σε όσους δεν ανήκουν στο στενό κομματικό πυρήνα είναι ακόμα νωπές και απωθούν.

    Παράμετρος πρώτη λοιπόν: Θα φτιάξει ένα κόμμα που να τους χωράει όλους, χωρίς να είναι κόμμα όλων; Παράμετρος δεύτερη: Θα δομήσει ένα πειστικό αφήγημα, συνοδευμένο με ένα ρεαλιστικό προγραμματικό πλαίσιο, ώστε να απευθυνθεί πειστικά στην κοινωνία, ένα μικρό μέρος της οποίας προσήλθε στον πρώτο γύρο και ψήφισε κυρίως υποψηφίους που αποκλείστηκαν, και αδιαφόρησε για τις επαναληπτικές εκλογές;

    Παράμετρος Τρίτη και ίσως πιο σημαντική: Η πολιτική έκφραση της κεντροαριστεράς, όπως θα τη δομήσει η νικήτρια των εκλογών Φώφη Γεννηματά,, θα έχει το DNA του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΣΥ, δηλαδή των πολιτικών φορέων που σήμερα η Ελλάδα διαρκώς αποδοκιμάζει; Ή θα είναι κάτι πραγματικά καινούργιο σε νοοτροπία, έκφραση, πολιτικές θέσεις, αντιλήψεις για τη σχέση κοινωνίας και πολιτικής, κάτι πραγματικά, όχι στα λόγια «νέο», για να προσελκύσει τις εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων πολιτών που επιμόνως, αδιαλείπτως και πεισματικά απαντούν στο ερώτημα «ποιο κόμμα σας εκφράζει καλύτερα;» με το «Δεν ξέρω/ δεν απαντώ»;

    Αν όλα τα παραπάνω μπορούν να κλειστούν σε μια φράση θα έλεγε κανείς: Η Φώφη Γεννηματά είναι ένα πρόσωπο που βρίσκεται στην πολιτική σχεδόν τριάντα χρόνια. Έφτασε στη νίκη της στις εκλογές για το νέο κόμμα της κεντροαριστεράς, γιατί ήταν η Γεννηματά που όλοι ξέρουμε. Μόνο αν γίνει «μια άλλη Γεννηματά», πραγματικά καινούργια για την κοινωνία, πέρα από μηχανισμούς και κόμματα, πέρα από τετριμμένους πολιτικούς λόγους, πέρα από ΠΑΣΟΚισμούς και φθαρμένες κούφιες λέξεις και συνθήματα, μόνον τότε έχει πιθανότητες να κερδίσει την κοινωνία και να ξανακάνει μεγάλη την κεντροαριστερά στην Ελλάδα.



    ΣΧΟΛΙΑ